Μια ομάδα τρομοκρατών ελευθερώνουν σε μια μικρή επαρχιακή πόλη έναν ιό που μετατρέπει τους ανθρώπους σε μανιακούς δολοφόνους και ένας δικηγόρος, ένας τυχοδιώκτης και ο τοπικός σερίφης προσπαθούν να τους σταματήσουν.
Σχόλια:
Ότι και να καταλογίσει κανείς στον Νίκο Μαστοράκη, σίγουρα πρέπει να παραδεχτεί ότι είναι από τους ελάχιστους Έλληνες δημιουργούς που κατάφεραν και ένιωσαν σε μεγάλο βαθμό την χρυσή εποχή του exploitation των 70s και της βιντεοκασέτας τη δεκαετία του 80, συμμετέχοντας σ’ αυτές με αρκετές exploitation παραγωγές προορισμένες για την Αμερικάνικη και διεθνή αγορά. Η υπό σχολιασμό NIGHTMARE AT NOON είναι χωρίς αμφιβολία μια από τις κορυφαίες του για τη δεκαετία του 80.
Γυρισμένη το 1986, η ταινία περιγράφει τις προσπάθειες μια ομάδας επιστημόνων υπό έναν λιγομίλητο Αλμπίνο (Brion James) να εισάγουν έναν κατασκευασμένο ιό που μεταμορφώνει τους ανθρώπους σε αδίστακτους δολοφόνους σε μια μικρή ορεινή πόλη. Ένας δικηγόρος (Wings Hauser), η σύζυγός του (Kimberly Beck) και ένας περιπλανώμενος τυχοδιώκτης (Bo Hopkins) τυχαίνει να βρίσκονται στην πόλη όταν η επιδημία ξεσπάει και μαζί με τον τοπικό σερίφη (George Kennedy) και την κόρη του προσπαθούν να γλιτώσουν από τον ιό αλλά και να ανακαλύψουν ποιος κρύβεται πίσω του και γιατί.
Έτσι οι πρωταγωνιστές παίρνουν τα όπλα και αρχίζουν να αντιμετωπίζουν σε κατάσταση τρέλας μολυσμένους κατοίκους, τάγματα εξολόθρευσης οπλισμένα με φλογοβόλα και βέβαια τον ιδιωτικό στρατό του κακού Αλμπίνου που θέλει να τους βγάλει από την εξίσωση και να συνεχίσει το απάνθρωπο πείραμά του.
Η ταινία ξεκινάει χωρίς χρονοτριβές παρουσιάζοντας τους κακούς της ιστορίας και το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί η δράση, αφήνοντας πολλά ερωτήματα αναπάντητα, όπως τους λόγους και τον απώτερο στόχο των πειραμάτων του Αλμπίνου και της συμμορίας του. Αυτό καλλιεργεί μια ατμόσφαιρα μυστηρίου, αλλά γρήγορα γίνεται αντιληπτό ότι ο Μαστοράκης δεν έχει κανένα σκοπό να απαντήσει τα ερωτήματα αυτά και απλώς τα χρησιμοποιεί σαν έναυσμα για να βάλει στο NIGHTMARE AT NOON τα στοιχεία που πρέπει.
Αυτά περιλαμβάνουν άφθονη- και μάλλον άμυαλη- δράση που από ένα σημείο και μετά είναι το κεντρικό ενδιαφέρον της ταινίας, gore και βία στην τιμημένη παράδοση του low budget σινεμά των 80s και αρκετές χιουμοριστικές ατάκες από τους πρωταγωνιστές, πολλές από τις οποίες «φωνάζουν» ότι προέρχονται από την πένα του Μαστοράκη που πάντα είχε παράδοση σε μπηχτές. Από τέτοιες η ταινία έχει αρκετό υλικό, όπως και αρκετά όμορφα πλάνα της ορεινής Γιούτα στην οποία έγιναν τα περισσότερα γυρίσματα.
Αυτό που λείπει είναι η λογική στα δρώμενα καθώς και οποιουδήποτε είδους εξήγηση για τον στόχο των πειραμάτων, θέματα τα οποία φαίνεται δεν απασχόλησαν σχεδόν καθόλου το σενάριο. Σε κάποια στιγμή μάλιστα, η δράση δείχνει ότι θα αποκτήσει και δραματικό τόνο με την μόλυνση της συζύγου του Wings Hauser, αλλά στο φινάλε την βλέπουμε να είναι μια χαρά χωρίς να ξέρουμε τι ακριβώς παίχτηκε και γλίτωσε την μόλυνση. Αρκετές αντίστοιχες ερωτήσεις παραμένουν αναπάντητες, αλλά στο τέλος της προβολής αυτό δεν εμποδίζει το NIGHTMARE AT NOON να ξεδιπλώσει τις αρετές του και να πετύχει σε μεγάλο βαθμό τους στόχους του, που δεν ήταν άλλοι από την ψυχαγωγία του κοινού της φτηνής sci fi δράσης και βέβαια τις υγιείς εισπράξεις στο box office.
Πράγματι, αν κανείς προσπεράσει τις σεναριακές τρύπες είναι πολύ δύσκολο να μην διασκεδάσει αφάνταστα με τα δρώμενα του NIGHTMARE AT NOON, που παρουσιάζονται με γρήγορο ρυθμό και νεύρο και δεν αφήνουν τον θεατή να βαρεθεί σε κανένα σημείο. Η επιλογή των πρωταγωνιστών είναι επίσης 100% εύστοχη, με όλους τους πολύπειρους στο low budget σινεμά ηθοποιούς να παραδίδουν ερμηνείες αντάξιες των ονομάτων τους.
Μοναδική μου ένσταση, ο ρόλος του Αλμπίνου, ο οποίος δεν ανοίγει το στόμα του σε καμία στιγμή κατά τη διάρκεια της ταινίας, πράγμα που υποβαθμίζει τον γεννημένο για ρόλους κακών Brion James. Ο Wings Hauser ήταν- σύμφωνα με τον Μαστοράκη- μαστουρωμένος συνεχώς κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται καθόλου στην ερμηνεία του, ενώ οι George Kennedy και Bo Hopkins είναι εντελώς by the book, όπως στη συντριπτική πλειοψηφία των ταινιών τους.
Κάποιες προσπάθειες για υπέρ- θεαματικές σκηνές δράσης μένουν ημιτελείς όπως μια καλογυρισμένη αλλά όχι ιδιαίτερα εντυπωσιακή αερομαχία με ελικόπτερα- μινιατούρες, ενώ το πιστολίδι και οι εκρήξεις δίνουν και παίρνουν, όπως και οι στρατηγικά τοποθετημένες σκηνές gore και αναφορές στο σινεμά τρόμου, με μπόλικο πράσινο αίμα να ρέει. Η ηλεκτρονική μουσική των έμπειρων Stanley Myers και Hans Zimmer «φωνάζει» 80s και είναι απόλυτα ταιριαστή με το όλο θέαμα, ενώ υπάρχουν και κάμποσοι κομπάρσοι με άξια αναφοράς κουρέματα της εποχής που δίνουν ακόμα περισσότερη προστιθέμενη αξία- τουλάχιστον για εκείνους που προσέχουν κάτι τέτοια.
Η παραγωγή είναι κατά κάποιο τρόπο remake του παρόμοιου θεματικά NIGHT SHADOWS του διαβόητου παραγωγού Edward L. Montoro που κυκλοφόρησε λίγα χρόνια πριν και στην οποία επίσης έπαιζε το πρωταγωνιστικό δίδυμο Wings Hauser- Bo Hopkins. Όμως το NIGHTMARE AT NOON δεν στηρίζεται στην ατμόσφαιρα και το μυστήριο όπως η ταινία του John 'Bud' Cardos και έτσι καταφέρνει να μην κάνει κοιλιές και να κυλάει «νεράκι».
Τι κι αν το σενάριο αφήνει αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα; Τι κι αν οι διάλογοι σε ορισμένες στιγμές είναι εντελώς αταίριαστοι και παιδικοί; Τι κι αν η δράση γίνεται αφελής και χωρίς καμία λογική σε πολλά σημεία της προβολής; Η καρδιά της ταινίας βρίσκεται στη σωστή θέση, όπως κι αυτή του ίδιου του Νίκου Μαστοράκη, ενός ανθρώπου που γνώριζε και ακόμα γνωρίζει τις ιδιαιτερότητες του exploitation σινεμά όσο ελάχιστοι Έλληνες.
DVD Notes:
Η ταινία έχει κυκλοφορήσει στη χώρα μας από την Audio Visual και μάλιστα η έκδοση έχει αναμορφική widescreen μεταφορά, πολλές επιλογές ήχου και κάτι ψιλοextras.
Η έκδοση της Simitar έχει 4:3 fullscreen μεταφορά. Οι υπόλοιπες έχουν αναμορφική μεταφορά αλλά σχεδόν τίποτα από extras. Η Ελληνική έκδοση είναι μάλλον η καλύτερη προς το παρόν.