Η εξαφάνιση ενός συνεργείου κινηματογράφησης στη ζούγκλα του Αμαζονίου προτρέπει μια νέα αποστολή με ηγέτη τον καθηγητή ανθρωπολογίας Harold Monroe να ξεκινήσει για να τους ανακαλύψει. Φτάνοντας εκεί η αποστολή ανακαλύπτει τα απομεινάρια του συνεργείου, μαζί με ένα φιλμ με υλικό από την περιπέτειά τους.
Σχόλια:
Στην μακρόχρονη ιστορία του σινεμά τρόμου, πολλές ταινίες κατάφεραν να κερδίσουν διαβόητη φήμη, αλλά λίγες τη δικαιολόγησαν με το πέρασμα του χρόνου. Το CANNIBAL HOLOCAUST σίγουρα δικαιολογεί τη φήμη του, και ακόμα και σήμερα 25 χρόνια μετά την κυκλοφορία του προκαλεί και σοκάρει όσο ελάχιστες ταινίες παγκοσμίως.
To πρώτο ταξίδι του Ruggero Deodato σε περιοχή κανίβαλων ήταν το JUNGLE HOLOCAUST του 1977, που έδειχνε τις προσπάθειες ενός δυτικού να ξεφύγει από τους σαρκοφάγους Ιθαγενείς, μετά την αιχμαλωσία του. Πολλοί κατηγόρησαν το JUNGLE HOLOCAUST ως «ρατσιστικό», επειδή έδειχνε υποανάπτυκτους ανθρώπους στα βάθη του Αμαζονίου και τους παρουσίαζε ως «κακούς» λόγω των κανιβαλιστικών ορέξεών τους. Φαίνεται ότι ο Deodato πήρε τοις μετρητοίς αυτές τις κριτικές, και στο CANNIBAL HOLOCAUST φρόντισε να αντιστρέψει τα πράγματα. Θα μου πείτε, το CANNIBAL HOLOCAUST πάλι τελειώνει με τους ιθαγενείς να ξεκοιλιάζουν και να τρώνε τους λευκούς εξερευνητές. Σωστό, αλλά αυτή τη φορά ο Deodato δίνει στα δυτικά καθάρματα αυτό που πραγματικά τους αξίζει!
Τι να πρωτοπεί κανείς για το CANNIBAL HOLOCAUST; Είναι exploitation; Είναι σινεμά μόνο για να σοκάρει; Είναι ντοκιμαντέρ; Είναι κοινωνική κριτική στην ανερχόμενη την εποχή της mondo σχολής κινηματογράφου; Η απάντηση είναι ότι είναι λίγο απ’ όλα, δοσμένα με τέτοιο εκπληκτικό τρόπο από τον πολυτάλαντο Deodato που ο θεατής δε μπορεί παρά να παρακολουθεί με ανοιχτό το στόμα από την αρχή ως το τέλος.
Το CANNIBAL HOLOCAUST ξεκινάει από την Αμερική, όπου ένα συνεργείο της mondo σχολής αρχίζει ένα φιλόδοξο ταξίδι για τη ζούγκλα του Αμαζονίου, σε αναζήτηση ξεχασμένων φυλών που δεν τους έχει αγγίξει ακόμα ο λευκός «πολιτισμός». Μετά την εξαφάνισή τους, μια δεύτερη αποστολή δημιουργείται με σκοπό να πάει εκεί και να ανακαλύψει τι συνέβη.
Ο αρχηγός της αποστολής καθηγητής John Monroe, που ερμηνεύεται από τον Robert Kerman (EATEN ALIVE, CANNIBAL FEROX), προβληματίζεται από τη βάρβαρη συμπεριφορά του Ισπανόφωνου κυνηγού που έχει σαν αποστολή να τους οδηγήσει με ασφάλεια μέσα από τη ζούγκλα, και ιδίως προς τον Ιθαγενή που αιχμαλώτισε και ανάγκασε να τους οδηγήσει στους «ανθρώπους των δέντρων», όπου και πιστεύεται ότι βρίσκονται τα ίχνη της προηγούμενης αποστολής.
Κατά τη διαδρομή τους, γίνονται μάρτυρες της τοπικής τιμωρίας για μοιχεία από τον ιθαγενή σύζυγό της. Η σκηνή είναι τόσο σοκαριστική και ωμή, που πραγματικά προκαλεί ανατριχίλες.
Ξεπερνώντας το σοκ αυτού που είδαν, τελικά βρίσκουν τους «ανθρώπους των δέντρων» και μαθαίνουν ότι δεν έχουν και τις καλύτερες δυνατές αναμνήσεις από την προηγούμενη αποστολή. Ο Monroe κερδίζει την εμπιστοσύνη των ντόπιων συμμετέχοντας στο μακάβριο γεύμα τους, και αυτοί σαν αντάλλαγμα τον οδηγούν σε ένα μακάβριο γλυπτό φτιαγμένο από τα σκελετωμένα απομεινάρια των μελών της αποστολής. Εκεί βρίσκει και ένα φιλμ, που οι ντόπιοι επιμένουν να πάρει μαζί του, λες και κάτι τέτοιο θα ξορκίσει τα κακά πνεύματα που άφησαν τα μέλη της αποστολής.
Πίσω στην Αμερική, ένα τηλεοπτικό κανάλι σχεδιάζει να μεταδώσει το φίλμ ζωντανά, όμως ο Monroe έχει τις διαφωνίες του, μιας και είδε την τελευταία προσπάθεια των αποθανόντων με τίτλο "The Last Road To Hell", ένα κακόγουστο κολάζ φρικαλεοτήτων όπως εκτελέσεις, βασανιστήρια κλπ, το οποίο συνάντησε νομικές δυσκολίες όταν αποδείχθηκε ότι πολλές από τις φρικαλεότητες ήταν στημένες από τους παραγωγούς, συμπεριλαμβανόμενες και εκτελέσεις παιδιών.
Εδώ ο Deodato χτυπάει στα ίσια τη mondo σχολή που έφτασε στο απόγειό της με τα MONDO CANE και AFRICA ADDIO των Prosperi και Jacopetti, όπου φημολογείτο ότι κι αυτοί κατέφευγαν σε τέτοιου είδους «στησίματα» για να δώσουν ρεαλιστικότερο τόνο στο ούτως ή άλλως μακάβριο εγχείρημά τους.
Πίσω στη διήγηση, το φιλμάκι προβάλλεται στους Monroe και το τηλεοπτικό προσωπικό, αλλά όταν τελειώνει, ο Monroe προτείνει να απαγορευτεί εντελώς η προβολή του (πράγμα που βρήκε σύμφωνες τις περισσότερες λογοκριτικές αρχές για το CANNIBAL HOLOCAUST). Οι υπεύθυνοι της τηλεόρασης είναι υπέρ του να το δείξουν, γιατί αποδεικνύει ότι η βαρβαρότητα των λευκών ήταν ο λόγος της καταστροφής τους, και όχι οι ιθαγενείς, που βρίσκονταν σε άμυνα. Όμως, τα στυγνά εγκλήματα που ακολουθούν, μαζί με την ανατριχιαστικά ρεαλιστική κλιμάκωση όπου οι ιθαγενείς εκδικούνται τους αλαζόνες λευκούς, τους κάνουν να αλλάξουν γνώμη.
Πέρα από τις χαλαρά σερβιρισμένες ηθικολογίες στυλ «Ποιοι είναι άραγε οι αληθινοί κανίβαλοι;» το CANNIBAL HOLOCAUST είναι βόλτα χωρίς ζώνη ασφαλείας μέσα σε αμάξι που τρέχει με 180 χλμ χωρίς φρένα σε κατηφορικό χωματόδρομο. Αν και είναι αδύνατο κάποιος να μην κατατάξει την ταινία στον χώρο του σκληροπυρηνικού exploitation, το CANNIBAL HOLOCAUST είναι με διαφορά ότι πιο περίπλοκο από πλευράς σκηνοθεσίας και σύλληψης μας έχει έρθει ποτέ από το Ιταλικό σινεμά της εποχής. Με σύνθετη διπλή αφήγηση, που πραγματοποιείται από το κόλπο της ταινίας μέσα σε ταινία (που προσπάθησε με μερική επιτυχία να μιμηθεί το BLAIR WITCH PROJECT) ο Deodato καταφέρνει να δώσει το μέγιστο από πλευράς ωμής ισχύος, που έρχεται σαν γροθιά στο στομάχι στο θεατή.
Οι εικόνες του CANNIBAL HOLOCAUST σοκάρουν, τόσο σαν ιδέα όσο και σαν εκτέλεση. Η σκηνή, για παράδειγμα, της ανελέητης (και 100% αληθινής) σφαγής μιας γιγάντιας υδρόβιας χελώνας θα κάνει το αίμα να παγώσει στις φλέβες του οποιουδήποτε. Αχρείαστη χωρίς αμφιβολία αυτή η πραγματική θηριωδία, αλλά περιέργως λειτουργεί στην ταινία, δίνοντας άλλη μια πτυχή της απίστευτης σκληρότητας που είναι ικανός να επιδείξει ο άνθρωπος, όταν έχει έστω και λίγη εξουσία στα χέρια του, συμπεριλαμβανομένων και των συντελεστών της ταινίας που εκτέλεσαν αυτήν την βέβηλη πράξη.
Σημειωτέον ότι αυτή η σκηνή, μαζί με κάποιες άλλες εξίσου δυσάρεστες σκηνές σφαγής ζώων ήταν ο κύριος λόγος που το CANNIBAL HOLOCAUST απαγορεύτηκε τόσο στην Ιταλία, όσο και σε πολλές άλλες χώρες του κόσμού. Πολλοί θα βιαστούν να απορρίψουν το CANNIBAL HOLOCAUST, λόγω κυρίως αυτών των σκηνών. Όμως εμένα προσωπικά με έκαναν να προβληματιστώ σχετικά με το τι γίνεται πίσω απ’ τις κλειστές πόρτες των Τσίρκων, ή των σφαγείων απ’ όπου προμηθευόμαστε το κρέας που τρώμε καθημερινά. Μια ματιά στο FACES OF DEATH θα σας πείσει αμέσως.
Τα πλάνα της τελικής σφαγής των λευκών κυνηγών είναι δοσμένα με τόσο ρεαλιστικό τρόπο, που ο Deodato έπρεπε να συγκεντρώσει τους πρωταγωνιστές της ταινίας σε ένα τηλεοπτικό πάνελ για να αποδείξει ότι δεν επρόκειτο για πραγματικά snuff πλάνα. Σημειώνεται εδώ ότι το gore αν και υπάρχει σε αφθονία, δεν είναι στα επίπεδα της κακόγουστης και σαδιστικής γραφικότητας του αστείου συγκριτικά CANNIBAL FEROX, αλλά η ντοκιμαντερίστικη ποιότητα των πλάνων του Deodato τα κάνουν δέκα φορές πιο απωθητικά και σόκιν απ’ ότι στο παραλήρημα gore και σαδισμού του Umberto Lenzi.
Σε αντίθεση με τα μακάβρια δρώμενα, έρχεται η ελεγειακή μουσική του Riz Ortolani, που δίνει μια αίσθηση μελαγχολίας και μετάνοιας και τονίζει ακόμα περισσότερο την υποβλητική ατμόσφαιρα.
Το CANNIBAL HOLOCAUST έχει κατηγορηθεί από μεγάλη μερίδα του κοινού και των κριτικών για πολλά πράγματα, μεταξύ των οποίων υπέρμετρη σκληρότητα και έλλειψη ηθικής. Το σίγουρο όμως είναι ότι κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τον πανέξυπνο και καλοσχεδιασμένο τρόπο με τον οποίο πλησίασε ο Deodato ένα τόσο μακάβριο θέμα. Το CANNIBAL HOLOCAUST δεν είναι η συνηθισμένη Ιταλική low budget ταινία τρόμου της δεκαετίας του ’80. Όπως και να το δει κανείς, είναι ένα κινηματογραφικό επίτευγμα στο χώρο του ακραίου θεάματος, που μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει κάτι που έστω να το πλησιάζει σε δύναμη και ρεαλισμό.
Το CANNIBAL HOLOCAUST βάζει το θεατή στο trip του, και δεν τον αφήνει να πάρει ανάσα. Αν θεωρείτε τα MEN BEHIND THE SUN και GUINEA PIG ως αντιπροσωπευτικά δείγματα ακραίου σινεμά, τότε θα μείνετε με ανοιχτό το στόμα από το CANNIBAL HOLOCAUST, για τον απλούστατο λόγο ότι ενώ είναι ακόμα πιο σκληρό και σόκιν από τα προαναφερόμενα, καταφέρνει να είναι μια ψυχαγωγική ταινία, που προβληματίζει για το που μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη κοινωνία και κρατάει το ενδιαφέρον του θεατή αμείωτο, και όχι με φτηνές συσσωρεύσεις μεμονωμένων φρικαλεοτήτων. Το CANNIBAL HOLOCAUST έχει αρχή, μέση και τέλος και είναι «κινηματογράφος» με όλη τη σημασία της λέξης. Τώρα το πώς θα εκληφθεί από τον καθέναν από εμάς, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Πάντως εγώ προσωπικά δε θα έφτανα στο ακραίο και εντελώς παράλογο σημείο να κρίνω την ψυχοσύνθεση κάποιου βασισμένος στο αν του άρεσε το CANNIBAL HOLOCAUST ή όχι.
Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μια μοναδική εμπειρία που ο κάθε φίλος του σινεμά πρέπει να νιώσει, είτε είναι φίλος του τρόμου και της exploitation σκηνής, είτε όχι. Γιατί δεν είναι παθητική ψυχαγωγία.
Το CANNIBAL HOLOCAUST προκαλεί την αντίδρασή του κοινού, και ανεξάρτητα από το ποια θα είναι αυτή, την αξίζει και με το παραπάνω. Και να είστε σίγουροι ότι θα υπάρξει και θα είναι πολύ έντονη.
R0 Αμερική (Cult Epics) – Χωρίς περικοπές R0 Αμερική (Grindhouse Releasing) – Χωρίς περικοπές R0 Ολλανδία (EC Entertainment - remastered) – Χωρίς περικοπές, αλλά λείπουν περίπου 10 δευτερόλεπτα από το "Last Road To Hell", μάλλον λόγω φθοράς στην αρχική έκδοση R2 Γαλλία (Columbia Tristar Home Entertainment) - Χωρίς περικοπές R2 Ιταλία (Mondo/Alan Young Pictures) – Χωρίς περικοπές, αλλά λείπουν περίπου 10 δευτερόλεπτα από το "Last Road To Hell", μάλλον λόγω φθοράς στην αρχική έκδοση R2 Γερμανία (Laser Paradise) – Χωρίς περικοπές R2 Ολλανδία (EC Entertainment) – Χωρίς περικοπές R2 Ολλανδία (EC Entertainment - Ultrabit) – Χωρίς περικοπές, η πληρέστερη έκδοση που κυκλοφορεί, που επαναφέρει 3 μικρές περικοπές που υπάρχουν στις εκδόσεις R2 Γερμανίας, R0 Αμερικής (Cult Epics) και R2 Ολλανδίας (EC Entertainment) R2 Ιαπωνία (Spike Adventure) – Λογοκριμένη έκδοση R2 Ισπανία (Manga) – Χωρίς περικοπές R2 Ηνωμένο Βασίλειο (Vipco) – Βαριά λογοκριμένη έκδοση R3 Ταϊλάνδη (Mangpong) – Χωρίς περικοπές
Η καλύτερη έκδοση είναι η νέα R0 της Grindhouse Releasing, με νέα εκπληκτική αναμορφική μεταφορά της έκδοσης Director's Cut της ταινίας, νέο επεξεργασμένο κανάλι ήχου και του κόσμου τα extras σε 2 DVD. Η R2 Ολλανδίας (EC Entertainment - Ultrabit) επίσης αξίζει για αναμορφική 1.85:1 μεταφορά, και πολλά extras σε 2 DVD, ενώ η Ιταλική έκδοση έχει αρκετά αποκλειστικά extras.