Ένας αντικοινωνικός βιαστής και ο διανοητικά καθυστερημένος φίλος του προσκαλούνται σε πάρτι από μια παρέα ευκατάστατων νεαρών. Στην αρχή ταπεινώνονται από τους νεαρούς, αλλά μετά αποφασίζουν με τη βοήθεια ενός ξυραφιού να πάρουν την εκδίκησή τους από τους αλαζόνες πλούσιους.
Αυτή τη φορά η δράση μεταφέρεται από τις Ζούγκλες του Αμαζονίου στο αστικό σκηνικό της Νέας Υόρκης, όπου οι δύο πρωταγωνιστές (David Hess και John Morghen) που ανήκουν στην εργατική τάξη, προσκαλούνται σε ένα άνισο πάρτι από νέους της αστικής τάξης.
Ο Deodato επέλεξε τον Hess επηρεασμένος, φαντάζομαι, από την απόλυτα επιτυχημένη ερμηνεία του στα LAST HOUSE ON THE LEFT και HITCH HIKE όπου υποδυόταν σχεδόν τον ίδιο ρόλο. Αν νομίζατε ότι ο David Hess ήταν δυσάρεστος στο LAST HOUSE ON THE LEFT, περιμένετε να δείτε πώς είναι εδώ! Νωρίς, πριν ακόμα τους τίτλους αρχής βλέπουμε τον Hess να βιάζει και να στραγγαλίζει μια γυναίκα οδηγό (στην πραγματικότητα η γυναίκα του) αφού προηγουμένως την απώθησε βίαια από τον δρόμο με το αυτοκίνητό του.
Στο HOUSE ON THE EDGE OF THE PARK ο Hess προκαλείται πρώτα από τα κακομαθημένα πλουσιόπαιδα με το να εξευτελίζουν τον λίγο ‘αργό’ φίλο του Ricky, και με το να παίζουν την «τώρα σε θέλω, τώρα όχι» ρουτίνα στον ίδιο, σε μία ομολογουμένως αρκετά αισθησιακή σκηνή στο ντους του σπιτιού. Ο Hess γρήγορα χάνει τον έλεγχο, βγάζει έξω το ξυράφι του, και αρχίζει να επιδίδεται σε ένα όργιο εξαναγκασμών, βιασμών, βασανιστηρίων και ταπείνωσης που καλύπτουν όλη τη διάρκεια της ταινίας μέχρι το αιματηρό φινάλε της.
Ο Hess είναι απόλυτα πειστικός και χορταστικός για άλλη μια φορά στον ρόλο του μανιακού με το ξυράφι, όπως και ο Morghen (CANNIBAL FEROX) στον πρώτο κινηματογραφικό ρόλο της καριέρας του, όπως είναι γενικά όλες οι ερμηνείες στο HOUSE ON THE EDGE OF THE PARK.
Το σενάριο είναι σφιχτοδεμένο, και παρ’ όλο που το χαμηλό budget της ταινίας ψιλοφαίνεται, κυρίως από τα συνεχόμενα εσωτερικά πλάνα στο σπίτι, ο Deodato καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον του θεατή αμείωτο, συγκεντρώνοντας τη δράση στις παρακμιακές τελετουργίες υπό το φόβο του ξυραφιού των Hess και Morghen.
Μην έχετε αυταπάτες. Το “HOUSE ON THE EDGE OF THE PARK” είναι άβολο, σκοτεινό, μερικές στιγμές πολύ δύσκολο να το αντέξει κανείς λόγω της ατμόσφαιρας παρακμής, αλλά και τις καλές ερμηνείες που τονίζουν ακόμα περισσότερο την «ακάθαρτη» αίσθηση που πηγάζει από τα δρώμενα.
Δεν υπάρχουν ήρωες στο HOUSE ON THE EDGE OF THE PARK, όπως και στο LAST HOUSE ON THE LEFT, δεν υπάρχουν καλοί και κακοί. Ακόμα και μετά το ντελίριο βιασμών και γενικότερης κακομεταχείρισης των πλουσιόπαιδων, ο θεατής διστάζει να ταυτιστεί μαζί τους, κυρίως γιατί στην τελική ανάλυση αυτοί τα προκάλεσαν όλα με την αλαζονεία τους.
Φαίνεται ότι ο Deodato και οι παραγωγοί το κατάλαβαν αυτό, οπότε επέλεξαν για τέλος μια εντελώς αχρείαστη, κατά τη γνώμη μου, αλλαγή της πλοκής ώστε τουλάχιστον κάπως ο θεατής να ξεχωρίσει τους καλούς από τους κακούς. Αυτό είναι για μένα και το μεγάλο μειονέκτημα της ταινίας, ότι εκεί που η βία κλιμακώνεται επικίνδυνα και δεν φαίνεται στον ορίζοντα καλό τέλος, το σενάριο γυρίζει σε συμβατική περιοχή με το να ξεκαθαρίζει και να επιβάλει στο κοινό την άποψη ότι ο Hess είναι το μοναδικό τέρας της υπόθεσης και όλοι οι άλλοι είναι καημένα παιδιά που αυτός έφερε σε αυτό το σημείο. Έχει μια λογική αυτή η προσέγγιση, αλλά από την άλλη θάβει όλο το προηγούμενο νοσηρά επιβλητικό κλίμα της ταινίας με το συμβατικότατο τέλος.
Όπως και να έχει όμως, το HOUSE ON THE EDGE OF THE PARK σίγουρα δικαιολογεί την διαβόητη φήμη του, και ακόμα και με τα σημερινά στάνταρντς είναι σίγουρα μια άβολη και δυσκολοχώνευτη κινηματογραφική εμπειρία, που έχει να προσφέρει πολλές σόκιν σκηνές στο κοινό. Είναι μια μαύρη σελίδα στην ιστορία της πάλης των τάξεων, αλλά και ένα δυνατό χαστούκι στο πρόσωπο της κινηματογραφικής βιομηχανίας από τον Deodato που μέχρι τότε ήξερε να προκαλεί ναι να σοκάρει.
Κατά τη γνώμη μου, το “HOUSE ON THE EDGE OF THE PARK” είναι η τελευταία ουσιαστική δουλειά του Deodato, ο οποίος ταλαιπωρήθηκε τόσο πολύ από τη λογοκρισία της εποχής (η uncut έκδοση του HOUSE ON THE EDGE OF THE PARK είναι μέχρι σήμερα απαγορευμένη στο Ηνωμένο Βασίλειο και σε άλλες χώρες) όπου κατά κάποιο τρόπο παραδόθηκε στο σύστημα, γυρνώντας στις επόμενες ταινίες του σε πιο ευκολοχώνευτες (και πολύ κοινότοπες) θεματολογίες που σίγουρα «έθαψαν» μια καριέρα που μετά τα CANNIBAL HOLOCAUST και HOUSE ON THE EDGE OF THE PARK θα μπορούσε να είναι πολύ πιο ουσιαστική και ιστορικά σημαντική.
Συστήνεται, με προσοχή για τους περισσότερους, αλλά με κλειστά μάτια για τους φίλους του καλού Ιταλικού exploitation και sleaze.
Μείνετε μακριά από την Αγγλική έκδοση της Vipco, η οποία είναι κομμένη κατά περίπου 12 (!!!!) λεπτά. Η Αμερικάνικη έκδοση της Media Blasters/ Shriek Show είναι αυτή που πρέπει να αναζητήσετε. Είναι χωρίς περικοπές, αναμορφική και Widescreen και περιλαμβάνει συνεντεύξεις με τους Ruggero Deodato, David Hess και της συζύγου του, και John Morghen. Επίσης, περιέχει το trailer της ταινίας και άλλα 4 bonus trailers της Media Blasters/ Shriek Show.