Μια σατανική αίρεση προσπαθεί να επαναφέρει στη ζωή τον Δαίμονα της Σκιάς και να φέρουν τον Αρμαγεδδών στη Γη μέσω ανθρωποθυσίας, κάτι που προσπαθεί να σταματήσει ένας σκληροτράχηλος ιερέας.
Σχόλια:
Όσο και να ακούω ότι τα τέλη των 80s ήταν κατά γενική ομολογία μια από τις χειρότερες περιόδους του σινεμά τρόμου, τόσο περισσότερο διαφωνώ βλέποντας ταινίες σαν το SHADOW BUILDER. Μια προσπάθεια που έρχεται από την περίοδο που έβαλε τις θλιβερές βάσεις για την κατάντια της σκηνής του τρόμου που συναντήσαμε κυρίως την 1η δεκαετία του 21ου αιώνα, δηλαδή τα τέλη των 90s. Εκείνη την περίοδο οι περισσότερες πρωτότυπες ιδέες της σκηνής είχαν προ πολλού εξαντληθεί και το κύριο ενδιαφέρον των διαφόρων παραγωγών ήταν απλώς να ανακυκλώνουν τα ίδια και τα ίδια σε μια προσπάθεια να τσεπώσουν στα γρήγορα εκμεταλλευόμενες την ραγδαία εξέλιξη των ψηφιακών εφέ τα οποία από νωρίς είχαν γίνει αυτοσκοπός, ιδίως σε μικρότερες παραγωγές τρόμου και επιστημονικής φαντασίας.
Το SHADOW BUILDER, βασισμένο σε ιστορία του θρυλικού Bram Stoker, είναι ο ορισμός μιας τέτοιας παραγωγής, χωρίς κάποια ιδιαίτερα χτυπητά προβλήματα, αλλά επίσης χωρίς κανένα νεύρο, καμία πρωτοτυπία και με την ξεκάθαρη διάθεση γρήγορης εμπορικής επιτυχίας. Πρόκειται για μια ταινιούλα του σωρού που προσπαθεί να απευθυνθεί σε ευρύτερο κοινό από εκείνο του καθαρού τρόμου μασκαρεύοντας τον εαυτό της ως νεανικού ενδιαφέροντος και που αντλεί κάποια έμπνευση από την ασυνήθιστα επιτυχημένη αλλά υπερτιμημένη κατά τη γνώμη μου τριλογία του THE PROPHECY (αυτό με τον Christopher Walken στο ρόλο του Αρχάγγελου Γαβριήλ), αλλά κυρίως αντιγράφει στην ολότητά του το επεισόδιο 'Revelations' της 3ης Σεζόν των X-FILES που είχε κυκλοφορήσει 3 χρόνια πριν.
Η υπόθεση είναι τα γνωστά, με τα μέλη μιας σατανικής αίρεσης να επαναφέρουν στη ζωή τον Δαίμονα της Σκιάς, ο οποίος με τη σειρά του θέλει να εκμεταλλευτεί την επερχόμενη έκλειψη ηλίου για να φέρει τον Αρμαγεδδών στη Γη. Ικανή και αναγκαία συνθήκη είναι να θυσιάσει ένα παιδί που έχει επιδείξει τα σημάδια του θεού (Stigmata) κατά τη διάρκεια της έκλειψης. Αυτό προσπαθεί να σταματήσει ένας σκληροτράχηλος ιερέας ονόματι Vassey (Michael Rooker), ο οποίος εντοπίζει τον νεαρό Chris (Kevin Zaegers) και μαζί με τη βοήθεια της μητέρας του (Leslie Hope), ενός τοπικού μπάτσου (Shawn Thompson) και ενός ντόπιου ερημίτη (Tony Todd) προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τον δαίμονα που εντωμεταξύ έχει βάλει το σχέδιό του σε λειτουργία, οδηγώντας σταδιακά τους κατοίκους της πόλης στη βία και την παράνοια.
Ειλικρινά, όσο και να προσπαθήσει κανείς να αναγνωρίσει κάποια πρωτοτυπία στο SHADOW BUILDER, η ρουτινιάρικη υπόθεση και εξέλιξή της τον προσγειώνουν απότομα. Τα περισσότερα κλισέ του είδους είναι όλα παρόντα, αλλά με μάλλον αρνητικό τρόπο, όπως και η συνεχόμενη αίσθηση εμπορικότητας και ατολμίας των συντελεστών να ξεφύγουν από τις δοκιμασμένες mainstream φόρμουλες της εποχής, στις οποίες συμπεριλαμβάνω και την υποτιθέμενη "νεανικότητα" στο σενάριο.
Μοιραία, το ενδιαφέρον στρέφεται κυρίως στους επώνυμους πρωταγωνιστές όπως ο Michael Rooker (HENRY: PORTRAIT OF A SERIAL KILLER) που κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα, υποδυόμενος έναν βασανισμένο και γεμάτο κρυφά πάθη χαρακτήρα, όπως άλλωστε στην συντριπτική πλειοψηφία των ταινιών του. Από εκεί και πέρα υπάρχει και ο αγαπημένος και διαχρονικά αδικημένος από την Αμερικάνικη κινηματογραφική βιομηχανία Tony Todd (CANDYMAN) σε έναν εντελώς αδιάφορο ρόλο που θάβει την πάντα επιβλητική παρουσία του, ενώ αξίζει αναφοράς ο τότε μικρούλης Kevin Zaegers που το 1995 είχε παίξει ακριβώς τον ίδιο ρόλο στο πολύ καλύτερο από το SHADOW BUILDER επεισόδιο των X-FILES, που έχει "δανείσει" (;) την υπόθεσή του στη συγκεκριμένη ταινία.
Πάντως ο με αρκετές καλές ταινίες ως υπεύθυνος ειδικών εφέ στο ενεργητικό του σκηνοθέτης, Jamie Dixon, ομολογουμένως κατάφερε να φτιάξει όμορφη ατμόσφαιρα σε όλη τη διάρκεια, που όμως από μόνη της δεν μπορεί να στηρίξει ολόκληρη την ταινία. Ο δαίμονας είναι τουλάχιστον ρουτίνας, χωρίς σε καμία στιγμή να πείθει για την επικινδυνότητά του, υποστηριζόμενος από αδιάφορα ως κακά CGI εφέ που έχουν την τιμητική τους από ένα σημείο και μετά, λες και η ομάδα παραγωγής αποφάσισε ότι αυτά είναι το κάτι παραπάνω που χρειαζόταν η ταινία. Gore και sex απουσιάζουν σχεδόν ολοκληρωτικά, όπως και το χιούμορ και το μόνο που μένει για να μπήξουν τα δόντια τους οι horror fans είναι κάποιες ενδιαφέρουσες σκηνές του χάους στην πόλη την ώρα της έκλειψης όσο και κάποιες όχι τόσο ενοχλητικές όσο θα ήθελαν οι δημιουργοί βλάσφημες εικόνες.
Τα υπόλοιπα στοιχεία συνοψίζονται σε αστυνομική έρευνα Β’ διαλογής, κουραστικούς διαλόγους, δράση περιορισμένων δυνατοτήτων και απόλυτα προβλέψιμη εξέλιξη της ιστορίας σε σημείο που προσωπικά με εκνεύρισε, κυρίως γιατί σκεφτόμουν τις πιθανότητες που θα υπήρχαν αν το όλο πράγμα αποφάσιζε να γίνει λίγο πιο τολμηρό και να ξεφύγει κάπως από τις mainstream φόρμουλες. Για την πιστότητα με την ιστορία του Bram Stoker δεν μπορώ να σχολιάσω, αλλά κάτι μου λέει ότι μάλλον είναι εντελώς ευκαιριακή και με ξεκάθαρο στόχο την περισσότερη εμπορικότητα.
Στο τέλος της ημέρας αυτό δεν έχει καμία σημασία και αυτό που μένει είναι μια εύκολη στο να την ξεχάσει κανείς ταινία «του κουτιού», γυρισμένη βάση του τσελεμεντέ του εμπορικού και αδιάφορου σινεμά τρόμου των τελών των 90s που- δυστυχώς- συνεχίζεται αδιάκοπα μέχρι τις μέρες μας, απλώς σε άλλες μορφές.
Blu Ray Αμερικής (MVD Visual) - Region Free
Blu Ray Γερμανίας (Astro Records & Filmworks) - Μαζί με το FRANKENHOOKER - Περιοχής Β
Όλες οι εκδόσεις είναι χωρίς περικοπές. Η Γερμανική R2 της VCL/ Warner περιέχει μόνο ντουμπλαρισμένο στα Γερμανικά ήχο. Καλύτερες είναι προφανώς οι HD εκδόσεις, με την Αμερικάνικη να έχει ηχητικό σχολιασμό του σκηνοθέτη και ντοκιμαντέρ για το πώς γυρίστηκε η ταινία.