Μια τηλεοπτική παραγωγός που είναι η μοναδική επιζών πολύνεκρης αεροπορικής τραγωδίας νιώθει ότι καταδιώκεται από αγνώστους όταν αρχίζει σειρά μυστηριωδών φόνων των οποίων οι φερόμενοι ως δράστες αποδεικνύεται ότι έχουν πεθάνει πριν καιρό.
Σχόλια:
Remake της ταινίας THE SURVIVOR που γυρίστηκε 2 χρόνια πριν, με περίπου το ίδιο θέμα αλλά κάπως διαφορετική προσέγγιση από τον σκηνοθέτη του NIGHT OF THE COMET, Thom Eberhardt, σε μια από τις λίγες παραγωγές τρόμου της καριέρας του. Ενώ στην κλασική 80-ίλα που γύρισε ένα χρόνο αργότερα ο τρόμος είναι απλά συνοδευτικός στο όλο κλίμα χαβαλέ, εδώ είναι το κύριο στοιχείο μιας εμπνευσμένης και καλογυρισμένης ιστορίας φαντασμάτων που είναι η πρώτη δουλειά του σκηνοθέτη πίσω από τις κάμερες και ως τέτοια είναι μάλλον εξαιρετική.
H ηθοποιός διαφημιστικών σποτ Karla (Caren L. Larkey) έχει οράματα της Denise (Anita Skinner), παραγωγού του τελευταίου σποτ στο οποίο συμμετέχει, βλέποντας την να είναι η μοναδική επιζών πολύνεκρου αεροπορικού δυστυχήματος. Λίγες μέρες μετά το όραμα γίνεται πραγματικότητα, με την Denise να διασώζεται χωρίς γρατζουνιά κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες και την αναλαμβάνει ο νεαρός ψυχίατρος Brian (Kurt Johnson) για να επουλώσει τις ψυχολογικές πληγές που τυχόν της άφησε το ατύχημα. Όμως καθώς οι μέρες περνούν η Denise αρχίζει να νιώθει τύψεις για το ατύχημα και βλέπει άγνωστους σε αυτήν ανθρώπους να την ακολουθούν επίμονα, άγνωστους να εισβάλουν στο σπίτι της και γενικότερα να την τρομοκρατούν. Την ίδια στιγμή η Karla δυσκολεύεται να δουλέψει στα γυρίσματα του σποτ όσο η Denise είναι παρούσα και δείχνει να έχει φόβο προς το πρόσωπό της.
Μην ξέροντας τι συμβαίνει η Denise συνάπτει ρομαντική σχέση με τον ψυχίατρο της, αλλά τα παράξενα περιστατικά συνεχίζονται αδιάκοπα, μέχρι που μια σειρά μυστηριωδών θανάτων την κάνει να πιστεύει ότι είναι στόχος κάποιου stalker. Η αστυνομία αρχίζει να ασχολείται με την υπόθεση αλλά συναντάει συνεχόμενα αδιέξοδα καθώς οι φερόμενοι ως δράστες είχαν πεθάνει πολύ πριν εμφανιστούν στην Denise. Όμως η Karla, που έχει φήμη ότι είναι πραγματικό μέντιουμ, θεωρεί ότι η Denise δεν έπρεπε να είχε γλιτώσει από το ατύχημα και ότι όλα αυτά που της συμβαίνουν είναι ένα σκοτεινό παιχνίδι του φρικαλέου θεριστή για να την πάρει πίσω χρησιμοποιώντας τους πρόσφατα αποθανόντες σαν εργαλεία, κάτι που φυσικά δεν μπορεί να δεχτεί η Denise που αρχίζει να απελπίζεται.
Ενώ το THE SURVIVOR βασίστηκε στο βιβλίο του James Herbet, το SOLE SURVIVOR δεν το αναφέρει ως επιρροή παρόλο που η κινηματογραφική κοινότητα έχει καταχωρήσει την ταινία ως remake. Ο James Eberhardt παίρνει τα βασικά στοιχεία της πλοκής της πρώτης ταινίας, αποφεύγει όσο γίνεται να βασιστεί στο μυστήριο που ήταν το βασικό στοιχείο του THE SURVIVOR και δίνει τη θέση του στα στοιχεία αγωνίας, υποβόσκουσας απειλής και τρόμου. Το αποτέλεσμα είναι μια άκρως ατμοσφαιρική και ποιοτικότατη ταινία τρόμου, που αν είχε λίγο περισσότερη αιματηρή δράση δεν θα δίσταζα να την τοποθετήσω με κλειστά μάτια ανάμεσα στις κορυφαίες της περιόδου που γυρίστηκε.
Το όλο concept μπορεί να αντιμετωπιστεί σαν ένα σχόλιο του σκηνοθέτη σχετικά με την μονιμότητα του θανάτου και το πώς τελικά κανείς δεν τη γλιτώνει από τα χέρια του φρικαλέου θεριστή όσο και να προσπαθεί. Αυτό δίνει έναν σκοτεινό και απαισιόδοξο τόνο στο όλο θέαμα, το οποίο σε ορισμένες στιγμές καταφέρνει να αποκτήσει εφιαλτική και ανατριχιαστική ένταση, χωρίς να καταφεύγει σε φτηνές τρομάρες και εντυπωσιασμούς.
Η σκοτεινή ατμόσφαιρα σε συνδυασμό με την αποκαλυπτική μουσική δίνουν τον τόνο στο SOLE SURVIVOR που μέχρι ενός σημείου μπερδεύει τα δεδομένα τόσο όσο χρειάζεται για να μεταδώσει το συναίσθημα αβεβαιότητας και συγκαλυμμένου πανικού. Αυτό το διάστημα της ταινίας είναι και το πιο ενδιαφέρον κατά την προσωπική μου άποψη, με τον θεατή να καλείται να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα για το τι ακριβώς συμβαίνει.
Καθώς η ιστορία βαδίζει προς το φινάλε, το ύφος αλλάζει άρδην και η ταινία αρχίζει να κινείται σε μονοπάτια υπερφυσικού slasher, κάτι που μέχρι ενός σημείου βλάπτει την τρομερή ατμόσφαιρα μυστηρίου την οποία είχε καταφέρει με μαεστρία να φτιάξει ο σκηνοθέτης μέχρι τότε. Όμως ακόμα και σε αυτό το κομμάτι, το SOLE SURVIVOR μοιάζει να έχει αρκετή περισσότερη λογική από το THE SURVIVOR, ξεκαθαρίζοντας όσο γίνεται καλύτερα το τι ακριβώς συμβαίνει. Παράλληλα, το θέαμα φτάνει σημεία τρομερής έντασης υποστηριζόμενο από κάποιες ανατριχιαστικές σκηνές αλλά και τις προσεγμένες ερμηνείες των πρωταγωνιστών και ιδίως των Anita Skinner και Caren L. Larkey η οποία επίσης συμμετείχε ως παραγωγός.
Σαν μπόνους έχουμε και 1- 2 καλογυρισμένους αν και συντηρητικούς από πλευράς gore φόνους, ενώ υπάρχουν και 2 σκηνές αληθινά αναίτιου γυμνού στην τιμημένη παράδοση του σινεμά των 80s που ανεβάζουν τα πράγματα τις λίγες στιγμές που η δράση βρίσκεται σε ύφεση. Ερωτήματα σχετικά με τη βασική παραδοχή του σεναρίου υπάρχουν αρκετά, με κάποια από αυτά να μένουν αναπάντητα στο φινάλε, αλλά όχι στο σημείο του THE SURVIVOR που άφησε τεράστια ερωτηματικά στα περισσότερα θεματικά του μέτωπα.
Το SOLE SURVIVOR δικαιολογεί τα περισσότερα από αυτά, όσο παράλογα και να φαίνονται εκ πρώτης όψεως και είναι γενικά μια ολοκληρωμένη ταινία τρόμου που παραδίδει τα αγαθά στους φίλους του είδους και ιδίως αυτούς που προτιμούν το σεναριακό βάθος από το τυπικό θέαμα των δεκάδων slashers που έβγαιναν εκείνη την εποχή
Όλες οι εκδόσεις είναι χωρίς περικοπές και με αναμορφική widescreen μεταφορά. Η Αμερικάνικη είναι ανώτερη από άποψη πρόσθετων ενώ η Γερμανική περιέχει και μια συντομευμένη εκδοχή της ταινίας.