Ó÷üëéá: Post apocalyptic τρÝλα με την υπογραφÞ Roger Corman που μαρκεταρßστηκε ως sequel του κλασικοý DEATH RACE 2000, παρüλο που η μüνη σχÝση με την ταινßα του Paul Bartel εßναι η παρουσßα του David Carradine. Το DEATHSPORT εßναι μια ταινßα που κÜλλιστα θα μποροýσε να εßχε γυριστεß στα 80s απü τους Ιταλοýς μετρ του εßδους, οπüτε υπü μια Ýννοια εßναι πρωτοποριακÞ αφοý εμφανßζει για πρþτη ßσως φορÜ σε ταινßες του εßδους την αξιαγÜπητη παλαβομÜρα και ψυχεδÝλεια που συναντÜμε σε πολλÝς αντßστοιχες παραγωγÝς απü την γειτονικÞ χþρα. Η εντελþς προβλÝψιμη υπüθεση διαδραμματßζεται μετÜ το ολοκαýτωμα σε μια Γη χωρισμÝνη σε πüλεις- κρÜτη και που ανÜμεσα τους κυριαρχοýν ορδÝς μεταλλαγμÝνων με κανιβαλιστικÝς τÜσεις και ακολουθεß τις περιπÝτειες του Kaz Oshay (David Carradine).
Αυτüς εßναι Ýνας μοναχικüς πολεμιστÞς ο οποßος με τα πολλÜ αιχμαλωτßζεται απü τον σατανικü Zirpola (David McLean) και τον διαταραγμÝνο Ýμπιστü του Ankar Moor (Richard Lynch) οι οποßοι τον αναγκÜζουν να πÜρει μÝρος στο βÜρβαρο Deathsport. ¸παθλο η ßδια του η ζωÞ, καθþς στο συγκεκριμÝνο Üθλημα στüχος εßναι να επιβιþσει στην αρÝνα την þρα που οι αντßπαλοß του πÜνω σε θανατηφüρες μοτοσικλÝτες Ýχουν το πÜνω χÝρι. ΚατÜ τη διÜρκεια της αιχμαλωσßας του ο Kaz γνωρßζει τον Ýρωτα στο πρüσωπο της Deneer (Claudia Jennings) και μαζß δραπετεýουν με τον πωρωμÝνο Ankar Moor και τους ακüλουθοýς του, üσο και διÜφορες ομÜδες μεταλλαγμÝνων να τους καταδιþκουν. ¼πως μαντεýει κανεßς, το σεναριακü ενδιαφÝρον του DEATHSPORT εßναι στην καλýτερη περßπτωση οριακü, αλλÜ η προστιθÝμενη αξßα Ýρχεται απü πολλÝς και διÜφορες λεπτομÝρειες που κÜνουν την ταινßα να ξεχωρßζει και σε πολλÝς περιπτþσεις την ανεβÜζουν ψηλüτερα απ’ üτι της αξßζει. Μßα απü αυτÝς εßναι μια συνεχÞς ψυχεδελικÞ και πολýχρωμη χßππικη διÜθεση η οποßα εßναι διÜχυτη στην παραγωγÞ. Τüσο η φýση των χαρακτÞρων αλλÜ και η γενικüτερη ατμüσφαιρα δßνουν μια ξεκÜθαρη πÜσα προς αυτÞ την κατεýθυνση, η οποßα γßνεται ακüμα περισσüτερο αντιληπτÞ üταν συνοδεýεται απü την πανταχοý παροýσα «ηρωικÞ» μουσικÞ. ¸να Üλλο τεχνασματÜκι που δεν μπορþ να εßναι σßγουρος αν προÝκυψε επßτηδες Þ τυχαßα εßναι οι ψευτοποιητικοß διÜλογοι που βγÜζουν πολý γÝλιο, με αποκορýφωμα τους πολλοýς αφιονισμÝνους μονüλογους του Richard Lynch, ο οποßος κερδßζει με Üνεση τον κατÜ πολý διασημüτερο συμπρωταγωνιστÞ του μüνο και μüνο για την σοβαρüτητα με την οποßα αντιμετωπßζει τον ρüλο του. ¼σοι γνωρßζουν τον Αμερικανü ηθοποιü απü παρüμοιους ρüλους κακþν θα υποπτεýονται üτι ο Lynch εßναι απολαυστικüς üσο βρßσκεται στο πλÜνο, με συνεχεßς μονολüγους που κανεßς πρÝπει να ακοýσει για να πιστÝψει, και üπως πÜντα παραδßδει μια 100% επαγγελματικÞ και κοντρολαρισμÝνη ερμηνεßα που ταιριÜζει απüλυτα με το üλο θÝαμα. Αντßθετα, ο πρωταγωνιστÞς David Carradine προσωπικÜ μου φÜνηκε να μπερδεýεται αν θα Ýπρεπε να βÜλει λßγο απü Kung Fu στην ερμηνεßα του, που μοιÜζει βιαστικÞ, πρüχειρη και σε καμßα περßπτωση δεν δικαιολογεß το üνομÜ του. Ο Αμερικανüς θρυλικüς σταρ του KILL BILL μοιÜζει να κÜνει αγγαρεßα, ενþ η απüφαση του σεναρßου να τον Ýχει τον περισσüτερο χρüνο της προβολÞς γυμνü απü τη μÝση και πÜνω εßναι επßσης συζητÞσιμη. ΠÜντως στις σκηνÝς δρÜσης ο Carradine εßναι ως συνÞθως αξιüπιστος και γενικÜ θα ικανοποιÞσει τους fans του, αν και δεν πλησιÜζει καν τα επßπεδα που Ýφτασε λßγα χρüνια πριν στο DEATH RACE 2000, στο οποßο σßγουρα δεν Þταν για ¼σκαρ, αλλÜ τουλÜχιστον Ýδειχνε φρεσκÜδα, κÝφι και διÜθεση, κÜτι που στο DEATHSPORT δυστυχþς δεν συμβαßνει. Μια εξÞγηση για αυτü μπορεß να εßναι üτι, σýμφωνα με μαρτυρßες του σκηνοθÝτη Allan Arkush, ο Carrradine συνÞθως Þταν λιþμα απü χüρτο κατÜ τη διÜρκεια των γυρισμÜτων, üπως και η Jennings η οποßα εκεßνη την εποχÞ Þταν γνωστü üτι Þταν εθισμÝνη στην κοκαÀνη. Για την ιστορßα, η Üτυχη Αμερικανßδα ηθοποιüς Ýχασε τη ζωÞ της σε τροχαßο λßγο μετÜ την κυκλοφορßα του DEATHSPORT. Απü εκεß και πÝρα οι υπüλοιποι εßναι μÝσα στο κλßμα της ταινßας με ξýλινες και σε πολλÝς περιπτþσεις τραγελαφικÝς ερμηνεßες, με την üμορφη αλλÜ Üχρωμη και Üοσμη Claudia Jennings να δßνει την απαραßτητη θηλυκÞ φινÝτσα, üταν δεν υπÜρχουν τυχαßα πλÜνα αναßτιου γυμνοý απü τις υπüλοιπες θηλυκÝς παρουσßες. Ο David McLean ξεχωρßζει στο ρüλο του παρÜφρονα και ανωμαλιÜρη ηγεμüνα, τüσο για τις ατÜκες üσο και τις γκριμÜτσες που χρησιμοποιεß σε κÜθε ευκαιρßα, αλλÜ και για τα πÝρα απü κÜθε λογικÞ εξÞγηση ερωτικÜ μαρτýρια στα οποßα υποβÜλλει τις διÜφορες ερωμÝνες του, που κÜποιος πρÝπει να δει για να εκτιμÞσει πραγματικÜ την τρÝλα τους. Τα ασýλληπτα ηχητικÜ εφÝ που ακοýγονται απü την αρχÞ μÝχρι το τÝλος της ταινßας επßσης αξßζουν αναφορÜς, αλλÜ πÜντως απü Ýνα σημεßο και μετÜ κουρÜζουν. Το ßδιο μπορεß να πει κανεßς για τις σκηνÝς δρÜσης που ναι μεν εßναι γενικÜ Üρτιες τεχνικÜ, αλλÜ συνÞθως στεροýνται λογικÞς. Χαρακτηριστικü παρÜδειγμα εßναι μια σκηνÞ üπου ο Carradine καταδιþκεται απü τους κακοýς πÜνω σε μοτοσικλÝτες (τις λεγüμενες «ΜηχανÝς ΘανÜτου») και ξαφνικÜ üλοι βρßσκονται σε μια πßστα αγþνων üπου χωρßς καμßα εξÞγηση τα πρÜγματα γýρω τους αρχßζουν να εκρÞγνυνται. Οι εκρÞξεις αυτÝς εßναι εντυπωσιακÝς και καλοφτιαγμÝνες, αλλÜ θεματικÜ δεν κολλÜνε πουθενÜ. Οπüτε εκτüς απü αναßτιο γυμνü Ýχουμε και αναßτιες εκρÞξεις, αλλÜ και αναßτιο ρομÜντζο με σπÝσιαλ ξýλινες ερμηνεßες απü Carradine και Jennings! Συνεχßζοντας τη λßστα παλαβþν καινοτομιþν, Ýχουμε κρυστÜλινα σπαθιÜ που χρησιμοποιοýν οι Þρωες σαν üπλα τα οποßα εßναι μεν καλüγουστα και ντηζαúνÜτα αλλÜ δεν μοιÜζουν ιδιαßτερα επικßνδυνα, οι ακτßνες laser εξαûλþνουν τα θýματÜ τους στην τιμημÝνη παρÜδοση των phasers του STAR TREK και με αντßστοιχα ηχητικÜ εφÝ, ενþ η μονομαχßα των δýο πρωταγωνιστþν που μοιÜζει σαν να ξεχÜστηκε απü το σενÜριο και Ýρχεται την ýστατη- κυριολεκτικÜ- στιγμÞ εßναι επßσης αξιοσημεßωτη και προσπαθεß να μιμηθεß αντßστοιχες απü κλασικÜ spaghetti westerns αλλÜ με περισσüτερη αφÝλεια. ¼λα εßναι δοσμÝνα με Ýναν εξεζητημÝνο τρüπο κινηματογρÜφησης απü τους δýο σκηνοθÝτες, οι οποßοι προσπαθοýσαν να βγÜλουν τις καλλιτεχνικÝς ευαισθησßες τους σε μια ταινßα που στοχεýει στην Üμυαλη ψυχαγωγßα των φßλων της post- apocalyptic δρÜσης, οπüτε μοιραßα το εγχεßρημα Ýχει ελÜχιστη επιτυχßα. Αυτü γßνεται περισσüτερο αντιληπτü απü την απüλυση του αρχικοý σκηνοθÝτη Nicholas Niciphor που αντικαταστÜθηκε απü τον Allan Arkush στη μÝση των γυρισμÜτων. ¸τσι οι σκηνÝς του καθενüς διαφÝρουν αρκετÜ σε ýφος, ρυθμü και ποιüτητα απü του Üλλου, δßνοντας μια αßσθηση Godfrey Ho – Filmark, αν και üχι σε τÝτοια επßπεδα... τελειüτητας üπως στις θρυλικÝς πλÝον φτηνιÜρικες Χονγκ ΚονγκÝζικες z-movies του Godfrey Ho. ΦυσιολογικÜ, το πονηρü σχÝδιο Corman και της παρÝας του να προωθÞσουν την ταινßα ως sequel του DEATH RACE 2000 Ýπεσε στο κενü, καθþς οι εισπρÜξεις Þταν πενιχρÝς, κÜτι που τους σταμÜτησε να γυρßσουν και τρßτο sequel, το οποßο Þταν προγραμματισμÝνο. Ο αντικαταστÜτης σκηνοθÝτης Allan Arkush ακüμα θεωρεß το DEATHSPORT ως μια απü τις χειρüτερες στιγμÝς της καριÝρας του, αλλÜ προσωπικÜ δεν γßνεται να συμφωνÞσω με κÜτι τÝτοιο. Σßγουρα δεν πρüκειται για αριστοýργημα και μÜλλον εßναι μια ταινßα τüσο κακÞ που ενßοτε γßνεται καλÞ, αλλÜ ακüμα και Ýτσι πρüκειται για μια Üκρως διασκεδαστικÞ περιπÝτεια που Ýχει ρυθμü, δρÜση, γνωστοýς πρωταγωνιστÝς και μπüλικο συναßσθημα και συστÞνεται στους φßλους της φτηνÞς post apocalyptic δρÜσης με κλειστÜ μÜτια και χωρßς καμßα τýψη.
|