Σχόλια: Το FEAST OF FLESH επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά τον χρυσό άγραφο νόμο που διέπει τις ταινίες από τη λατινική Αμερική. Ότι στην χειρότερη των περιπτώσεων κανείς πρέπει να περιμένει θέαμα τύπου «ένοχης απόλαυσης» όταν βάζει το DVD στη συσκευή αναπαραγωγής του. Η γενικά άγνωστη αυτή παραγωγή από την Αργεντινή, η πρώτη από μια σειρά ταινιών τρόμου από τον σκηνοθέτη που μας χάρισε τα THE CURIOUS DR. HUMPP και BLOOD OF THE VIRGINS, δίνει τα διαπιστευτήρια της από τα πρώτα ψυχεδελικά λεπτά της προβολής. Τρόμου είπα; Ανακριβές, παρά τον τίτλο που στοχεύει ξεκάθαρα στην καρδιά των απανταχού horror fans. Πρόκειται για την ιστορία ενός μασκοφόρου που παραφυλάει σε ένα παραθαλάσσιο θέρετρο, ποτίζει τα κατά κανόνα θηλυκά θύματα του με ηρωίνη μετατρέποντας τις σε άβουλα όντα και χρησιμοποιώντας ένα παράξενο μουσικό κομμάτι εκκλησιαστικού οργάνου τις προσελκύει κοντά του με στόχο την ικανοποίηση των σεξουαλικών του ορέξεων. Όταν το σώμα μιας από τις γυναίκες που απήγαγε ανακαλύπτεται νεκρό από υπερβολική δόση ηρωίνης, η τοπική αστυνομία αρχίζει την έρευνα για να εντοπίσει τον φονιά που φαίνεται να δρα κοντά σε ένα από τα πολλά θερινά καταλύματα της περιοχής. Επί της ουσίας πρόκειται για μια ταινία που κάπως ξεφεύγει από την αξιαγάπητη τρέλα του THE CURIOUS DR. HUMPP και κινείται περισσότερο στα πρότυπα των ψυχεδελικών exploitation προσπαθειών της εποχής, όπως το μεταγενέστερο AWAKENING OF THE BEAST του Βραζιλιάνου Jose Mojica Marins. Η λογική της είναι αυτή του τυπικού θρίλερ μυστηρίου εμπλουτισμένο όμως με όλα τα exploitation στοιχεία που ο Vieyra συνήθισε το κοινό του τα επόμενα χρόνια. Ψυχεδελική ατμόσφαιρα, άπειρες συζητήσεις και αναφορές γύρω από τα ναρκωτικά, διάσπαρτο αναίτιο γυμνό και φυσικά πολύ χίπικη μουσική της εποχής συνήθως συνοδευόμενη από αισθησιακούς χορούς καλλίγραμμων θηλυκών παρουσιών. Το 1965 που γυρίστηκε η ταινία, τα ναρκωτικά και η σύνδεση του με την ψυχεδελική μουσική ήταν ένα θέμα που αγαπήθηκε ιδιαιτέρως από το low budget exploitation σινεμά της εποχής και το “FEAST OF FLESH” χτυπάει ακριβώς σε αυτό το σημείο, επιβεβαιώνοντας τον κρυφό φόβο των γονιών της εποχής, που ήταν να μην μπλέξουν τα παιδιά τους με κακές παρέες και οδηγηθούν στα ναρκωτικά. Η ταινία θα μπορούσε λανθασμένα να εκληφθεί σαν ένα ηθογράφημα σχετικά με τους κινδύνους αυτούς για τη νεολαία, αλλά το σίγουρο είναι ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν στο μυαλό του Emilio Vieyra. Απλό και τίμιο exploitation ήταν ξεκάθαρα ο στόχος του Αργεντίνου δημιουργού, στόχος ο οποίος και επετεύχθη. Χωρίς αμφιβολία, η ταινία πάσχει από αρκετά προβλήματα, με το πιο σημαντικό να είναι ο αργός κατά διαστήματα ρυθμός. Επίσης το σενάριο αφιερώνει υπερβολικό χρόνο στην αστυνομική έρευνα της υπόθεσης, η οποία είναι προβλέψιμα ρουτίνας και χωρίς ουσιαστικό δραματικό ενδιαφέρον. Όμως ο Vieyra φροντίζει να καλύψει όσο μπορεί αυτά τα προβλήματα φτιάχνοντας μια εντυπωσιακή ατμόσφαιρα που είναι πανταχού παρούσα από την αρχή ως το τέλος όσο και το σχεδόν σουρεαλιστικό ψυχεδελικό κλίμα, με την εκπληκτική κατά διαστήματα ασπρόμαυρη φωτογραφία να προσφέρει τα μέγιστα πολύ προς αυτή την κατεύθυνση. Η μουσική έχει τεράστιο ενδιαφέρον, τόσο το επαναλαμβανόμενο οργανικό μουσικό κομμάτι όσο και όλα τα υπόλοιπα που ακούγονται, και είναι από μόνη της λόγος για να αναζητήσει κανείς την ταινία. Από εκεί και πέρα έχουμε συνεχόμενα πλάνα γυναικών που χορεύουν φορώντας καυτά μπικίνι, ανεπιτήδευτα κωμικούς διαλόγους και ερμηνείες από όλους τους πρωταγωνιστές και την ρουτινιάρικη εξέλιξη του μυστηρίου για το ποιος είναι ο δολοφόνος. Ο τρόπος κινηματογράφησης είναι τόσο ψυχεδελικός όσο χρειάζεται για να δέσει με το όλο κλίμα, ενώ οι σκηνές όπου ο μασκοφόρος φονιάς εκμεταλλεύεται τα ποτισμένα με ηρωίνη θύματά του είναι τουλάχιστον ενδιαφέρουσες, για να μην πω ανθολογίας. Ανθολογίας είναι επίσης και μια από τις πολλές σκηνές ανάκρισης, όπου ο γιατρός της αστυνομίας χρησιμοποιεί… LSD για να κάνει ένα από τα θύματα να θυμηθεί καλύτερα τα γεγονότα της απαγωγής της! Κακά τα ψέματα, οι φίλοι του συγκεκριμένου site μάλλον ξέρουν τι να περιμένουν βάζοντας το FEAST OF FLESH στο DVD player τους. Αρκετή αμηχανία, σεναριακές τρύπες, προϋπολογισμός πείνας και «τόσο κακές που είναι καλές» σκηνές είναι στην ημερήσια διάταξη. Όμως υπάρχει αρκετό μεράκι και φανερή διάθεση από τους συντελεστές να φτιάξουν κάτι καλό, ενώ εκείνη η αξιαγάπητη αίσθηση καλοπροαίρετης αφέλειας είναι πανταχού παρούσα και σε αρκετές στιγμές υπερκαλύπτει τις ατέλειες.
Κλείνοντας αξίζει να παραθέσω την κορυφαία ατάκα της ταινίας, σαν ένα ακόμα θέλγητρο για τους exploitation fans. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, ο υπεύθυνος επιθεωρητής ανακρίνει ένα από τα θύματα, βάζοντας της να ακούσει το τραγούδι- παγίδα του φονιά. Όταν αυτή απαντάει καταφατικά στην ερώτηση αν αυτό ήταν το τραγούδι που άκουσε, ο επιθεωρητής γυρίζει προς το μυστακοφόρο συνάδελφό του και με ένα εκνευρισμένο αν όχι ελαφρά σοκαρισμένο βλέμμα ξεστομίζει- σε ελεύθερη μετάφραση: «Είναι φανερό ότι έχουμε να κάνουμε με ένα άρρωστο άτομο το οποίο έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο»! Συμφωνώ και επαυξάνω! |