ALUCARDA (1977) (Μεξικό) Πρωτότυπος τίτλος: Alucarda, la Hija de las Tinieblas A.K.A.: Innocents From Hell, Mark of the Devil 3, Mark of the Devil Part 3: Innocents From Hell, Sisters of Satan
Μια νεαρή καλόγρια καταφθάνει σε απομακρυσμένο μοναστήρι μετά το θάνατο των γονιών της και γίνεται γρήγορα φίλη με την μυστηριώδη Alucarda που όμως κρύβει ένα σκοτεινό και σατανικό μυστικό.
Σχόλια:
Ο Juan Lopez Moctezuma δεν είναι ο τυπικός Μεξικανός b-μουβάς που έχουν συνηθίσει οι φίλοι του exploitation σινεμά από τη κεντροαμερικάνικη χώρα με τις γρήγορες φρικτά ντουμπλαρισμένες παραγωγές, τα σενάρια χωρίς λογική και τα σχετικά. Αυτό φαίνεται καθαρά από την πρώτη του κινηματογραφική προσπάθεια, το παράξενο και φιλόδοξο THE MANSION OF MADNESS που κυκλοφόρησε το 1973 και έχει γίνει αρκετά γνωστό στους cult κύκλους αφού η ταινία πέρασε στο μαγικό public domain και ανακαλύφθηκε ξανά από μεγαλύτερη μερίδα του κοινού, έστω και σε κόπια ποιότητας VHS.
Η γνωστότερή του δουλειά μέχρι το θάνατό του το 1995 βγήκε το 1977 και αναμφίβολα είναι αυτό το nunsploitation έπος με τον αινιγματικό τίτλο ALUCARDA το οποίο βρήκε την τιμητική του όταν κυκλοφόρησε σε remastered έκδοση από την αγαπημένη Mondo Macabro. Ελφρά βασισμένο πάνω στο κλασικό βιβλίο 'Carmilla'του Sheridan Le Fanu, πρόκειται για μια σουρεαλιστική ματιά στο δαιμονισμό και την επιρροή της θρησκείας στον τρόπο σκέψης των ανθρώπων δοσμένο από την οπτική γωνία της νεαρής Justine (Susana Kamini) που καταφθάνει σε απομακρυσμένη μονή μετά το θάνατο των γονιών της.
Εκεί θα συναντήσει την μυστηριώδη μαυροφορεμένη Alucarda (Tina Romero), η οποία όπως μαθαίνουμε στα εναρκτήρια πλάνα φυγαδεύτηκε από την ίδια τη μητέρα της στο μοναστήρι αμέσως μετά τη γέννησή της, ενώ τόσο η μητέρα όσο και ο πατέρας της πέθαναν υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, αφήνοντας να εννοηθεί ότι το μωρό είναι το παιδί του Σατανά από τον οποίο ήθελε να το προστατεύσει η μητέρα της.
Οι δυο κοπελιές γίνονται γρήγορα κολλητές, αλλά μια βόλτα στο δάσος γύρω από το μοναστήρι και η συνάντηση με έναν παράξενο τσιγγάνο θα κάνουν τις σκοτεινές δυνάμεις να κυριεύσουν την Alucarda. Αυτή «κολλάει» τον δαιμονισμό της στην Justine και οι δυο τους πλέον αρχίζουν να έχουν παράξενη, βλάσφημη και ενίοτε βίαιη συμπεριφορά απέναντι στα θεία και στην Mother Superior (Birgitta Segerskog) του μοναστηριού που καλεί τον Δρ. Ozek (Claudio Brook) ο οποίος είχε φέρει την Justine στο μοναστήρι.
Ο τελευταίος γίνεται μάρτυρας μιας κακόγουστης τελετής εξορκισμού που θεωρήθηκε απολύτως αναγκαία από τη διοίκηση του μοναστηριού μετά από περιστατικά δαιμονολατρίας, μαγείας και βαμπιρισμού από τις νεαρές κοπέλες. Η τελετή φαινομενικά προκαλεί το θάνατο της Justine, κάτι που το επιστημονικό μυαλό του καλού γιατρού δεν μπορεί να δεχτεί, αλλά σύντομα θα καταλάβει ότι ήταν αναγκαία καθώς τόσο η Alucarda όσο και η Justin έχουν γίνει πειθήνια όργανα του Σατανά και μόνο η μεταφυσική μπορεί να δώσει λύση στην κατάσταση απομακρύνοντας τα σατανικά δαιμόνια.
Στα 78 περίπου λεπτά διάρκειας, ο Juan Lopez Moctezuma χρησιμοποιεί τις ίδιες περίπου χαοτικές τεχνικές κινηματογράφησης που είδαμε και στο THE MANSION OF MADNESS και φτιάχνει μια βίαιη, αιματηρή και sleazy όσο δεν παίρνει ταινία με γρήγορο ρυθμό που παίζει με τις αισθήσεις του θεατή σε κάθε ευκαιρία. Η συσσώρευση εντυπωσιακών εικαστικά και θεματικά βέβηλων σκηνών είναι ασταμάτητη και κολλάει στο μυαλό, όπως και οι συνεχείς τελετές εξορκισμών, οργίων, δαιμονολατρίας και τα σχετικά που καταλαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος του χρόνου προβολής μετά την αρχική εισαγωγή.
Από το σημείο που αρχίζει η κορύφωση του ανίερου σόου του Moctezuma, ο θεατής δεν έχει χρόνο να πάρει ούτε ανάσα, πόσο μάλλον να αναλύσει τα φοβερά και τρομερά που διαδραματίζονται μπροστά στα μάτια του. Έχουμε full frontal γυμνό με το κιλό, όπως και σκηνές gore που υποστηρίζονται από άριστα για τα επίπεδα της παραγωγής ειδικά εφέ και κάμποσες σκηνές ανθολογίας, όπως για παράδειγμα τη σκηνή όπου η Justine ανασηκώνεται μέσα από ένα φέρετρο γεμάτο αίμα για να δαγκώσει με μανία τον λαιμό μιας από τις καλόγριες ή εκείνη του ομαδικού αυτομαστιγώματος.
Τεχνικά, η παραγωγή είναι σχεδόν αψεγάδιαστη για τα στάνταρντς που έχουμε συνηθίσει σε Μεξικάνικες ταινίες, με πανέμορφα καλλιτεχνικά πλάνα γεμάτα χρώμα που έρχονται συχνά- πυκνά σε αντίθεση με τα βλάσφημα σκηνικά που λαμβάνουν χώρο στο μοναστήρι. Τα οπτικά και ηχητικά εφέ είναι άριστα, όπως και τα κοστούμια αλλά και οι περισσότερες ερμηνείες που απέχουν πολύ από τον κανόνα των σχεδόν κωμικών και ξύλινων αντίστοιχων σε άλλες παραγωγές.
Καταλυτικός παράγοντας γι αυτό είναι η απόφαση της παραγωγής να χρησιμοποιήσει φυσικό ήχο και να μην ντουμπλάρει τους πρωταγωνιστές, κάτι που είναι απόλυτα εύστοχο και δίνει ακόμα περισσότερο ρεαλισμό στα δρώμενα. Αφέλειες και άλλα ατοπήματα υπάρχουν τόσο στο σενάριο όσο και στις ερμηνείες, αλλά δεν φτάνουν για να αμαυρώσουν μια καθ’ όλα επιτυχημένη προσπάθεια που είναι κατά τη γνώμη μου άξια θαυμασμού.
Ξεκάθαρη και φανερή επιρροή για το ALUCARDA είναι σίγουρα το κλασικό THE DEVILS, αλλά προσωπικά βρήκα την ταινία του Moctezuma πιο προσβάσιμη και διασκεδαστική από το υπερφορτωμένο κατά διαστήματα έπος του Ken Russel. Η ατμόσφαιρα είναι στην περισσότερη διάρκεια εντυπωσιακά ανατριχιαστική, δείχνοντας καθαρά την υποθάλπτουσα σατανική απειλή που πλανάται πάνω από το μοναστήρι και ενώ μετά από λίγο η υπόθεση γίνεται λίγο πιο δυσνόητη και sleazy, η ταινία κυλάει νεράκι για τους φίλους του παλιού καλού ιδιαίτερα τολμηρού και χωρίς φραγμούς σινεμά τρόμου.
Θα ήταν ουτοπία να περιμένει κανείς ταινίες σαν το ALUCARDA να βγαίνουν σήμερα στο σινεμά τρόμου, που έχει ξεχάσει για τα καλά την τόλμη και την ουσία που είχε στα 70s και έχει επικεντρωθεί σε εμπορικά στοιχεία που φανερώνουν τον νεοσυντηρητισμό των ημερών μας. Κάτι τέτοιο είναι κρίμα για τους fans και ιδίως αυτούς που διστάζουν να δουν παλιές ταινίες του είδους μιας και έχουν παρασυρθεί από τις τεχνικά άρτιες, καλοφτιαγμένες αλλά κενές περιεχομένου σημερινές ταινίες και δυσκολεύονται να προσαρμόσουν την αισθητική τους.
Όμως προσωπικά θεωρώ το ALUCARDA μια χρυσή σελίδα στο nunsploitation σινεμά των 70s και απολύτως αναγκαία παρακολούθηση για τους θαρραλέους fans της σκηνής, που λογικά δεν θα μείνουν παραπονεμένοι σε καμία στιγμή, αρκεί βέβαια να μην είναι ιδιαίτερα θρήσκοι καθώς αυτή τη φορά ο Juan Lopez Moctezuma δεν χαρίζει κάστανα και βάζει το μαχαίρι στο κόκαλο, όπως ακριβώς θα έπρεπε να κάνουν όλοι οι δημιουργοί της σκηνής.
Και οι δύο εκδόσεις είναι χωρίς περικοπές. Η Αμερικάνικη έχει ανώτερη ποιότητα σε εικόνα και ήχο, ενώ και οι δύο εκδόσεις έχουν ξεχωριστά και αποκλειστικά extras.