Σχόλια: Όσοι έχουν δει το ZOMBI 3 σε μια από τις διεθνείς DVD εκδόσεις του, πιθανότατα θυμούνται τη συνέντευξη του συμπαθέστατου σκουπιδάκια, σκηνοθέτη του TROLL και του μαγικού sequel του, Claudio Fragasso στα extras, όπου προσπαθούσε να δικαιολογήσει τις παρεμβάσεις του στο έργο του Lucio Fulci για τη συγκεκριμένη ταινία, λέγοντας ότι αναγκάστηκε γιατί το υλικό που άφησε ο μεγάλος Maestro μόλις και μετά βίας έφτανε τα 50 λεπτά. Οπότε επιστρατεύτηκε το...ταλέντο του ίδιου και του ακόμα πιο αγαπημένου αλλά σίγουρα όχι ιδιαίτερα ικανού σκηνοθέτη Bruno Mattei όπου γυρίσαν περαιτέρω σκηνές και μετά τις κόλλησαν στην ταινία για να προκύψει αυτό το κατασκεύασμα που όλοι αγαπήσαμε, εκτός φυσικά από τον Fulci!
Στη συνέντευξη, τόσο ο Mattei όσο και ο Fragasso δεν το σκέφτηκαν ούτε δευτερόλεπτο για να αποποιηθούν των ευθυνών τους και να δώσουν full credits για το ZOMBI 3 στον Fulci, λέγοντας ότι ήταν δική του ταινία παρόλες τις παρεμβάσεις τους. Ο Fragasso μάλιστα έφτασε και σε σημείο να τον κατηγορεί ότι «έσκισε πολλές σελίδες από το σενάριό μου, που ήταν αρκετά πιο ψαγμένο και πολύπλοκο απ’ ότι φαίνεται στην τελική μορφή της ταινίας, αλλά ο Fulci δεν το καταλάβαινε και προτίμησε να το ξεφορτωθεί».
Μοιραία, με το πέρασμα του χρόνου η αλήθεια συνήθως λάμπει και με το ZOMBIE 4: AFTER DEATH, ο Claudio Fragasso αποδεικνύει ότι μάλλον το ZOMBI 3 θα ήταν πολύ καλύτερο αν το είχε αφήσει έτσι ακριβώς όπως το είχε κάνει ο Fulci, στα 50 λεπτά.
Κι αυτό γιατί -εν ολίγοις- είναι πολύ κακό, ακόμα και για έναν φανατίλα των ταινιών με ζόμπι όσο και για τους λάτρες του πολύ κακού σινεμά. Χωρίς αρχή και τέλος, με τραγελαφικό σενάριο, ανύπαρκτες ερμηνείες από τον πορνοστάρ Jeff Stryker και τον σταρ σε z- movies δράσης Don Wilson (καμία σχέση με τον Don "The Dragon" Wilson), και ουσιαστικά χωρίς τα ζόμπι που θα περίμενε κανείς λόγω εποχής και χώρας στην οποία γυρίστηκε, το AFTER DEATH μάλλον είναι μια από τις χειρότερες Ιταλικές ζομποταινίες μπροστά στο οποίο το HELL OF THE LIVING DEAD και το ZOMBI 3 μοιάζουν διαχρονικά αριστουργήματα.
Περιέργως, η εισαγωγή προδιαθέτει άριστα τον αγνό οπαδό του κακού σινεμά καθώς από τους τίτλους έναρξης αυτής της γυρισμένης στις Φιλιππίνες παραγωγής, η φωνή ενός αφηγητή συνοδεύεται από το ομώνυμο τραγουδάκι που μοιάζει σαν να το επιλέξαν από αυτά που δεν χρησιμοποιήθηκαν στο ROCKY 4. Η «ηρωική» αυτή Αμερικάνικη ψευτοροκιά, κάτι σαν κακογραμμένο "Eye of the Tiger" αμέσως βάζει τον θεατή στο νόημα και κάνει τους λάτρεις των «τόσο κακών που είναι καλές» b-movies να τρίβουν τα χέρια τους από ανυπομονησία γι αυτά που πρόκειται να ακολουθήσουν.
Η εναρκτήρια σεκάνς δεν προδίδει τα στοιχεία των τίτλων έναρξης και διαδραματίζεται το 1945 σε σπηλιά, όπου ο τοπικός ιερέας βουντού απαγγέλλει μια επίκλιση υπό τον- ξεκαρδιστικό- χορό μιας ιέρειας βουντού. Ξαφνικά, ένα λαμπερό φως εισέρχεται στο στόμα της την ώρα που αυτή ουρλιάζει και εξαφανίζεται σε μια τρύπα στο έδαφος, λίγο πριν σκάσουν μύτη οπλισμένοι και οργισμένοι λευκοί και κατηγορήσουν τον ιερέα ότι έφερε τον τρόμο και το θάνατο στο νησί. Ο τελευταίος δεν συμμερίζεται την άποψή τους και μάλιστα τους κατηγορεί ευθέως για το φόνο της γυναίκας του, κάτι που εξοργίζει έναν από τους εισβολείς και παρόλες τις συστάσεις των υπολοίπων τον πυροβολεί. Αυτό θα σημάνει την επιστροφή της ιέρειας που είχε εξαφανιστεί, αυτή τη φορά μεταμορφωμένη σε ένα είδος δαίμονα με γουρλωμένα μάτια, μπουκωμένο στόμα με δόντια σε στιλ DEMONS και πρόβλημα να συγκρατήσει τα σάλια της! Στη συνέχεια προχωράει να ξεσκίσει τη φάτσα του ενός από τους λευκούς, που είναι ίσως και η πιο αξιομνημόνευτη σκηνή της ταινίας, με πειστικά gore εφέ από τον Franco Di Girolamo, που είχε αναλάβει και τα αντίστοιχα του ZOMBI 3.
Η…υπόθεση περιπλέκεται όταν εισάγονται στην πλοκή από το πουθενά ένα ζευγάρι και η κορούλα τους. Το ζευγάρι δέχεται επίθεση από τα ζόμπι που αρχίζουν με ορεκτικό τον πατέρα, την ώρα που η μητέρα όταν συνειδητοποιεί ότι αποτελεί το κυρίως πιάτο φωνάζει στην κορούλα να τρέξει όσο πιο μακριά μπορεί.
Η ιστορία μεταφέρεται 20 χρόνια στο μέλλον, όπου το μικρό κοριτσάκι γυρνάει απρόθυμα στο νησί σαν ώριμη γυναίκα παρέα με μια ομάδα τυχοδιωκτών όταν η βάρκα τους χαλάει και αναγκάζονται να κατευθυνθούν προς ζόμπι περιοχή. Δεν χρειάζεται να αναφέρω πώς κινούνται τα πράγματα από εδώ και πέρα, μιας και χωρίς ιδιαίτερο λόγο ο πρωταγωνιστής απαγγέλλει από το αρχικό βιβλίο των επικλίσεων και voila! Tα ζόμπι αρχίζουν τη δράση.
Δεν υπάρχει πλοκή από εδώ και πέρα, καθώς το μόνο που συμβαίνει είναι διάφορα ευρηματικότατα «ζόμπι» να πηδούν από τα δέντρα στα θύματά τους, να χρησιμοποιούν το σπαθί και άλλα όπλα με ανησυχητική άνεση, και που και που να ρίχνουν και καμιά δαγκωματιά στα θύματά τους. Λογική δεν υπάρχει καμία στα δρώμενα, οπότε το καλύτερο που έχει να κάνει κάποιος είναι να παραδοθεί στην αφοπλιστική και ξεκαρδιστική αφέλεια του υπόλοιπου θεάματος.
Τα- πάντα Φιλιππινέζικα- ζόμπι εμφανισιακά έρχονται σε πολλές παραλλαγές. Πότε με το στιλ Fulci αρχαίο look αποσύνθεσης, άλλοτε σε στιλ Ninja με παράξενα μαύρα ρούχα και πολύ γρήγορη κίνηση, μέχρι απευθείας κοπιάρισμα της εμφάνισης των δαιμόνων του DEMONS. Έχουμε και κάποια που μιλάνε, προφανώς εμπνευσμένα από RETURN OF THE LIVING DEAD, ενώ η εμμονή στην καταπάτηση όλων των «κανονισμών» των ταινιών ζόμπι που ξεκίνησε στο ZOMBI 3 συνεχίζεται κι εδώ, μιας και τα ζόμπι μπορούν να...πέσουν αναίσθητα μετά από ένα γερό χτύπημα του μπρατσαρά Jeff Stryker.
Σε γενικές γραμμές το AFTER DEATH, αν και διάσπαρτα ψυχαγωγικό, είναι από τις ταινίες που αρχίζουν να ξεθωριάζουν από τη μνήμη λίγο μετά το τέλος της προβολής. Το σύνολο της δράσης είναι τόσο αφελές και ανόητο που κάνει ακόμα και τις σχετικά λίγες αλλά πολύ αποτελεσματικές από πλευράς εκτέλεσης σκηνές gore να μοιάζουν όσο αστείες όσο και το υπόλοιπο. Εντύπωση πάντως προκαλεί η αρκετά καλή ομολογουμένως σκηνοθεσία του Fragasso, με δημιουργικά πλάνα και γρήγορο ρυθμό, ενώ συνολικά η παραγωγή αναδύει μια αίσθηση τεχνικής αρτιότητας, παρόλο το φανερά πολύ περιορισμένο budget της. Επίσης, υπάρχουν κάποια αμυδρά ατμοσφαιρικές στιγμές, ενώ το gore θα ικανοποιήσει τους φίλους του είδους, τουλάχιστον όσους καταφέρουν να αντέξουν τις κακοτοπιές.
Στο τέλος της προβολής έχουμε μια ελαφρά διασκεδαστική ταινία, με αρκετά καλά εφέ gore αλλά τίποτα άλλο πέρα από τις προαναφερόμενες ημίμετρες προσπάθειες ανεπιτήδευτου χιούμορ που βγάζουν αρκετό γέλιο, το ZOMBIE 4: AFTER DEATH σίγουρα δεν συγκαταλέγεται μέσα στις κλασικές Ιταλικές ζομποταινίες και προσωπική μου αίσθηση είναι ότι απευθύνεται μόνο σε εκείνους που θέλουν να δουν όλες τις σχετικές ταινίες από τη γειτονική χώρα. Ακόμα κι έτσι, είναι μάλλον πολύ καλύτερο- έστω και για τους λάθος λόγους- από την πέρα από κάθε λογική εξήγηση ανεπίσημη συνέχεια (ZOMBIE 5: KILLING BIRDS) αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι είναι πραγματικά καλό. |