BATTLETRUCK (1982) (Ν. Ζηλανδία) Πρωτότυπος τίτλος: Warlords of the 21st Century Ελληνικός τίτλος: Battletruck: Η Μηχανή που Σκοτώνει, Η Μηχανή της Βίας
Σε ένα μετά- αποκαλυπτικό μέλλον όπου το πετρέλαιο έχει εξαντληθεί ένας μοτοσικλετιστής προστατεύει μια τοπική κοινωνία από τη μανία ενός πολέμαρχου, του στρατού του και του φονικού τεθωρακισμένου φορτηγού τους.
Σχόλια:
Καθ’ όλα τίμια post apocalyptic περιπέτεια δράσης στην οποία είχε την επιρροή του και ο Roger Corman παρόλο που το όνομά του δεν υπάρχει στα credits. Πρόκειται για μια απλή και no-bullshit ταινία δράσης γυρισμένη στη Ν. Ζηλανδία από τον σκηνοθέτη του DREAM DEMON, Harley Cokeliss. Η υπόθεση αρκετά γνώριμη και διαδραματίζεται «μετά τον πόλεμο του πετρελαίου» που έχει αφήσει τον πλανήτη στεγνό από καύσιμα. Οι επιζώντες προσπαθούν να οργανωθούν σε ομάδες, αλλά ο τρόμος της περιοχής είναι ο αδίστακτος Straker και το τεθωρακισμένο φορτηγό του που μεταφέρει τον ίδιο και τον στρατό του στα διάφορα ταξίδια τους προς αναζήτηση καυσίμων και πρώτων υλών, πάντα σε βάρος των διαφόρων κοινοτήτων επιζώντων που τυχαίνουν στο δρόμο του.
Μια μέρα μια αιχμάλωτος του Straker ονόματι Corlie (Annie McEnroe) το σκάει και αυτός μαζί με το στρατό του αρχίζουν να την καταδιώκουν, μέχρι που συναντάει τον ηρωικό Hunter (Michael Beck) ο οποίος βάζει σαν στόχο να την προστατεύσει και ζητάει άσυλο σε μια γειτονική φιλήσυχη κοινότητα. Όμως ο Straker και το φορτηγό του τους παίρνουν χαμπάρι και ετοιμάζονται για μετωπική επίθεση την ώρα που η μοναδική ελπίδα των καλών είναι ο Hunter, οι πολεμικές του ικανότητες και η μοτοσικλέτα του. Όμως ο τελευταίος δεν υπολογίζει στην προδοσία από ορισμένα μέλη της κοινότητας, που δεν βλέπουν με καλό μάτι τον ερχομό της Corlie καθώς πιστεύουν ότι θα οδηγήσει τον Straker και το στρατό του στα άκρα.
Χωρίς να πρόκειται για κάποια χρυσή σελίδα στον post apocalyptic χάρτη της εποχής, το BATTLETRUCK είναι μια γενικά επιτυχημένη και ιδιαίτερα ψυχαγωγική ταινία που έχει κάποια στοιχεία που την ξεχωρίζουν από αντίστοιχες παραγωγές. Πρώτο και καλύτερο είναι τα επιβλητικά φωτογραφημένα βραχώδη τοπία της Νέας Ζηλανδίας που δίνουν το απαραίτητο post apocalyptic look και ορίζουν άριστα την ατμόσφαιρα της όλης παραγωγής. Όπως και το SALUTE OF THE JUGGER που γυρίστηκε στην Αυστραλία, έτσι κι εδώ ο σκηνοθέτης παίρνει τα μέγιστα από αυτό το δώρο της φύσης που του παρουσιάστηκε ανεβάζοντας επίπεδα μια κατά τ’ άλλα τυπική ταινία δράσης της εποχής.
Τα εντυπωσιακά αυτά πλάνα μαζί με την παράξενη αλλά απόλυτα ταιριαστή μουσική φτιάχνουν το καλύτερο δυνατό σκηνικό που χρειαζόταν για να δώσει πνοή στην δράση, η οποία φυσιολογικά καταλαμβάνει τον περισσότερο χρόνο της προβολής. Και μιλάμε για πολλές και καλοφτιαγμένες σκηνές δράσης που περιλαμβάνουν ατελείωτα κυνηγητά, πιστολίδι, εκρήξεις αλλά και τις αναγκαίες μάχες σώμα με σώμα των διάφορων χαρακτήρων. Ο χαμηλός προϋπολογισμός σε ορισμένες στιγμές δεν επιτρέπει στους συντελεστές να ολοκληρώσουν το όραμά τους, αλλά γενικά δεν εμποδίζει την αποτελεσματικότητα των σκηνών δράσης.
Η βασική μου διαφωνία είναι για τις αδικαιολόγητα ξύλινες ερμηνείες του πρωταγωνιστικού ζευγαριού. Ειδικά η πιο γνωστή Annie McEnroe ώρες- ώρες είναι εκνευριστικά υπερβολική στην προσπάθεια να δώσει μια πιο δραματική διάσταση στον χαρακτήρα της, ενώ ο Michael Beck μοιάζει ολίγον τι εκτός κλίματος παίρνοντας πολύ στα σοβαρά τον ρόλο του απ’ όσο ίσως έπρεπε. Πάντως ακόμα κι έτσι οι χαρακτήρες τους έχουν ένα οριακό ενδιαφέρον, αλλά μην γελιόμαστε. Δε νομίζω ότι κανείς θα επιλέξει να δει ποτέ τη συγκεκριμένη ταινιούλα για την ανάλυση χαρακτήρων της.
Από εκεί και πέρα στα θετικά έχουμε την ερμηνεία του James Wainwright στο ρόλο του κακού Straker που κερδίζει στα σημεία τους περισσότερους από τους υπόλοιπους και μια αρκετά καλή εμφάνιση του γνωστού από την τηλεοπτική σειρά CHEERS, John Ratzenberger, ενώ οι σκηνές δράσης είναι γενικά καλοφτιαγμένες και κατά διαστήματα εντυπωσιακές, με αποκορύφωμα την τελική σεκάνς καταστροφής του φορτηγού του τίτλου. Σαν γαρνιτούρα έρχονται αρκετές σκηνές gore και βίας που μερικές φορές μοιάζουν αταίριαστες στο γενικά ανάλαφρο πνεύμα της παραγωγής, αλλά που ταιριάζουν απόλυτα στο μετά- αποκαλυπτικό τοπίο της Γης στην χρονική περίοδο που εξελίσσεται η ιστορία.
Μια απλή αλλά καλογυρισμένη και αποτελεσματική προσπάθεια που έχει προσωπικότητα και λογικά θα ψυχαγωγήσει αρκετά τους fans των post apocalyptic περιπετειών από Ιταλία. Εξάλλου, έχει την σφραγίδα του Roger Corman που πάντως πέρα από κάποιες μικροαλλαγές στο σενάριο έχει πολύ περιορισμένη συνεισφορά στην ταινία του Cokeliss ο οποίος πιστώνεται τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά της.