Σχόλια: Για τη σημαντικότητα της Cannon Films και των Menahem Golan και Yoram Globus στο Αμερικάνικο εμπορικό σινεμά των 80s νομίζω δεν χρειάζεται να πω πολλά πράγματα, αφού η αγαπημένη εταιρία έχει εδώ και πολλά χρόνια την δική της ξεχωριστή θέση στις καρδιές των περισσότερων fans των b-movies. Βλέποντας κανείς αυτή την ιδιότυπη ματιά στις post apocalyptic περιπέτειες που λέγεται AMERICA 3000 δεν μπορεί παρά να υποκλιθεί στο όραμα των συντελεστών, που με ελάχιστα ως συνήθως μέσα καταφέρνουν να φτιάξουν μια πρωτότυπη και 100% άξια προσθήκη στον κατάλογο παραγωγών της Cannon των μέσων της δεκαετίας του 80. Η ιστορία εκτυλίσσεται στις ΗΠΑ, 900 χρόνια μετά τον 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο που ισοπέδωσε τον πλανήτη με τη χρήση πυρηνικών. Η ανθρωπότητα που επέζησε έχει μετακυλίσσει σε ένα σχεδόν προϊστορικό στάδιο, όπου κουμάντο κάνουν αμαζόνες πολεμίστριες, ενώ τα αρσενικά είναι κατά κανόνα διανοητικά καθυστερημένοι τρωγλοδύτες που χρησιμοποιούνται σαν σκλάβοι και στην καλύτερη περίπτωση σαν πάροχοι σπέρματος, όταν δεν διασκεδάζουν τις γυναίκες με μονομαχίες μέχρι θανάτου ή σαν στόχοι ρίψης μαχαιριών. Τα αρσενικά ζουν σαν ζώα, με ελάχιστους να μπορούν να εξασκήσουν το λόγο και με τους περισσότερους να μην αντιλαμβάνονται την ίδια την ύπαρξη τους, αλλά οι πιο έξυπνοι περιμένουν τον ερχομό του μυθικού "Preseedent" που θα τους οδηγήσει στο «Νέο Αύριο». Ο Korvis (Chuck Wagner) είναι ένας από τα εξυπνότερα αρσενικά, ο οποίος μορφώθηκε διαβάζοντας κάθε είδους έντυπο υλικό που βρήκε στα χαλάσματα και ο πρώτος που αναγνωρίζει ότι είναι «άνδρας», χωρίς όμως να ξέρει τι ακριβώς συνεπάγεται αυτό. Μαζί με τον αχώριστο φίλο του ιδρύουν μια νέα κάστα εξυπνότερων αρσενικών που δεν φοβούνται να κοιτάξουν τις γυναίκες στα μάτια. Η περιπλάνησή του τον φέρνει στο θαμμένο στο έδαφος καταφύγιο του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ, στο οποίο βρίσκει όπλα, χειροβομβίδες και ένα οπτικό αρχείο που του δείχνει τι είχε συμβεί πριν 900 χρόνια. Πιο σοφός πλέον, ο Korvis σκηνοθετεί τον ερχομό του μυθικού "Preseedent" με απώτερο στόχο την εύρεση διπλωματικής λύσης με τις γυναίκες και συγκεκριμένα την νέα ηγέτιδα της τοπικής φυλής, Vena (Laurene Landon). Σίγουρα η υπόθεση ξεφεύγει αρκετά από το μέσο όρο post apocalyptic ταινιών της εποχής και αυτό πιστώνεται το ιδιαίτερα εμπνευσμένο σενάριο του σκηνοθέτη David Engelbach, που προσπαθεί με αρκετή επιτυχία να δημιουργήσει τις βάσεις μιας βάρβαρης εποχής κατά την οποία το ανθρώπινο γένος αγνοεί τον διαχρονικό ρόλο της ύπαρξης του στον πλανήτη και η γνώση του οποιουδήποτε περιορίζεται στο κατακερματισμένο περιεχόμενο των εκάστοτε σουβενίρ που βρίσκονται στα χαλάσματα των πρώην ΗΠΑ. Σαν μαύρη κληρονομιά του 3ου Παγκόσμιου Πολέμου, άνδρες και γυναίκες συνεχίζουν να μάχονται χωρίς στόχο και κατεύθυνση ικανοποιώντας παρά μόνο το βασικό ζωώδες ένστικτο της επιβίωσης. Όμως, η ακαθόριστη αίσθηση ότι αυτός ο τρόπος ζωής δεν είναι ο σωστός βρίσκεται διάχυτη τόσο στον σκεπτόμενο Korvis όσο και στην μετριοπαθή Vena. Αυτή η προβληματική είναι που δίνει την προστιθέμενη αξία στο AMERICA 3000, κάνοντάς το να απέχει έτη φωτός από το έπος exploitation και b- δράσης που θα περίμενε κανείς πριν την προβολή. Αυτό δεν σημαίνει ότι στοιχεία exploitation δεν υπάρχουν, κάθε άλλο! Έχουμε καλλίγραμμες πολεμίστριες, καλογυρισμένες σκηνές βίαιων μαχών, αρκετά politically incorrect σκηνικά βίας προς το αδύνατο φύλο και μπόλικη ροκ μουσική των 80s να δίνει έναν ανάλαφρο τόνο. Τα στάνταρντς της παραγωγής είναι σχεδόν άριστα, δεδομένου ότι ο προϋπολογισμός δεν ξεπέρασε τα 2 εκατομμύρια δολάρια, και είναι άλλη μια απόδειξη ότι η Cannon, σαν μεταγενέστερη AIP, μπορούσε να κάνει θαύματα ανεξαρτήτως προϋπολογισμού. Πέρα από αυτά, το AMERICA 3000 υπάρχει αποκλειστικά σε ένα δικό του ξεχωριστό σύμπαν, με το οποίο ο θεατής οφείλει να εξοικειωθεί κατά τη διάρκεια της προβολής αν θέλει να εκτιμήσει πραγματικά το όραμα των δημιουργών. Το λεξιλόγιο γυναικών και ανδρών είναι ειδικό, προερχόμενο από την μη ολοκληρωμένη γνώση που απέκτησαν από τα εκάστοτε έντυπα από την περασμένη εποχή. Φανταστείτε πώς θα μπορούσε να μιλάει κάποιος που έμαθε ανάγνωση διαβάζοντας το εγχειρίδιο λειτουργίας μιας οικιακής συσκευής; Είναι δύσκολο να εξηγήσω τις γλωσσικές ιδιομορφίες που χρησιμοποιούνται, αλλά πραγματικά θα ήθελα πολύ να βρώ την Ελληνική βιντεοκασσέτα για να δω πώς κατάφερε να μεταφράσει ο υπεύθυνος υποτίτλων τους διαλόγους! Το θέμα του διαλόγου είναι μάλλον και ένα από τα αρνητικά της ταινίας. Ο θεατής χρειάζεται αρκετό χρόνο για να «πιάσει» ακριβώς αυτά που λένε οι πρωταγωνιστές, αλλά με το που το πετύχει, τίποτα δεν μπορεί να χαλάσει την απόλαυση του AMERICA 3000. Γεμάτη συνεχόμενους συμβολισμούς που παραπέμπουν στην αντί- κομμουνιστική εποχή Ρήγκαν στις ΗΠΑ, το βάθος της ταινίας είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι φαίνεται αρχικά υποστηριζόμενο από στρατηγικά τοποθετημένο πανέξυπνο και ψαγμένο χιούμορ. Ο συμβολισμός αυτός δεν βαραίνει τα δρώμενα, αλλά αντίθετα δίνει μια πικάντικη αίσθηση που φτάνει στο απόγειό της προς το φινάλε και βοηθάει τα μέγιστα ώστε ο θεατής να μπει στα παπούτσια των ηρώων και να ταυτιστεί με αυτούς, όσο δύσκολο κι αν φαίνεται αρχικά κάτι τέτοιο. Στο ίδιο ύφος, όλοι οι πρωταγωνιστές μοιάζουν εξ’ ολοκλήρου δοσμένοι στους ρόλους τους, με τον όχι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο εμφανισιακά Chuck Wagner να αποδεικνυεται η ιδανική επιλογή για το ρόλο του αβέβαιου βάρβαρου που σιγά- σιγά αρχίζει να εξευγενίζεται αντιλαμβανόμενος την θέση του σε μια κοινωνία όπου άνδρες και γυναίκες ζουν αρμονικά. Η Laurene Landon είναι υπέρ- σεξι και ουσιαστικά επαναλαμβάνει τμήματα του ρόλου της ως Hundra στην ομώνυμη ταινία που την έκανε σταρ στους b-κύκλους λίγα χρόνια πριν, αν και η φύση του χαρακτήρα της όπως και όλων των γυναικών είναι η μαλλον η αντίθετη από το HUNDRA, αφού εδώ παρουσιάζονται πιο πολύ ως «κακές». Οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους επίσης υποστηρίζουν την ταινία άριστα, ο καθένας με τον τρόπο του. Πέρα από την σχετική δυσκολία στο να παρακολουθήσει κανείς τους διαλόγους, τα αρνητικά είναι ελάχιστα και περιορίζονται σε λίγες στιγμές ακινησίας, ενώ αμφιλεγόμενη είναι και η ύπαρξη ενός γιγαντόσωμου τριχωτού μεταλλαγμένου που τοποθετήθηκε από το σενάριο σαν comic relief. Σίγουρα ο συγκεκριμένος χαρακτήρας έχει την πλακίτσα του και λαμβάνει περίοπτη θέση στην αφίσα της ταινίας, αλλά προσωπική μου άποψη είναι ότι το χιούμορ του AMERICA 3000 είναι πολύ πιο βαθύ από αυτό και δεν χρειαζόταν το κλισαρισμένο 80s στυλ του συγκεκριμένου χαρακτήρα που θα μπορούσε να είχε αξιοποιηθεί πολύ περισσότερο με κάποιο άλλο τρόπο. Αξίζει επίσης να αναφέρω τουλάχιστον δύο σκηνές ανθολογίας, με την μία να είναι σίγουρα η εμφάνιση του ντυμένου με στολή αμιάντου πρωταγωνιστή στο ρόλο του "Preseedent" υπό τη συνοδεία της επικής εισαγωγής του 1812 του Τσαϊκόφσκυ μπροστά στα μάτια των έκπληκτων γυναικών, και βέβαια η πρώτη τρυφερή συνάντησή του με την Laurene Landon. Το φινάλε, αν και δεν αποφεύγει κάποιες ευκαιριακές παγίδες, είναι αισιόδοξο και ταιριάζει γάντι σε μια ταινία που σίγουρα δεν είναι για όλους, αλλά όσοι πάνε με τα νερά της θα την αναγνωρίσουν ως μια από τις μεγαλύτερες στιγμές της αγαπημένης Cannon Films. |