Ένας νέος προσλαμβάνεται από ένα μαφιόζο για να εκτελέσει έναν λογιστή, αλλά όταν το αφεντικό επιλέγει να τον βασανίσει αντί να πληρώσει την συμφωνημένη αμοιβή αποφασίζει να τον εκδικηθεί.
Σχόλια:
Έχω δηλώσει πολλές φορές ότι είμαι αμετανόητος fan των Stuart Gordon, Brian Yuzna και γενικά όλων όσων είχαν να κάνουν με το μπαμ που προκλήθηκε στην σκηνή τρόμου στα μέσα της δεκαετίας του 80 με τα RE-ANIMATOR, FROM BEYOND κλπ. Έτσι, η θετική προδιάθεση μου ήταν δεδομένη όταν είδα πριν κάποια χρόνια στα ράφια του video club της γειτονιάς αυτή την όχι τόσο γνωστή ταινία. Το όνομα του Stuart Gordon ήταν κρυμμένο στο εξώφυλλο της εγχώριας κυκλοφορίας της Audio Visual, πιθανότατα γιατί οι ιθύνοντες δεν γνώριζαν ούτε περί "RE- ANIMATOR" αλλά ούτε περί σεναρίου του HONEY, I SHRUNK THE KIDS, πιθανότατα τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία που είχε το όνομα του Αμερικανού σκηνοθέτη, αλλά λίγο ψαξιματάκι στο πίσω μέρος του DVD σταμάτησε όλες μου τις αμφιβολίες για το αν θα νοίκιαζα ή όχι την ταινία.
Φυσιολογικά, το εξώφυλλο και ο πρωτότυπος τίτλος με έκαναν σίγουρο ότι πρόκειται για άλλη μια ταινία τρόμου από τον Gordon, όμως τελικά το KING OF THE ANTS αποδείχθηκε ένα όχο τόσο τυπικό θρίλερ εκδίκησης, που είχε ελάχιστη σχέση με το προγενέστερο έργο του Stuart Gordon. Σίγουρα πρόκειται για επιτηδευμένη κίνησή του, ο οποίος 2 χρόνια πριν είχε κάνει το πολύ καλό κατά τη γνώμη μου DAGON, ο οποίος μάλλον ήθελε να στρώσει το δρόμο για τις μεταγενέστερες δουλειές του (EDMOND και STUCK) και να ξεφύγει λιγάκι από την κατηγοριοποίηση του ως δημιουργός τρόμου. Στοιχεία τρόμου σίγουρα υπάρχουν στο KING OF THE ANTS, αλλά σίγουρα δεν είναι το κύριο ενδιαφέρον σε μια γενικά άνιση ταινία.
Το σενάριο είναι γραμμένο από τον Charlie Higson και είναι βασισμένο στο βιβλίο του ίδιου και έχει να κάνει με τον νεαρό Sean Crawley (Chris McKenna), έναν συνηθισμένο φτωχό νέο που προσπαθεί με κάθε τρόπο να βγάλει το μεροκάματο. Δουλεύοντας σαν μπογιατζής σε ένα σπίτι γνωρίζει τον εργοδηγό Duke που ενσαρκώνει ο πασίγνωστος από την πολύχρονη θητεία του στην τηλεοπτική σειρά CHEERS George Wendt, ο οποίος τον συστήνει στο αφεντικό του Ray Mathews (Daniel Baldwin). Ο τελευταίος ψήνει το μικρό να παρακολουθήσει τις κινήσεις ενός λογιστή ονόματι Gatley, αλλά σύντομα του προτείνει αμοιβή για να τον σκοτώσει. Ο Sean στην αρχή κολλάει, αλλά η αμοιβή των 13.000 δολαρίων μοιάζει αρκετή για να τον πείσει να κάνει τη δουλειά.
Ο Sean τελικά εκτελεί την αποστολή και παράλληλα γνωρίζει από απόσταση τη γυναίκα του λογιστή (Kari Wuhrer), κάτι που τον κάνει να έχει τύψεις για το φόνο. Όμως η οικονομική του δυνατότητα του σταματάει τέτοιου είδους σκέψεις, μέχρι το σημείο που οι εργοδότες του αποφασίζουν να μην τον πληρώσουν και τον απειλούν να εξαφανιστεί από την πόλη.
Ο μικρός Sean όμως είχε προλάβει να κλέψει τον φάκελο του λογιστή που αποδείκνυε ότι ο Mathews ήταν διεφθαρμένος και είχε αδιάσειστα στοιχεία εναντίον του που ήταν έτοιμος να αποκαλύψει. Φυσιολογικά, ο τραμπούκος Mathews και η παρέα του θέλουν το φάκελο, οπότε απαγάγουν τον Sean, τον κλείνουν σε μια καλύβα στη μέση του πουθενά και αρχίζουν να τον βασανίζουν απάνθρωπα μέχρι να αποκαλύψει που βρίσκεται ο φάκελος. Ο μικρός με τα πολλά το σκάει και αρχίζει να οργανώνει την δική του «λυσσαλέα εκδίκηση».
Σε γενικές γραμμές ο ρυθμός της ταινίας είναι αρκετά γρήγορος και χωρίς νεκρά σημεία, αλλά το σενάριο και οι χαρακτήρες έχουν πολλά προβλήματα τα οποία τελικά δεν αφήνουν τον Gordon να κάνει μια πραγματικά καλή ταινία. Πρώτα απ’ όλα έχουμε έναν πρωταγωνιστή που χωρίς τύψεις και λογική μεταμορφώνεται από ένα καλό φτωχόπαιδο σε στυγνό φονιά, κάτι που θεματικά μοιάζει να είναι το κύριο ενδιαφέρον του σεναρίου. Όμως έτσι έχουμε έναν γενικά αχώνευτο πρωταγωνιστή που σε γενικές γραμμές αξίζει αυτά που παθαίνει στα χέρια των ακόμα περισσότερο αχώνευτων κακών και που η εκδίκηση του μοιάζει πολυτέλεια, μιας και ο ίδιος δεν φάνηκε να είχε ιδιαίτερο πρόβλημα με την εν ψυχρώ δολοφονία του λογιστή, τον οποίο ούτε καν γνώριζε. Προσωπικά δεν κατάφερα να τον συμπαθήσω ή να συμπάσχω μαζί του ούτε ακόμα και στις σαδιστικά βίαιες σκηνές του βασανισμού του.
Πάντως το όποιο στοιχείο τρόμου είναι αρκετά έντονο σε εκείνο το σημείο, με πολλά πλάνα παραισθήσεων μερικά από τα οποία φτάνουν στο όριο του εμετικού με ειδικά εφέ που παραπέμπουν στον εφιαλτικό σουρεαλισμό του Screaming Mad George και ταινιών όπως τα FAUST: LOVE OF THE DAMNED και SOCIETY χωρίς όμως το παραμικρό στοιχείο χιούμορ, έστω και συγκαλυμμένου που πάντα χαρακτηρίζει την δουλειά του Ιάπωνα καλλιτέχνη ειδικών εφέ. Αυτή η παντελής έλλειψη χιούμορ είναι ένα δεύτερο βασικό στοιχείο που δεν λειτουργεί προς όφελος της ταινίας που τελικά μοιάζει κατάμαυρη και- όπως θα έλεγε ένας αγαπημένος μου συγγενής- σκατόψυχη.
Από εκεί και πέρα έχουμε καλές ερμηνείες από αναγνωρίσιμα ονόματα, με τον στρουμπουλό George Wendt να κλέβει σε γενικές γραμμές την παράσταση, περισσότερο ίσως γιατί οι περισσότεροι από εμάς τον έχουμε συνδέσει με τον ρόλο του καλούλη θαμώνα του CHEERS. Ο Wendt εδώ είναι πραγματικά κακός, όπως όλοι γενικά οι πρωταγωνιστές με μοναδική ίσως εξαίρεση την Kari Wuhrer που μοιάζει σαν μια όαση μέσα στην έρημο κακίας και σαδισμού, αλλά που ο ρόλος της είναι γενικά αδιάφορος και μοιάζει να μπήκε σφήνα στο σενάριο για να ελαφρύνει κάπως το βαρύ και ασήκωτο θέαμα.
Από αίμα έχουμε πολύ πράμα, με συνεχή σαδιστική βία και ορισμένα πολύ καλά και ρεαλιστικά ειδικά gore εφέ, αλλά που θα ταίριαζαν πολύ περισσότερο σε μια ταινία τρόμου παρά σε θρίλερ, που στην τελική ανάλυση μάλλον τέτοιο είναι το KING OF THE ANTS. Η μετατροπή του πρωταγωνιστή από φιλήσυχο νεαρό σε στυγνό φονιά- τιμωρό είναι το κύριο ενδιαφέρον του σεναρίου, αλλά ακόμα κι αυτή δεν εξετάζεται όσο ίσως θα έπρεπε από τον Gordon και την ταινία. Πάντως ο αρχικός φόνος του λογιστή από τον πρωταγωνιστή σίγουρα παγώνει το αίμα και δύσκολα ξεχνιέται, όπως και οι περισσότερες σκηνές βίας που είναι δοσμένες με μια ωμότητα που προσωπικά δεν έχω ξαναδεί σε ταινία του Stuart Gordon
Πάντως παρ’ όλα τα μειονεκτήματα του, το KING OF THE ANTS είναι σίγουρα μια ενδιαφέρουσα προσπάθεια του Gordon που λογικά θα αρέσει στους fans του σκηνοθέτη και των ταινιών εκδίκησης, αλλά σίγουρα θα μπορούσε να είναι πολύ καλύτερη αν είχαν αποφευχθεί οι σεναριακές κακοτοπιές. Δεν απευθύνεται στο ευρύ κοινό και είμαι βέβαιος ότι θα σοκάρει αρκετούς ανυποψίαστους θεατές με την ωμότητα και τον ανελέητο ρεαλισμό της, αλλά στο τέλος της ημέρας μιλάμε για μια αρκετά φιλόδοξη προσπάθεια που έμεινε ημιτελής.
DVD Notes:
Η ταινία κυκλοφορεί στη χώρα μας από την Audio Visual.