Τα εναπομείναντα μέλη μιας γυναικείας μυστικής Αδελφότητας συναντιούνται μετά από χρόνια σε ένα απομακρυσμένο αρχοντικό, αλλά η μία μετά την άλλη πέφτουν θύματα του πατέρα ενός παλιού μέλους που είχε σκοτωθεί φαινομενικά σε ατύχημα.
Σχόλια:
“Five sexy women, one deadly secret”, δηλώνει η προωθητική tagline αυτού του θρίλερ μυστηρίου από τη χρυσή δεκαετίας του 70 και μέχρι ένα σημείο συνοψίζει ολόκληρο το SISTERS OF DEATH. Από σέξι θηλυκές παρουσίες όντως η ταινία βρίθει, με κορυφαία απ’ όλες την αδικοχαμένη πρώην Playmate Claudia Jennings που έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ όλες οι υπόλοιπες δεν πάνε πίσω από πλευράς φυσικών προσόντων. Το ερώτημα που τίθεται είναι αν φτάνουν αυτά τα δύο στοιχεία για να γίνει μια καλή ταινία, και δυστυχώς η απάντηση είναι μάλλον όχι.
Η υπόθεση ακολουθεί 5 γυναίκες μέλη μιας ακαθορίστου φύσης αδελφότητας ονόματι “Sisters” που λαμβάνουν η καθεμία πρόσκληση για να ξανασυναντηθούν 7 χρόνια μετά την τελευταία τους τραγική συνάντηση. Εκεί και κατά τη διάρκεια της μύησης δύο νέων μελών, της Judy (Claudia Jennings) και της Liz, η τελευταία έπεσε νεκρή από φαινομενικό ατύχημα κατά τη διάρκεια της τελετής.
Όμως ο πατέρας της (Arthur Franz), ο οποίος και οργάνωσε την επανασύνδεση της ομάδας πιστεύει ότι η κόρη του δολοφονήθηκε από κάποια από τις 5 άλλες κοπέλες και έτσι τις παρασύρει σε ένα απομονωμένο σπίτι περιτριγυρισμένο από ηλεκτροφόρο συρματόπλεγμα με στόχο να εκδικηθεί την υπαίτια. Μαζί με τις 5 κοπέλες μπλέκουν και οι 2 τύποι που τους έφεραν στο απόμακρο εξοχικό, που μάλλον μετανιώνουν την απόφαση τους να συμμετέχουν στο πάρτι όταν μία μετά την άλλη τα όμορφα κορίτσια αρχίζουν να βρίσκουν το θάνατο.
Σίγουρα η υπόθεση στο χαρτί φαίνεται ενδιαφέρουσα, αλλά δυστυχώς στην πράξη το αποτέλεσμα απέχει αρκετά από αυτό που θα χαρακτήριζε κανείς ως επιτυχημένη ταινία, αν και οι προϋποθέσεις υπάρχουν. Σε χέρια άλλων σκηνοθετών και μόνο οι 5 καυτές γυναικάρες θα αρκούσαν για να κάνουν το όλο πράγμα να λειτουργήσει έστω από πλευράς «οφθαλμόλουτρου», όμως ο γνωστός κυρίως ως παραγωγός σειρών κινουμένων σχεδίων Joseph Mazzuca προτιμάει ένα εντελώς πεζό και mainstream θέαμα και δεν δείχνει... βυζάκι ούτε για δείγμα, που κακά τα ψέματα θα ήταν η προφανής επιλογή δεδομένων των παρουσιών και της μη τηλεοπτικής καταβολής της ταινίας. Με όλα αυτά δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι αν και γυρίστηκε το 1972, η ταινία έμεινε στα ράφια μέχρι το 1977 που τελικά κυκλοφόρησε περιορισμένα.
Πέρα από αυτό, ενώ το σενάριο σίγουρα θέλει κάτι να πει, τα δρώμενα μοιάζουν εντελώς τυχαία και ευκαιριακά και στις κρίσιμες για την έκβαση της πλοκής στιγμές δεν παρουσιάζεται καμία εξήγηση οπότε όλα μοιάζουν να μην έχουν καμία απολύτως λογική. Πάντως ανατροπές υπάρχουν και μάλιστα αρκετές και μάλλον εκεί πόνταρε το σενάριο, αλλά όπως είπα ακόμα κι αυτές μοιάζουν βεβιασμένες και υπερβολικές, σαν να μπήκαν επειδή έπρεπε. Αυτή είναι μια τάση με την οποία προσωπικά πάντα διαφωνούσα, φαίνεται όμως ότι το κοινό αυτά θέλει μιας και έχουμε αρχίσει να την βλέπουμε όλο και πιο πολύ στις μέρες μας, με τις περισσότερες σύγχρονες ταινίες θρίλερ και τρόμου να στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά στις ανατροπές.
Κατά διαστήματα υπάρχει ωραία ατμόσφαιρα μυστηρίου, ενώ αγωνία και σασπένς υπάρχει αποκλειστικά στο τελευταίο 20λεπτο, όπου και βελτιώνεται κάπως ο γενικά αργός ρυθμός. Από αφέλειες και σεναριακές τρύπες έχουμε επίσης πολύ υλικό, αλλά τελικά η ταινία διασώζεται ως εκ θαύματος και με τη λήξη αναβαθμίζεται σε ένα οριακά αποδεκτό θέαμα και τίποτα παραπάνω. Σ’ αυτό βοηθούν και κάποιες στιγμές ανεπιτήδευτου χιούμορ, με διάφορες αφελέστατες ατάκες, ασταμάτητο και αναίτιο τρεχαλητό από τις χυμώδεις πρωταγωνίστριες και αρκετές στριγγλιές που έχουν το γούστο τους όταν δεν γίνονται εκνευριστικές.
Πάντως εκτός από την εκθαμβωτική παρουσία της άτυχης Claudia Jennings που έχασε τη ζωή της σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα 2 χρόνια μετά την κυκλοφορία του SISTERS OF DEATH, αξίζει να ξεχωρίσουμε την παρουσία του γνωστού από το ρόλο του στην νεανική τηλεοπτική σειρά BEVERLY HILLS, 90210, Joe E. Tata και του γνωστού από τους ρόλους του σε κλασικές b και μη ταινίες της δεκαετίας του 50 Arthur Franz (INVADERS FROM MARS, THE CAINE MUTINY). Ακόμα όμως κι αυτοί δεν καταφέρνουν να σώσουν μια ταινία που σε κανένα σημείο της δεν ξεπερνά την μετριότητα και μάλλον δίκαια σήμερα έχει περάσει στην αφάνεια.
Όλες οι εκδόσεις είναι χωρίς περικοπές, Public Domain με ποιότητα εικόνας VHS. Υπάρχει και σε μπόλικες άλλες budget εκδόσεις πολλών ταινιών, επίσης Public Domain και με παρόμοια ποιότητα εικόνας.