Μια γυναίκα που πρόσφατα έχασε τον γιο και τον αγαπημένο της μετακομίζει σε οικοτροφείο ο τυφλός ιδιοκτήτης του οποίου υποπτεύεται ότι κάτι μακάβριο συμβαίνει όταν ακούει ήχους ερωτικών περιπτύξεων από το δωμάτιό της ενώ γνωρίζει ότι ο σύντροφός της έχει πεθάνει.
Σχόλια:
Τεράστια κληρονομιά και τεράστιο βάρος για τον κακομοίρη τον Lamberto Bava το επίθετό του. Είμαι βέβαιος ότι όταν γύριζε την πρώτη του ταινία, το υπό σχολιασμό MACABRE το 1980, η σκέψη ότι κάθε του δουλειά θα συγκρινόταν με τις αξεπέραστες ταινίες του πατέρα του τον ανησυχούσε. Διαχρονικά, η δουλειά του Lamberto αδικήθηκε εξαιτίας αυτής της συγκυρίας μιας και ο γιος του Mario Bava είχε από νωρίς το δικό του στιλ, κάτι που φαίνεται άριστα στη συγκεκριμένη εμπνευσμένη κατάμαυρη ιστορία ερωτικού πάθους και παράνοιας που κυκλοφόρησε την χρυσή εποχή του Ιταλικού τρόμου και exploitation και αυτό φαίνεται σε όλη τη διάρκειά της.
H ξαναμμένη Jane Baker (Bernice Stegers) παρατάει σύζυγο (Fernando Pannullo) και τη μικρή κόρη Lucy (Veronica Zinny) για μερικές στιγμές ηδονής με τον γκόμενο στο οικοτροφείο ιδιοκτησίας του τυφλού Robert (Stanko Molnar) και της ηλικιωμένης μητέρας του. Κατά τη διάρκεια των ερωτικών τους περιπτύξεων λαμβάνει ένα τηλεφώνημα ότι ο μικρός γιος της και αδελφός της Lucy πνίγηκε κατά λάθος στη μπανιέρα του σπιτιού, κάτι που την κάνει να καταρρακωθεί. Παίρνει το αμάξι μαζί με τον γκόμενο για να πάνε να δουν τι είχε συμβεί, αλλά στη διαδρομή τρακάρουν με αποτέλεσμα ο γκόμενος να σκοτωθεί και η Jane να κλειστεί στο τρελάδικο για ένα χρόνο. Όταν φτάνει η απελευθέρωσή της, ο σύζυγός της δεν θέλει πλέον να την ξέρει μιας και θεωρεί ότι αυτή έφταιγε για το θάνατο του γιου τους αφού τον άφησε ασυνόδευτο στο σπίτι κι έτσι η Jane ξαναπηγαίνει μόνιμα στο οικοτροφείο του Robert που πλέον ζει μόνος μετά το θάνατο της μητέρας του.
Όμως ο Robert ήταν και είναι καψούρης με την Jane και προβληματίζεται όταν αρχίζει να ακούει από το δωμάτιό της τους γνώριμους γι αυτόν ήχους ερωτικών περιπτύξεων και το όνομα του νεκρού γκόμενου να αναφέρεται από τα χείλη της σε στιγμές πάθους. Τα ξαναβρήκαν ή κάτι άλλο συμβαίνει; Ο Robert αρχίζει να ψάχνει και ανακαλύπτει ότι ο γκόμενος είχε όντως σκοτωθεί, ενώ οι συνεχείς επισκέψεις της μικρής Lucy, που πριν το ατύχημα είχε υποψίες για το πόσο πιστή ήταν η μητέρα της, στο οικοτροφείο και οι διάλογοί του μαζί της τον κάνουν να σκαλίζει ακόμα περισσότερο, καταλήγοντας στην κλειδωμένη κατάψυξη του οικοτροφείου στην οποία η Jane φαίνεται να αποδίδει μεγάλη σημαντικότητα.
Το MACABRE αντλεί τις επιρροές του κυρίως από το ιστορικό PSYCHO και το κατάμαυρο αριστούργημα του Joe D’Amato, BEYOND THE DARKNESS που κυκλοφόρησε ένα χρόνο πριν και με τη βοήθεια του ξεκούραστου στιλ κινηματογράφησης φτιάχνει τη δική του ξεχωριστή προσωπικότητα. Ο Lamberto προβλέψιμα δεν φτάνει τα δυσθεώρητα ύψη σκοτεινής ατμόσφαιρας του πατέρα του, αλλά υιοθετώντας έναν σταθερό ρυθμό που υποστηρίζεται άριστα από την μουσική του Ubaldo Continiello καταφέρνει να φτιάξει ένα κλίμα αβεβαιότητας και υποθάλπτουσας ανωμαλίας που δίνει σήματα κινδύνου στους θεατές ακόμα κι όταν το θέαμα δεν φαίνεται να προσφέρει κάτι τέτοιο.
Η ταινία στηρίζει πολλά στις αποκαλύψεις οι οποίες είναι πολλές και έρχονται με μελετημένο και κοντρολαρισμένο στιλ που δημιουργεί την απαιτούμενη αντίδραση από το κοινό, παρόλο που τόσο η κλασικότητα της ταινίας όσο και η εμπειρία χρόνων παρακολούθησης ταινιών τρόμου μάλλον τις κάνουν ολίγον τι προβλέψιμες τουλάχιστον για τους πιο ψημένους horror fans. Όμως αυτό δεν φαίνεται να απασχολεί τον Lamberto Bava που κάνει το παιχνίδι του όπως θέλει και στο τέλος επιτυγχάνει. Προσπαθώ όσω μπορώ να μην spoler-άρω την ταινία, αλλά υποχρεούμαι να δηλώσω ότι το σενάριο έχει ακόμα περισσότερο βάθος και κρυφές πτυχές απ’ ότι θα περίμενε κανείς και αν και ορισμένες από τις παραδοχές του δεν έχουν ιδιαίτερη λογική, το όλο πράγμα λειτουργεί άριστα.
Πέρα από το σενάριο, το MACABRE έχει να επιδείξει πρώτης γραμμής ερμηνείες από όλους τους γενικά άσημους πρωταγωνιστές. Η Bernice Stegers είναι άριστη στο ρόλο της διαταραγμένης μητέρας και ερωμένης και παίρνει την ταινία στην πλάτη της στην περισσότερη διάρκεια, ενώ ο Stanko Molnar είναι εξίσου καλός τόσο στο ρόλο του απρόθυμου ντετέκτιβ τον οποίο αρχίζει να παίζει από ένα σημείο και μετά, όσο και σε αυτόν του διαχρονικά καταπιεσμένου αλλά ταυτόχρονα δυναμικού άνδρα τα πόδια του οποίου αρχίσουν να τρέμουν όταν βρίσκεται κοντά στην νέα του προβληματική φιλοξενούμενη και αντικείμενο του κρυφού πόθου του.
Δεν θα μπορούσε να λείπει και το ελαφρώς εκνευριστικό παιδάκι από τα δρώμενα, μια τιμημένη παράδοση του Ιταλικού σινεμά της εποχής. Στην συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για την Veronica Zinny που έχει αρκετό χρόνο σε πρώτο πλάνο και από ένα σημείο και μετά αναλαμβάνει τα πρωταγωνιστικά ηνία δείχνοντας ότι εκτός από εκνευριστική μπορεί να γίνει και αρκετά ανατριχιαστική. Η συμμετοχή της στα δρώμενα είναι κρίσιμη και αποφεύγω να τη συζητήσω άλλο, αλλά αρκεί να πω ότι η μικρή δείχνει ότι είναι πραγματικά καλή ηθοποιός κάτι που δεν κρύβεται ούτε από το ως συνήθως σε Ιταλικές παραγωγές απαίσιο ντουμπλάρισμά της.
Το θέαμα επιφυλάσσει αρκετές εκπλήξεις και ανταμοιβές για τους θεατές που θα παρασυρθούν στο ρυθμό και την ατμόσφαιρά του με τουλάχιστον 2-3 σκηνές που έρχονται απροειδοποίητα και κορυφώνονται στο εκπληκτικής έντασης φινάλε το οποίο είναι από τα καλύτερα που έχω δει σε Ιταλική παραγωγή. Ακόμα και η πέρα από κάθε λογική εξήγηση αμερικανόφερτη τελική σκηνή που κινδυνεύει να πετάξει στα σκουπίδια όλο το προηγούμενο δεν καταφέρνει- πάντα κατά την προσωπική μου άποψη- να χαλάσει την ένταση, την ανωμαλία και τον γνήσιο τρόμο του φινάλε του MACABRE και καλά θα κάνουν οι θεατές να την αγνοήσουν επικεντρώνοντας τα βλέμματα στο ζουμερό υπόλοιπο.
Ένα υπόλοιπο που προσφέρει απλόχερα μυστήριο, κοντρολαρισμένο gore και βία, sexploitation και όλα τα σχετικά με ένα ατμοσφαιρικό περιτύλιγμα γεμάτο ένταση, συγκαλυμμένη παράνοια και μπόλικη σκοτεινή ατμόσφαιρα δυσλειτουργίας και σεξουαλικών αποκλίσεων. Ο ρυθμός είναι σταθερά καλός σε όλη τη διάρκεια, αποφεύγοντας όσο μπορεί περιττές φλυαρίες και αναίτια ανάλυση χαρακτήρων. Αυτή έρχεται σταδιακά και παράλληλα με τις σεναριακές αποκαλύψεις προσφέροντας τα μέγιστα στη διατήρηση του ενδιαφέροντος.
Εντάξει, παραδέχομαι ότι ο Mario Bava ίσως να είχε κάνει το MACABRE κάπως καλύτερο από τεχνικής πλευράς, αλλά θα ήμουν εντελώς άδικος αν δεν αναγνώριζα στον Lamberto μια γνήσια στιγμή έμπνευσης και δημιουργικότητας στην πρώτη του δουλειά πίσω από τις κάμερες. Το μελλοντικό του έργο αν και γνωστό και σεβαστό στον cult horror χώρο δεν καταφέρνει να φτάσει τα ψηλά στάνταρντς που θέτει εδώ και που φτάνουν σε δυσθεώρητα ύψη καθώς το κατακλυσμικό τελείωμα πλησιάζει.
Ένα τελείωμα που έχει κάτι από PSYCHO, NEKROMANTIK, Mario Bava, Antonio Margheriti και Edgar Allan Poe αναμεμιγμένα στο μπλέντερ του Lamberto Bava και που προσωπικά με άφησε με ένα πλατύ χαμόγελο συνειδητοποίησης του πόσο γαμάτο ήταν το Ιταλικό σινεμά τρόμου των τελών των 70s και πρώτου μισού των 80s.