Ένας αιωνόβιος βρικόλακας βιάζει και αφήνει έγκυο μια γυναίκα, αλλά ο γιος της όταν μεγαλώνει τον αναζητάει για να πάρει εκδίκηση.
Σχόλια:
Μια διαφορετική ματιά στο μύθο του βαμπιρισμού από τον σκηνοθέτη χαμηλού προϋπολογισμού John Hayes που τη δεκαετία του 70 είχε την τιμητική του στην grindhouse κοινότητα των ΗΠΑ. Πρόκειται για μια πρωτότυπη πινελιά σε μια ιδιαίτερα κουρασμένη θεματολογία που κάπως ανανεώνει τη σκηνή των βρικολάκων και μετατοπίζει το ενδιαφέρον από την κλασική αιματηρή δράση των βρικολάκων σε γοτθικά κάστρα τύπου Hammer Films τοποθετώντας την στη σύγχρονη εποχή σε μια εφευρετική ιστορία εκδίκησης.
Ο αιωνόβιος βρικόλακας Croft (Michael Pataki) που πιστεύεται ότι είχε καεί στην πυρά αλλά το σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ, βγαίνει από τον τάφο του στη σύγχρονη εποχή και επιτίθεται σε ένα νεαρό ζευγάρι που βρισκόταν στο νεκροταφείο. Ο Croft σκοτώνει τον άνδρα και βιάζει τη γυναίκα αφήνοντας την έγκυο, τη στιγμή που το άτυχο ζευγάρι είχαν ανταλλάξει όρκους γάμου.
Η γυναίκα γεννάει το μωρό παρ’ όλες τις προειδοποιήσεις από τον γιατρό της για το αντίθετο, το οποίο μεγαλώνει τρεφόμενο με το αίμα της το οποίο και του χορηγεί οικειοθελώς. Το μωρό μεγαλώνει και γίνεται ενήλικας και μετά το θάνατο της μητέρας του αποφασίζει να ψάξει για τον Croft και να τον εκδικηθεί τόσο για τη μητέρα του όσο και για την κατάρα που του μετέδωσε.
Ο 40άρης πλέον James (William Smith) εντοπίζει τον Croft σε ένα νυχτερινό κολέγιο σαν καθηγητή, αλλά χωρίς να είναι σίγουρος για την ταυτότητα του. Έτσι γράφεται στο κολέγιο με σκοπό να τον αποκαλύψει, αλλά η ιστορία περιπλέκεται όταν μια φοιτήτρια με ενδιαφέρον για τον αποκρυφισμό αρχίζει να κάνει τα γλυκά μάτια στον κύριο καθηγητή με την κρυφή ελπίδα ότι είναι ο Croft και ότι θα την μετατρέψει σε βρικόλακα, ενώ η συγκάτοικος της μπλέκει σε σχέση με τον James την ώρα που ο καθηγητής βλέπει στο πρόσωπο της την πριν από πολλά χρόνια χαμένη στην πυρά γυναίκα του.
Σίγουρα η υπόθεση είναι αρκετά ασυνήθιστη για τα δεδομένα των ταινιών με βρικόλακες και είναι ένα αξιοπερίεργο στην συγκεκριμένη φιλμογραφία. Ο πολύ χαμηλός προϋπολογισμός από τη μια μεριά βάζει εμπόδια στον σκηνοθέτη, αλλά από την άλλη του δίνει και μια ελευθερία για πειραματισμούς που ξεφεύγουν από τα συνηθισμένα. Ακόμα και έτσι όμως, ο John Hayes πετυχαίνει μια πλούσια σκοτεινή ατμόσφαιρα που δίνει τον τόνο σε ολόκληρη την ταινία, με εντυπωσιακά φωτογραφημένες σκηνές που παίρνουν τα μέγιστα από την πολύ καλή μουσική.
Λογικά, προβλήματα υπάρχουν και μάλιστα αρκετά, με τα πιο κραυγαλέα να προέρχονται από την εντελώς ευκαιριακή και χωρίς λογική πλοκή. Όμως, οι εκπαιδευμένοι σε low budget horror της δεκαετίας του 70 ξέρουν να τα ξεπερνούν αυτά και να εκτιμούν μια ταινία σαν το “GRAVE OF THE VAMPIRE” έτσι όπως της αξίζει. Προβλήματα υπάρχουν και με τις περισσότερες από τις ερμηνείες, με εξαίρεση αυτές του διαχρονικά αδικημένου από την κινηματογραφική βιομηχανία William Smith και του Michael Pataki που είναι αρκετά τρομακτικός στο ρόλο ενός διαφορετικού βρικόλακα. Από εκεί και πέρα έχουμε τις προβλέψιμα μέτριες στην καλύτερη ερμηνείες από όλους τους δευτερεύοντες ρόλους.
Πάντως η ταινία βγάζει ένα απαισιόδοξο και ιδιαίτερα ανατριχιαστικό συναίσθημα που προέρχεται τόσο από την επιτηδευμένα μιαρή ατμόσφαιρα όσο και από τα δρώμενα καθαυτά. Ο βρικόλακας του Pataki είναι μοχθηρός, χωρίς κανενός είδος ηθικούς φραγμούς και αρκετά πιο βίαιος στη δράση του απ’ ότι έχουμε συνηθίσει σε ταινίες με βρικόλακες. Οι σκηνές του βιασμού και των φόνων, αν και δεν είναι ιδιαίτερα γραφικές ούτε έχουν τόνους gore (τουλάχιστον στην κατά τεκμήριο λογοκριμένη έκδοση που είναι και η μοναδική διαθέσιμη στις μέρες μας), έχουν μια ξεκάθαρη κακία και είναι αρκετά σόκινγκ τόσο σαν σύλληψη όσο και σαν εκτέλεση. Επίσης υπάρχει μια παντελής έλλειψη χιούμορ που κάνει το όλο θέαμα ταιριαστά σκοτεινό, αν εξαιρέσει κανείς κάποιες ανεπιτήδευτα αστείες σκηνές που πηγάζουν από τις ξύλινες ερμηνείες και την αφελή πλοκή.
Σε γενικές γραμμές, το “GRAVE OF THE VAMPIRE” είναι μια άνιση αλλά αξιόλογη προσπάθεια που σίγουρα αξίζει την προσοχή των φίλων του cult horror των 70s, αν και σίγουρα απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ως «πολύ καλό». Όμως είναι παράξενο, πρωτότυπο και μάλλον μοναδικό θεματολογικά στο στείρο είδος των βρικολάκων και στο τέλος της προβολής προσωπικά με άφησε απόλυτα ικανοποιημένο, κάτι που πιστεύω ότι θα κάνει και με τους περισσότερους που μοιράζονται τα γούστα μου.
DVD Notes:
Δεν υπάρχουν κυκλοφορίες στη χώρα μας.
Διεθνείς DVD εκδόσεις:
R0 Αμερική (Mill Creek) – Pure Terror 50 movie pack R0 Αμερική (Alpha Video) R0 Αμερική (East West Entertainment) – Μαζί με το SISTERS OF DEATH R2 Μ. Βρετανία (Cornerstone Media) R2 Μ. Βρετανία (Vipco)
Όλες οι εκδόσεις περιέχουν την κατά τεκμήριο ελαφρά λογοκριμένη έκδοση. Δυστυχώς η full uncut έκδοση δεν έχει κυκλοφορήσει ποτέ σε DVD. Όλες οι εκδόσεις έχουν ποιότητα εικόνας VHS. Πιθανότατα να κυκλοφορεί και σε άλλες budget εκδόσεις παρόμοιας ποιότητας.