Σε ένα εναλλακτικό μέλλον όπου η γέννηση παιδιών είναι παράνομη και τιμωρείται με θάνατο, ένα ζευγάρι αποφασίζει να αγνοήσει το νόμο και φέρνει στη ζωή ένα βρέφος παρά τις αντίξοες συνθήκες
Σχόλια:
Όπως σχεδόν όλα τα είδη στο σινεμά έτσι και η επιστημονική φαντασία μάλλον γνώρισε τις μεγαλύτερες στιγμές της τη δεκαετία του 70, όταν και κυκλοφορούσε η μία μετά την άλλη ταινία ανεξαρτήτως θεματολογίας ή προϋπολογισμού. Φυσιολογικά εκείνη την εποχή κυκλοφόρησαν πολλές σημαντικές ταινίες αλλά και άλλες τόσες ασήμαντες και προορισμένες απλά για να βγάλουν κάτι από το momentum της εποχής. Όμως ο κάθε δημιουργός τότε έφτιαχνε τις ταινίες του με απώτερο στόχο να βγάλει κι αυτός το δικό του αριστούργημα που θα προβληματίσει, θα πάρει καλές κριτικές από τον τύπο και βέβαια θα του φέρει ένα σκασμό λεφτάς δημιουργούς του.
Το ZERO POPULATION GROWTH του Michael Campus ανήκει μάλλον στην δεύτερη κατηγορία των ταινιών που θέλουν αλλά επί της ουσίας δεν μπορούν. Αν και ο δημιουργός της έκανε ΄’ότι μπορούσε για να φανεί η ταινία βαθιά και με περίπλοκο προβληματισμό, το τελικό αποτέλεσμα σίγουρα απέχει πολύ από αυτό που θα χαρακτήριζε ο οποιοσδήποτε ως μια ενδιαφέρουσα και ψυχαγωγική ταινία. Κάτι ίσως η πολύ βαριά της θεματολογία, κάτι ο υπερτονισμένος ρεαλισμός που συναντάμε στις περισσότερες παραγωγές της εποχής και κάτι η έλλειψη κατεύθυνσης του σεναρίου θάβουν μια ακόμα καλή σεναριακή ιδέα στο βωμό της υποτιθέμενης τέχνης.
Σήμερα βέβαια το συγκεκριμένο θέμα με το οποίο ασχολείται το ZERO POPULATION GROWTH έχει μάλλον εξαντληθεί από τις δεκάδες παρόμοιες θεματολογικά μελλοντολογικές ταινίες που έχουν κυκλοφορήσει, αλλά το 1972 που βγήκε η ταινία σίγουρα επρόκειτο για μια πρωτοποριακή και γεμάτη φαντασία ιδέα.
Βρισκόμαστε σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον όπου το κυριότερο πρόβλημα που απασχολεί την ανθρωπότητα είναι ο υπερπληθυσμός που απειλεί το ίδιο το ανθρώπινο είδος. Έτσι, οι ιθύνοντες της εποχής αποφασίζουν να απαγορεύσουν από την 1η Ιανουαρίου την γέννηση μωρών για τα επόμενα 30 χρόνια, κάτι που βρίσκει αντίθετη τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού. Τα ζευγάρια μπορούν να καλύψουν την απουσία ενός παιδιού αγοράζοντας προγραμματισμένα ρομπότ κατ’ εικόνα και ομοίωση μικρών παιδιών που γι λίγο δίνουν την ψευδαίσθηση οικογενειακής θαλπωρής.
Έλα όμως που η νεαρή Carol McNeil (Geraldine Chaplin) δεν αποδέχεται αυτή τη ζωή και θέλει να κάνει δικό της παιδί, κάτι που θα σημαίνει το θάνατο αυτής και του άνδρα της Russ (Oliver Reed). Όμως όταν η Carol αψηφάει τα πάντα και τελικά γεννάει ένα όμορφο αγοράκι, ο άνδρας της αναγκάζεται να μπει στο χορό και να χορέψει, αλλά για κακή τους τύχη το ίδιο πράττει και το ζευγάρι των γειτόνων που θέλει να συμμετέχει ενεργά στην ανατροφή του μικρού. Όταν μάλιστα οι γείτονες αποφασίζουν ότι τα ο παιδί πρέπει να γίνει εξ’ ολοκλήρου δικό τους και απειλούν ότι θα καρφώσουν τους Russ και Caroll στις αρχές το ζευγάρι σχεδιάζει διέξοδο από αυτή την κόλαση με στόχο την εξασφάλιση του μέλλοντος του παιδιού με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες.
Όλα καλά από πλευράς υπόθεσης, αλλά στην πράξη είναι που τα χαλάει ο σκηνοθέτης. Στην αρχή το όλο θέαμα είναι σαν μια μεγάλη τουριστική ξενάγηση στον απαισιόδοξο, μουντό και απρόσωπο κόσμο του μέλλοντος στο οποί εξελίσσεται η ιστορία. Στην κοινωνία αυτή, ο πολιτισμός όπως τον γνωρίζουμε έχει εξαφανιστεί και έχει δώσει στη θέση του σε αυστηρά προδιαγεγραμμένες υποδιαιρέσεις της κοινωνίας και συμπεριφορές που ακολουθούν συγκεκριμένους και απαράβατους κανόνες. Οι άνθρωποι ναι μεν ζουν σε οικογένειες, αλλά οι συμπεριφορές τους καθορίζονται από «πάνω» σχεδόν σε κάθε τους κίνηση. Μάλιστα η μοναδική τους διασκέδαση φαίνεται να είναι η παρακολούθηση αναπαραστάσεων του παρελθόντος και η προβολές ενημερωτικών ταινιών σχετικά με τη ζωή στις κοινωνίες του μακρινής δεκαετίας του 70.
Σίγουρα το υλικό είναι ενδιαφέρον, όμως η σχεδόν ολοκληρωτική έλλειψη δράσης και ρυθμού καταδικάζει τις βάσεις στις οποίες έχτισε την ιστορία του ο σκηνοθέτης. Και για του λόγου το αληθές, μόλις αρχίσει να γίνεται λίγο κουραστική η ξενάγηση τότε παρατηρείται ακινησία στο σενάριο, που γίνεται όσο προβλέψιμο όσο θα μπορούσε από ένα σημείο και μετά. Σ’ αυτό προσωπικά προσθέτω και την γενικά αδιάφορη ερμηνεία της ουσιαστικής πρωταγωνίστριας Geraldine Chaplin που προσωπικά δεν κατάφερε να με κερδίσει σε καμία στιγμή της προβολής παρ’ ότι βρίσκεται στο επίκεντρο του δραματικού ενδιαφέροντος της υπόθεσης. Αντίθετα, ο Oliver Reed είναι πολύ καλύτερος σε έναν γενικά συμπληρωματικό ρόλο αλλά ποτέ δεν αναλαμβάνει τα ηνία από την όμορφη αλλά υπερβολική συμπρωταγωνίστρια του.
Μοιραία, το ενδιαφέρον περιορίζεται σε τμήματα της ταινίας και όχι στο σύνολο της και συγκεκριμένα στην αρχή και το φινάλε. Από εκεί και πέρα το υπόλοιπο μοιάζει διεκπεραιωτικό και χωρίς ουσία, ενώ η παντελής έλλειψη σασπένς το κάνει να μοιάζει ακαδημαϊκό και προχειροφτιαγμένο. Πάντως θα μπορούσε να θεωρηθεί κάτι σαν θεματικό prequel σε μια πολύ γνωστότερη και μάλλον καλύτερη ταινία που κυκλοφόρησε λίγο αργότερα, το LOGAN’S RUN, το οποίο όμως είχε δέκα φορές περισσότερη δράση και ρυθμό.
Το ZERO POPULATION GROWTH είναι ουσιαστικά μια κοινωνική ταινία με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας που το μόνο που καταφέρνει αρκετά καλά είναι να προβληματίσει το θεατή κάνοντας τον να σκεφτεί πώς θα ήταν η ζωή σε μια τόσο απάνθρωπη μελλοντική κοινωνία η οποία ομολογουμένως παρουσιάζεται με ιδιαίτερα αποτελεσματικό και ενίοτε τρομακτικό τρόπο. Όμως όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που θα συμπλήρωναν τη συνταγή μιας επιτυχημένης ταινίας απουσιάζουν εδώ αφήνοντας απλώς υποσχέσεις για το μέλλον το σκηνοθέτη ο οποίος όταν αποφασίζει να δώσει λίγο ρυθμό και γεύση στην ταινία είναι πλέον πολύ αργά.
Και αν σκεφτεί κανείς ότι πολλοί συγκρίνουν τη συγκεκριμένη με παρόμοιες αλλά κατά την άποψη μου πολύ περισσότερο επιτυχημένες ταινίες με παρόμοια θεματολογία όπως τα SOYLENT GREEN και LOGAN’S RUN είναι γιατί κυκλοφόρησαν περίπου την ίδια εποχή και για κανένα άλλο λόγο. Τα δυο προηγούμενα ναι μεν παρουσίαζαν ένα κατάμαυρο και τρομακτικό εναλλακτικό μέλλον για την ανθρωπότητα, αλλά τουλάχιστον είχαν καλή υπόθεση, ρυθμό και αρκετή δράση, κάτι που δεν κάνει το ZERO POPULATION GROWTH το οποίο εκτός από δυσάρεστο και απαισιόδοξο γίνεται και ανυπόφορα βαρετό παρά την παρουσία του Oliver Reed και τα όμορφα φτιαγμένα φουτουριστικά ντεκόρ.
DVD Notes:
Δεν υπάρχουν εκδόσεις σε DVD στη χώρα μας.
Διεθνείς DVD εκδόσεις:
R1 Αμερική (Legend Films)
Η μοναδική αυτή έκδοση είναι χωρίς περικοπές και με αναμορφική widescreen μεταφορά.