Ένας αστυνομικός ερευνάει σειρά αιματηρών φόνων στη Νέα Υόρκη που φαίνεται ότι έγιναν από άγρια ζώα άγνωστης προέλευσης.
Σχόλια:
Μυστήριο, σασπένς, σκοτεινή ατμόσφαιρα και σούπερ ερμηνείες από τους πασίγνωστους πρωταγωνιστές είναι μόνο μερικά από τα χαρακτηριστικά του γενικά ξεχασμένου στις μέρες μας WOLFEN. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Whitley Strieber, το οποίο είχα και την τύχη να διαβάσω σε τρυφερή ηλικία από εκείνες τις αείμνηστες εκδόσεις της Βιβλιοθήκης του Τρόμου, που είχε κυκλοφορήσει στα 80’s στη χώρα μας με τον παραπλανητικό τίτλο «Λυκάνθρωποι».
Η σχέση του WOLFEN με λυκάνθρωπους είναι από ευκαιριακή ως ανύπαρκτη και έχει να κάνει με μια σειρά αποτρόπαιων φόνων που αρχίζουν ξαφνικά στη Νέα Υόρκη. Τα θύματα προέρχονται από όλες τις κοινωνικές βαθμίδες και δεν φαίνεται να έχουν κάποιο κοινό σημείο μεταξύ τους, αλλά ο φόνος ενός γνωστού πολιτικού και της συζύγου του προκαλεί την άμεση αντίδραση της αστυνομίας και συγκεκριμένα του ιδιόρρυθμου ντετέκτιβ Dewey Wilson (Albert Finney) που αναλαμβάνει την υπόθεση.
Με τη συνδρομή ζωολόγου (Tom Noonan) και του τοπικού ιατροδικαστή (Gregory Hines) αποδεικνύεται ότι οι φόνοι δεν έχουν γίνει από άνθρωπο, αλλά κατά πάσα πιθανότητα από ζώο που πάντως δεν μπορεί να προσδιοριστεί η ταυτότητα του παρά μόνο κάποια μακρυνή συγγένεια με τους λύκους. Στην ιστορία μπλέκουν και διάφοροι περιθωριακοί ινδιάνοι με πρώτο τον Eddie Holt (Edward James Olmos) που για ένα διάστημα είναι και ο κύριος ύποπτος, ελλείψει άλλων.
Σε γενικές γραμμές θα χαρακτήριζα με ευκολία το WOLFEN με αυτό που η διεθνής κινηματογραφική κοινότητα ομάζει ως «sleeper». Με αργή αλλά σταθερή και ενδιαφέρουσα αναδίπλωση του μυστηρίου και της πλοκής, ο σκηνοθέτης του WOODSTOCK, Michael Wadleigh, καταφέρνει να κάνει μια χαμηλών τόνων ταινία που δεν χάνει το ενδιαφέρον της παρά σε ελάχιστες στιγμές. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως από την πλούσια και σκοτεινή ατμόσφαιρα που πηγάζει από τα πλάνα της παρακμιακής πλευράς της Νέας Υόρκης, γεμάτη χαλάσματα και ετοιμόρροπα κτίρια που είναι έτοιμα για κατεδάφιση για την ανέγερση ενός υπερπολυτελούς σύγχρονου αστικού σχεδίου.
Από εκεί και πέρα υπάρχει και ο σχετικός αριστερίζων κοινωνικός προβληματισμός σχετικά με τη θυσία των παραδόσεων στο βωμό της αστικοποίησης και του εκμοντερνισμού, ο οποίος είναι μερικώς επιτυχημένος. Αυτός εκφράζεται από τον πολύ καλό Edward James Olmos που δίνει το αντίπαλο δέος ως ο ξεριζωμένος από την πίστη και παραδόσεις του λαού του ινδιάνος, και τον Albert Finney να βρίσκεται κάπου ενδιάμεσα στην κυνικότητα και τον αστυνομικό ρεαλισμό και στην συνειδητοποίηση ότι τα πάντα θυσιάζονται τελικά στο όνομα της «προόδου» του δυτικού κόσμου.
Αυτή η προβληματική καταλήγει να γίνεται το κύριο ενδιαφέρον της ταινίας, που απλώς χρησιμοποιεί τους φόνους σαν μέσο για να την κατανοήσει ακόμα καλύτερα ο θεατής. Υπαρχουν συνεχόμενα αλληγορικά πλάνα και υποπλοκές προς αυτή την κατεύθυνση, που ίσως σε κάποια στιγμή να βαραίνουν τα δρώμενα λίγο περισσότερο απ’ ότι χρειαζόταν, πόσο μάλλον όταν η διάρκεια είναι τραβηγμένη όσο δεν παίρνει και φτάνει σχεδόν στις 2 ώρες.
Προσωπικά θα προτιμούσα να λείπει αυτός ο εξαναγκασμός του θεατή στο να παραδεχτεί το προφανές. Πόσο κακή, δηλαδή, είναι η πρόοδος στις σύγχρονες πόλεις και έχει απομακρύνει τον αλαζόνα άνθρωπο από τις πνευματικές και πολιτιστικές ρίζες του καταστρέφοντας την φύση, η οποία με τη σειρά της τον εκδικείται. Γνώμη μου είναι ότι αυτό είναι μάλλον το πιο αδύναμο σημείο της ταινίας, που θα μπορούσε να κάνει το πολιτικοκοινωνικό σχόλιο της χωρίς να θυσιάσει για χάρη του το θέαμα, κάτι που δυστυχώς γίνεται μέχρι ένα σημείο.
Όμως το WOLFEN ποτέ δεν δήλωσε ότι είναι μια κοινότυπη ταινία τρόμου. Αντίθετα, απευθυνεται ξεκάθαρα σε ευρύτερο κοινό από αυτό του τρόμου και ίσως και αυτός να ήταν ο λόγος που είναι γενικά αμφιλεγόμενη από την πλειοψηφία του κοινού. Όμως, πάντα κατά την προσωπική μου άποψη, η ταινία γενικά πετυχαίνει τον στόχο της και επιπλέον έχει και κανα- δυο πραγματάκια που λογικά θα ικανοποιήσουν τις φίλες και φίλους του καλού, ψαγμένου θρίλερ μυστηρίου. Να έλειπαν και κάποια αργά σημεία και κάποιες φανερά περιττές σκηνές φλυαρίας και επιστημονικού μπλα- μπλα…
Σε κάθε περίπτωση, αξίζει μία προβολή, για να μην πω και δύο.
DVD Notes:
Δεν υπάρχουν γνωστές κυκλοφορίες στη χώρα μας.
Διεθνείς DVD εκδόσεις:
R1 Αμερική (Warner Home Video) R2 Μ. Βρετανία (Warner Home Video) R4 Αυστραλία (Warner Home Video)
Όλες οι εκδόσεις είναι χωρίς περικοπές και αναμορφική μεταφορά. Η R1 έχει κάποια μικροextras που δεν υπάρχουν στις άλλες 2.