Στο κοντινό μέλλον, ένα ζευγάρι προσπαθεί να ζήσει τον έρωτά του αλλά βρίσκονται αντιμέτωποι με τον αδίστακτο Πρόεδρο του κυρίαρχου απολυταρχικού καθεστώτος, που τυχαίνει να είναι ο πατέρα της κοπέλας.
Σχόλια:
Εντελώς ξεχασμένο post- apocalyptic ρομάντζο παραγωγής Roger Corman από την χρυσή εποχή του VHS, μια εποχή που μπορεί να έχει μείνει στις καρδιές των περισσότερων από εμάς που τότε αντρωνόμαστε με κάθε λογής σκουπιδοκασσέτα που έπεφτε στα χέρια μας, αλλά που από άποψη ποιότητας δεν μπορεί να συγκριθεί με προγενέστερες. Για το είδος των μεταποκαλυπτικών περιπετειών, καλύτερη περίοδος ήταν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 80 και το THE LAWLESS LAND μάλλον το δείχνει καθαρά αν και σίγουρα θα μπορούσε καλύτερα .
Πρόκειται για την ιστορία ενός ζευγαριού σε ένα κοντινό μέλλον όπου προσπαθούν να ζήσουν τον έρωτά τους σε μια απαγορευμένη για αισθήματα εποχή όπου κυριαρχεί η εκμετάλλευση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων που δεν έχουν το δικαίωμα να συνάπτουν σχέσεις και υπάρχουν για να δουλεύουν στα ορυχεία για λογαριασμό ατόμων ανώτερης κοινωνικής κάστας που έχουν τον έλεγχο των πάντων. Αρχιεκμεταλλευτής είναι ο πατέρας της όμορφης Diana (Amanda Peterson) που κατέχει εξέχουσα θέση στην δυστοπική αυτή κοινωνία και δεν βλέπει με καλό μάτι που η κόρη του γλυκοκοιτάζει τον φτωχό εργάτη Falco (Jsu Garcia).
Όταν μάλιστα οι δυο τους αποφασίζουν να κλεφτούν και να παντρευτούν πίσω από την πλάτη του ο τυραννικός πατέρας φυλακίζει τον Falco και εξαπολύει τον πληρωμένο δολοφόνο Road Kill (Leon Robinson) για να φέρει πίσω την κόρη του που εντωμεταξύ φυγαδεύτηκε από τον έμπιστο και μέντορα του Falco, Don Enrique (Patricio Bunster), στην άνομη ζώνη της περιοχής. Έτσι ο πρωταγωνιστής αναγκάζεται να δραπετεύσει από τη φυλακή και να αναζητήσει τον έρωτα της ζωής του, βρίσκοντας βοήθεια στο πρόσωπο του ταξιδιώτη Ez (Xander Berkeley) χωρίς όμως να αντιλαμβάνεται ότι ο πανούργος Road Kill τον έχει πάρει στο κατόπι ελπίζοντας να τον οδηγήσει στην όμορφη Diana.
Πρέπει να παραδεχτώ ευθύς εξ αρχής ότι αν και γενικά δεν μου άρεσε το THE LAWLESS LAND το οποίο βρήκα ανούσιο, αργοκίνητο, άχρωμο και άοσμο, εντούτοις είχε κάποια στοιχεία που θεωρώ ότι πρέπει του να αναγνωρίσω. Βασικότερο όλων είναι η ξεκάθαρη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζουν την ταινία όλοι οι συντελεστές, οι οποίοι φαίνεται να πίστεψαν στο σενάριο των Tony Cinciripini και Larry Leahy και προσπάθησαν όσο ήταν δυνατό να τα δώσουν όλα.
Οι ερμηνείες των περισσότερων πρωταγωνιστών είναι επαγγελματικές και δοσμένες, ιδίως της αδικοχαμένης Amanda Peterson και του Leon Robinson όπως και του έμπειρου Xander Berkeley. Καλός είναι ακόμα και ο όχι τόσο ταλαντούχος Jsu Garcia που πάντως είναι και η τυπικά ακαθόριστη φάτσα 80s βιντεοκασετών που γνώρισε τα 15 λεπτά δόξας του στο A NIGHTMARE ON ELM STREET αλλά δεν συνέχισε σε αυτό το επίπεδο για πολύ.
Στα θετικά είναι και η προσπάθεια του Jon Hess να δώσει ρυθμό και να φτιάξει ατμόσφαιρα χωρίς να βοηθιέται από το σενάριο, πράγμα που πάντως καταφέρνει μόνο στο φινάλε τουλάχιστον στο βαθμό που θα επιθυμούσε. Η τυπική μουσική βιντεο- 80ίλας με κάποιες αληθινά εμπνευσμένες εκλάμψεις δύσκολα θα χαλάσει τον οποιονδήποτε υποψιασμένο με τους κανόνες της εποχής και του είδους, ούτε καν η τελική ερωτική μπαλάντα των τίτλων τέλους που άνετα θα στεκόταν δίπλα σε οποιοδήποτε τραγούδι για της Eurovision των ημερών δόξας του Johnny Logan και άλλων αντίστοιχων καλλιτεχνών.
Επί της ουσίας, το THE LAWLESS LAND μένει ημίμετρο και πρόχειρο στα περισσότερα μέτωπα. Το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο εξελίσσεται η υπόθεση δεν δίνει στοιχεία του πώς η ανθρωπότητα κατέληξε να κυριαρχείται από ένα απολυταρχικό καθεστώς επιλεκτικής ανομίας, ιδίως όταν δεν υπάρχουν κανενός είδους ενδείξεις κάποιας καταστροφής παρόλο που αυτή αναφέρεται από τον αναγκαίο αφηγητή στην έναρξη της ταινίας.
Αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί επιτηδευμένη κίνηση σεναρίου και σκηνοθέτη σαν ένα συγκαλυμμένο κοινωνικό σχόλιο πάνω στην διαχρονική εκμετάλλευση και καταπίεση των μαζών, αλλά όσοι έχουν δει την ταινία και διαβάζουν αυτές τις γραμμές μάλλον θα ξύνουν το κεφάλι τους από απορία πώς τους ξέφυγε μια τόσο δυνατή «ψαγμενιά».
Ο λόγος είναι ότι αυτή η θεματική μάλλον προέκυψε τυχαία σε ένα σενάριο που δεν ξέρει που να βασιστεί. Στον έρωτα του ζευγαριού, στην καταδίωξή του πρωταγωνιστή, στην όλη περιπέτεια τους αφού χωρίζονται ή στην τελική αναμέτρηση καλού γκόμενου- κακού πατέρα; Στην πραγματικότητα το THE LAWLESS LAND δεν επικεντρώνεται πουθενά και μοιάζει τμηματικό και ασύνδετο, πηδώντας από το ένα θέμα στο άλλο χωρίς να καταφέρνει να ξεπερνάει τη μετριότητα παρά σε ελάχιστες στιγμές.
Αποτέλεσμα είναι ένα μονότονο, κουραστικό και γενικά αδιάφορο θέαμα που πότε- πότε έχει βοήθειες από τις αναγκαίες σκηνές σεξ και βίας και διάσπαρτα τοποθετημένη δράση και ατμόσφαιρα αλλά που ποτέ δεν φτάνει την κορύφωση που θα ήθελε ο σκηνοθέτης του WATCHERS.
Μοιραία, η ταινία αν και θα μπορούσε να ακολουθήσει τα χνάρια άλλων πιο επιτυχημένων post apocalyptic περιπετειών με παρόμοια θεματική δεν τα καταφέρνει σε καμία στιγμή να σταθεί στα πόδια της. Το όνομα του Roger Corman στην παραγωγή κανονικά θα έπρεπε να εμπνέει σιγουριά στους θαρραλέους post- apocalyptic οπαδούς που θελήσουν να ψάξουν την ταινία, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλλον προκαλεί υποψίες ότι ο μεγάλος ήρωας των b-movies την έθαψε οριστικά χρησιμοποιώντας 3 διαφορετικούς μοντέρ, 2 διευθυντές φωτογραφίας κλπ, μια τυπική πρακτική ιδίως στις πιο φτηνιάρικες προσπάθειές του.
Έτσι το THE LAWLESS LAND μοιάζει ακαθόριστα ελλιπές και ανολοκλήρωτο και αναπόφευκτα περνάει στο ντούκου, παραμένοντας απλά ένα όμορφο εξώφυλλο μιας δίκαια ξεχασμένης b-μουβιάς των 80s.