Ο πρώην μπάτσος και νυν Τιμωρός Frank Castle αντιμετωπίζει την Ιαπωνική Γιακούζα που θέλει να εξοντώσει τα ντόπια αφεντικά της μαφίας και να αναλάβει τις εγκληματικές δραστηριότητες στην Νέα Υόρκη.
Σχόλια:
Πριν αρχίσω να σχολιάζω την συγκεκριμένη αδικημένη ταινία οφείλω να ξεκαθαρίσω πως ο Τιμωρός είναι ένας από τους ελάχιστους «ήρωες» comics που συνέχισα να διαβάζω τακτικά ακόμα και όταν μου είχε περάσει η Marvel- μανία. Ο λόγος είναι μάλλον ότι ο Τιμωρός έχει εκείνο τον ρεαλισμό και την δραματική υπόσταση που λείπει από τους υπόλοιπους κατά κανόνα ένστολους και πολύχρωμους υπερανθρώπους της Marvel και άρα είναι πιο πειστικός σε έναν 16χρονο της εποχής. Λογικά, όταν το THE PUNISHER ήρθε στη χώρας μας, ήταν ώρα χαράς για μένα, ιδίως όταν πρόσεξα το όνομα του αγαπημένου Dolph Lundgren στον ομώνυμο πρωταγωνιστικό ρόλο.
Και τολμώ να πω ότι η ταινία του Mark Goldblatt παρέδωσε τα αγαθά και με το παραπάνω, παρόλο που η έλλειψη του κρανίου- σήμα κατατεθέν στην μπλούζα του Τιμωρού για κάποιο λόγο γειώθηκε από τους ιθύνοντες της παραγωγής. Συγκρίνοντας την ταινία με το remake με τον Thomas Jane του 2004 αλλά και το ακόμα πιο πρόσφατο gorefest PUNISHER: WAR ZONE του 2008, μπορώ με βεβαιότητα να δηλώσω ότι αυτή η εκδοχή είναι μάλλον η κορυφαία όσον αφορά την πιστότητα τουλάχιστον του βασικού χαρακτήρα με το κόμικ.
Ο διαχρονικά αδικημένος Dolph Lundgren καταφέρνει και γίνεται ο πιο αληθινός Τιμωρός που έχω δει μέχρι τώρα στη μεγάλη οθόνη. Ένας άνθρωπος τσακισμένος από την δολοφονία της οικογενείας του που μέρα με τη μέρα βουτάει όλο και πιο βαθιά στο απύθμενο πηγάδι της εκδίκησης και της παράνοιας. Ένας αληθινός αντί- ήρωας, σε πλήρη αντίθεση με τον κλισαρισμένο στα γνώριμα χολιγουντιανά μοτίβα Τιμωρό του Thomas Jane, δοσμένος εξ ολοκλήρου στο ιερό έργο της τιμωρίας των ενόχων και χωρίς κάποιο άλλο ενδιαφέρον για τη ζωή.
Το ταλαιπωρημένο και παρανοϊκό βλέμμα του Lundgren συνοψίζει από μόνο του όλα εκείνα τα στοιχεία που θα περίμενε κανείς από τον Τιμωρό. Αδίστακτος, μεθοδικός, μανιακός αλλά και με καλωσύνη όταν και όπου χρειάζεται, ο Dolph Lundgren είναι ο Frank Castle όπως θα έπρεπε να είναι.
Από πλευράς υπόθεσης, γενικά δεν υπάρχουν πολλά κοινά σημεία με τα κόμικς της Marvel, αφού πολλοί από τους κλασικούς «καλούς» σαν τον Nick Fury αλλά και οι περισσότεροι γνωστοί «κακοί» όπως ο Jigsaw και ο Kingpin απουσιάζουν από το σενάριο. Τη θέση των κακών έχει πάρει ο διαβόητος μαφιόζος Gianni Franco (Jeroen Krabbe) και η αδίστακτη αρχηγός της Γιακούζα Lady Tanaka (Kim Miyori) και του καλού ο πρώην συνεργάτης του Casle, Jake Berkowitz (Louis Gossett Jr.). Από πλευράς κακών, η αποκάλυψη έρχεται από τον Jeroen Krabbe, που παραδίδει μια τρομερή ερμηνεία και δίνει υπόσταση και βάθος σε έναν κατά κανόνα κλισαρισμένο και αρχετυπικό χαρακτήρα δίνοντας του εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Οι περισσότερες από τις υπόλοιπες ερμηνείες δεν πάνε πίσω, με τους Barry Otto και Kim Miyori να ξεχωρίζουν, ενώ η μόνη σχετική απογοήτευση έρχεται από τον ευνοημένο στα 80s Louis Gossett Jr. που είναι γενικά μέτριος υποδυόμενος έναν προβλέψιμο αλλά αναγκαίο για την εξέλιξη της πλοκής χαρακτήρα.
Όπως όμως ανέφερα πιο πάνω, ο Dolph Lundgren είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής στην ταινία σε έναν από τους καλύτερους ρόλους της καριέρας του. Μάλιστα, προτρέπω όλες και όλους που τον θεωρούν περιορισμένων δυνατοτήτων ηθοποιό να ξαναθυμηθούν αυτήν την ταινία. Σίγουρα δεν πρόκειται για έναν Οσκαρικό ηθοποιό, αλλά στο THE PUNISHER έχει καταφέρει με τεράστια επιτυχία να αποτυπώσει τις διάφορες πτυχές αυτού του θεοσκότεινου χαρακτήρα που είναι να απορεί κανείς γιατί δεν υπήρξαν sequels.
Από εκεί και πέρα έχουμε καταιγιστική δράση σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της προβολής, σαδιστική βία και gore στα τιμημένα στάνταρντς των ταινιών δράσης της δεκαετίας του 80, και πολύ από μπαμ- μπουμ και εκρήξεις που θα ικανοποιήσουν όλους τους action fans. Αργά σημεία και κοιλιές στην δράση δεν υπάρχουν όυτε για δείγμα, ενώ έχουμε και τουλάχιστον δύο σκηνές ανθολογίας στο φινάλε όπου προβλέψιμα έχουμε την αιματηρή μονομαχία του Τιμωρού με όλους του κακούς της ιστορίας.
Βλέποντας την ταινία σήμερα, 20 χρόνια και βάλε από την πρώτη προβολή δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ για ποιο λόγο η ταινία ψιλοθάφτηκε την περίοδο που βγήκε και ακόμα και σήμερα δεν έχει βρει τη θέση που της αξίζει στο πάνθεον των βίαιων ταινιών δράσης της δεκαετίας του 80. Πρόκειται για μια καθ’ όλα τίμια δουλειά του σκηνοθέτη του DEAD HEAT που αξίζει να ανακαλυφθεί ξανά από τους φίλους των ταινιών δράσης. Και δεν το συζητάω, οι fans του κόμικ υποχρεούνται να την αναζητήσουν, αν όχι για τίποτα άλλο, μόνο και μόνο για να δουν τις διαφορές της με το άψυχο remake του 2004 και ίσως να εκτιμήσουν περισσότερο το σίγουρα πιο ειλικρινές sequel του 2008, που πάντως είναι κατώτερο από την συγκεκριμένη ταινία.
Η Αυστριακή έκδοση έχει την Unrated έκδοση της ταινίας. Η Κορεάτικη και Αμερικάνικη έχουν την R rated έκδοση αλλά έχουν πολύ καλύτερη εικόνα. Η R2 Γερμανίας έχει περικοπές μόλις 1 δευτερολέπτου ενώ η Γερμανική R0 είναι κατά πάσα πιθανότητα ανεπίσημη αλλά χωρίς περικοπές.