Ένας βρέφος μεγαλώνει με την αγέλη των λύκων που σκότωσαν τους γονείς του, αλλά του μεταδίδουν την κατάρα του λυκάνθρωπου η οποία τον κυνηγάει όταν μεγάλωσε και έφυγε από το δάσος και τους θετούς γονείς του και πήγε στο Παρίσι.
Σχόλια:
Βρισκόμαστε στα μέσα της δεκαετίας του 70 που ο γοτθικός τρόμος της Hammer Films και της μεταγενέστερης Amicus έχουν αρχίσει να χάνουν την αίγλη τους και οι ταινίες από τη Μ. Βρετανία να μην μπορούν να ανταγωνιστούν το κύμα ρεαλισμού των ΗΠΑ και Ιταλίας. Εκείνη την περίοδο ξεπήδησαν αρκετά μικρά στούντιο σε μια ύστατη προσπάθεια αναβίωσης του κλίματος που κυριάρχησε από τα τέλη της δεκαετίας του 50 και μετά και ένα από τα γνωστότερα ήταν αυτό της Tyburn.
Το LEGEND OF THE WEREWOLF ήταν η δεύτερη από τις συνολικά 4 παραγωγές του μικρού αυτού στούντιο και ασχολείται με ίσως το πιο σπάνιο από τα κλασικά τέρατα στην Βρετανική φιλμογραφία τρόμου. Ελάχιστες ταινίες με ήρωα τον τριχωτό γητευτή της πανσέληνου, με πιο γνωστή το THE BEAST MUST DIE από τα στούντιο της Amicus μαζί με το προγενέστερο CURSE OF THE WEREWOLF της Hammer από το 1961. Το LEGEND OF THE WEREWOLF δίνει το φόρο τιμής του στο τελευταίο μεταφέροντας την ιστορία στον 19ο αιώνα, μια πρακτική που είχε σχεδόν εγκαταλειφθεί από τα Βρετανικά στούντιο που προτιμούσαν να τοποθετούν τις ταινίες τους στη σύγχρονη εποχή.
Λύκοι σκοτώνουν τους γονείς του μικρού Etoile (David Rintoul) στην Γαλλία του 19ου αιώνα αλλά παίρνουν την προστασία τους το βρέφος το οποίο μεγαλώνει με την αγέλη. Λίγα χρόνια αργότερα το μικρό αγρίμι ανακαλύπτεται από τον ηγέτη ενός περιοδεύοντα θιάσου που τον υιοθετεί και τον κάνει το βασικό έκθεμα του τσίρκου. Όταν ο Etoile φτάνει σε ώριμη ηλικία εγκαταλείπει το τσίρκο και κατευθύνεται προς το Παρίσι όπου και πιάνει δουλειά φροντιστή σε ζωολογικό κήπο παρέα με τους φίλους του τους λύκους και υπό τις διαταγές του μονίμως μεθυσμένου φύλακα του κήπου, Ron Moody. Ο νεαρός ερωτεύεται μια όμορφη υπάλληλο του κοντινού οίκου ανοχής αλλά δεν λογαριάζει στην κατάρα του λυκάνθρωπου που τον βαραίνει και τον μεταμορφώνει σε αιμοβόρο τέρας όταν είναι πανσέληνος.
Στην πρώτη του εξόρμηση αφήνει πίσω του μια σειρά κατακρεουργημένων πτωμάτων τα οποία βρίσκει εξαιρετικά ενδιαφέροντα ο αστυνομικός ιατροδικαστής καθηγητής Paul (Peter Cushing). Όταν μάλιστα ανακαλύπτει ότι τα θύματα είχαν κοινό σημείο αναφοράς το ότι βρέθηκαν στον οίκο ανοχής πριν το φόνο τους και συγκεκριμένα με την αγαπητικιά του Etoile αρχίζει να υποπτεύεται ότι ίσως να μην ψάχνουν ούτε για άνθρωπο ούτε για λύκο αλλά για κάτι ενδιάμεσο. Μια ιδέα που βρίσκει σκεπτική την αστυνομία, κάτι που όμως δεν πτοεί τον καθηγητή που αρχίζει να παίρνει την υπόθεση πάνω του.
Αν θεωρήσει κανείς δεδομένο ότι η Tyburn Προσπάθησε να ανακατασκευάσει την ατμόσφαιρα και το πνεύμα των παλιότερων ταινιών της Hammer, τότε μάλλον θα βρει το LEGEND OF THE WEREWOLF αποτυχημένο από αυτή την άποψη. Ατμόσφαιρα σίγουρα υπάρχει, αλλά τόσο ο ιδιαίτερα χαμηλός προϋπολογισμός όσο και η χωρίς φαντασία αυτή τη φορά σκηνοθεσία του Freddie Francis κάνουν τις όποιες συγκρίσεις καταδικασμένες πριν ακόμα γίνουν.
Από την άλλη, αν κρίνει κανείς την ταινία ξεχνώντας την ύπαρξη της Hammer και πιθανότατα και της Amicus τότε αναμφίβολα πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα b-movie μυστηρίου της εποχής με γενικά καλό ρυθμό που βλέπεται ευχάριστα από την αρχή ως το τέλος. Υπάρχουν φόνοι, κάποιοι από αυτούς αρκετά αιματηροί, αρκετές μεταμορφώσεις σε λυκάνθρωπο τύπου Paul Naschy με αρκετά καλό για τα στάνταρντς της ταινίας μακιγιάζ και μπόλικη αστυνομική έρευνα.
Δυστυχώς έχουμε επίσης και αρκετές σεναριακές αφέλειες που είναι το κύριο μειονέκτημα στην ταινία, όπως και κάποιες κάτω του μετρίου ερμηνείες. Όμως για να αντισταθμίσει όλα αυτά τα αρνητικά στοιχεία έρχεται άλλη μια κλασική ερμηνεία του μέγα Peter Cushing που από τη στιγμή που αναλαμβάνει τα ηνία του πρωταγωνιστή είναι ως συνήθως απολαυστικός και σε μεγάλα κέφια. Από την άλλη πέρα από τον Cushing οι υπόλοιποι χαρακτήρες είναι γενικά διακοσμητικοί και αδιάφοροι και απλά έχουν λίγο χρόνο προβολής πριν πέσουν θύματα της μανίας του λυκάνθρωπου. Η πλάκα της ιστορίας είναι ότι η πρώτη εκδοχή του σεναρίου δεν περιλάμβανε τον χαρακτήρα του Cushing, αλλά ευτυχώς προστέθηκε στη συνέχεια γιατί χωρίς αυτόν μάλλον θα μιλούσαμε για μια ακόμα αποτυχία παρόλα τα καλά της στοιχεία.
Χωρίς αμφιβολία, το ύφος του LEGEND OF THE WEREWOLF έχει πολύ περισσότερα κοινά με το σινεμά του Paul Naschy παρά με αυτό της Hammer Films, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό σε μια περίοδο όπως το 1975 που κυκλοφόρησε. Το αποτέλεσμα μοιάζει σαν μια μίξη των δύο, μείον το γυμνό που συνήθως είναι άφθονο σε ταινίες του Ισπανού εναλλακτικού σταρ αλλά που εδώ απουσιάζει. Σε γενικές γραμμές ευχάριστο και διασκεδαστικό κυρίως λόγω της παρουσίας του Cushing, αλλά χωρίς αυτόν τίποτα το ιδιαίτερο και μάλλον αντιπροσωπευτικό δείγμα της παρακμής του κλασικού Βρετανικού τρόμου.