Τρεις ιστορίες μυστηρίου και τρόμου που εξερευνούν τη σκοτεινή πλευράς των γατών.
Σχόλια:
Σας αρέσουν οι γάτες; Οι κλασικές σπονδυλωτές ταινίες τρόμου από τη Μεγάλη Βρετανία; Αν η απάντηση και στις δύο ερωτήσεις είναι «ναι» τότε μάλλον θα υπάρχει σύγκρουση συναισθημάτων με αυτήν την μεταγενέστερη αλλά εξίσου κλασική σπονδυλωτή ταινία σε συμπαραγωγή Βρετανίας και Καναδά. Ο Peter Cushing είναι ένας ιδιόρρυθμος συγγραφέας που πιστεύει ότι οι γάτες στην πραγματικότητα είναι κακόβουλα πλάσματα που συνωμοτούν εναντίον του ανθρώπου. Το τελευταίο του βιβλίο στηρίζεται σε αυτήν την παραδοχή, κάτι όμως που δεν βρίσκει σύμφωνο τον εκδότη του και φίλο των γενικά συμπαθέστατων αιλουροειδών Ray Milland και για να τον πείσει του διηγείται τρεις ιστορίες από το βιβλίο υπό το άγρυπνο βλέμμα της κατοικίδιας γάτας του Milland.
Η πρώτη ιστορία αφορά μια δύστροπη ηλικιωμένη που αποφασίζει στο νεκροκρέβατο της να αφήσει ολόκληρη την μυθική περιουσία της στις δεκάδες γάτες που έχει στο σπίτι αποκληρώνοντας εντελώς τον ανιψιό της. Η οικονόμος, που τυχαίνει να είναι το αμόρε του τελευταίου του το σφυρίζει και μαζί αποφασίζουν να εξαφανίσουν το μοναδικό αντίγραφο της κληρονομιάς ΄έτσι ώστε να τσεπώσουν αυτοί το χρήμα. Όμως στην προσπάθεια της η όμορφη οικονόμος να κλέψει την διαθήκη, αναγκάζεται να σκοτώσει τη γρια, κάτι το οποίο δεν αρέσει καθόλου στις οικιακές γάτες που την παγιδεύουν μέσα στο σπίτι χωρίς να την αφήνουν να πάρει τη διαθήκη.
Στη δεύτερη ιστορία ένα κοριτσάκι μετακομίζει στο σπίτι των θείων της μετά το θάνατο των γονιών της σε αεροπορικό δυστύχημα μαζί με τη μαύρη γάτα της με την οποία είναι καλύτερες φίλες. Η θεία και περισσότερο η κακομαθημένη και κακιασμένη ξαδέλφη δεν γουστάρουν το γατί και προσπαθούν να το ξεφορτωθούν, χωρίς όμως να υπολογίζουν στο ότι η μητέρα της μικρής ασκούσε μαύρη μαγεία, μια τέχνη την οποία και μετέδωσε στην κόρη της που θα εκδικηθεί για την κακομεταχείριση που πέρασε αυτή και το αγαπημένο γατί της.
Η τρίτη ιστορία σχετίζεται με έναν διακεκριμένο ηθοποιό (Donald Pleasence) που σκοτώνει τη γυναίκα του κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων κάνοντας το να φανεί σαν ατύχημα και πλασάρει σαν αντικαταστάτρια την ατάλαντη αλλά καυτή στο κρεβάτι ερωμένη του (Samantha Eggar) που ήταν ο σωσίας της γυναίκας του στα γυρίσματα. Και σαν να μην έφταναν αυτά, ο αλαζόνας Pleasence ξεφορτώνεται με απάνθρωπο τρόπο τα μικρά της γάτας της μακαρίτισσας γυναίκας του, κάτι που την εξοργίζει και την κάνει να θέλει να εκδικηθεί το ζευγάρι.
Όπως συμβαίνει συνήθως με τις περισσότερες σπονδυλωτές ταινίες, οι ιστορίες στο THE UNCANNY είναι αρκετά άνισες. Προσωπική μου προτίμηση η πρώτη που τα έχει όλα, τόσο ατμόσφαιρα όσο σασπένς και αρκετό gore και είναι γυρισμένη με πολύ καλό ρυθμό από τον σκηνοθέτη. Η δεύτερη έχει τις στιγμές της αλλά γενικά είναι τουλάχιστον μια- δυο κλάσεις κατώτερη από την πρώτη, ενώ η τελευταία ιστορία ανεβαίνει παραπάνω από ότι της επιτρέπει το ρουτινιάρικο σενάριο με την παρουσία των Pleasence και Eggar που δίνουν το δικό τους σόου και κλέβουν την παράσταση ακόμα και από το ιερό τέρας, Peter Cushing.
Από τεχνικής πλευράς η ταινία βρίσκεται κάπου ανάμεσα στην πυκνή γοτθική ατμόσφαιρα της δεκαετίας του 60 και της Hammer και τη sleazy και χωρίς φραγμούς αισθητική των 70’s, την οποία και δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τα Βρετανικά στούντιο. Έτσι έχουμε αρκετή βία και gore αλλά που δεν υποστηρίζονται από ανάλογα ειδικά εφέ τα οποία μοιάζουν ξεπερασμένα ακόμα και για την εποχή, με εξαίρεση ίσως την πρώτη ιστορία. Ο προϋπολογισμός πάντως έιναι φανερά περιορισμένος και φαίνεται ιδίως στην 2η και πιο αδύναμη ιστορία, ενώ η τρίτη ιστορία μοιάζει η πιο «λουσάτη» απ’ όλες.
Ο Peter Cushing μαζί με τον Ray Milland δίνουν την προστιθέμενη αξία σε ένα ευχάριστο 90λεπτο με την αρκετά καλή ιστορία- περιτύλιγμα και κλείνουν μια από τις καλές ταινίες της περιόδου παρακμής του Βρετανικού γοτθικού τρόμου. Οι αναφορές πάντως στον Edgar Allan Poe και το The Black Cat βρίσκονται διάσπαρτες και δίνουν ένα άλλο χρώμα, ενώ η τρίτη ιστορία δίνει το δικό της φόρο τιμής στο The Pit And The Pendulum του ίδιου τεράστιου συγγραφέα. Σίγουρα δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για ταινία- σταθμό αλλά οι fans του Peter Cushing και των Βρετανικών στούντιο της Amicus και Tigon πάρα πολύ δύσκολα θα πέσουν έξω.