Μια ομάδα επιζώντων προσπαθεί να βρει τα αίτια που προκάλεσαν την φαινομενικά ολική καταστροφή της Γης και του ανθρώπινου γένους.
Σχόλια:
Να μια ταινιούλα επιστημονικής φαντασίας από τον βετεράνο της Hammer Films και του Βρετανικού σινεμά της εποχής γενικότερα, Terence Fisher, προγενέστερη των δικών του NIGHT OF THE BIG HEAT και ISLAND OF TERROR η οποία έχει μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον. Το ότι η διάρκεια της είναι μόλις 62 λεπτά μαρτυράει πολλά πράγματα σχετικά με την ποιότητα του θεάματος και την διαθεσιμότητα προϋπολογισμού για την ομάδα παραγωγής, αλλά οι επιρροές της σε κλασικές ταινίες όπως το NIGHT OF THE LIVING DEAD αλλά και μεταγενέστερες όπως τα NIGHTMARE CITY και 28 DAYS LATER είναι κάτι παραπάνω από εμφανής.
Η φανερά επηρεασμένη από το σινεμά των 50’s ιστορία ξεκινάει τσακ- μπαμ, με τους κατοίκους της Γης ξαφνικά να πέφτουν νεκροί χωρίς κάποια φανερή αιτία. Μια ομάδα επιζώντων συγκεντρώνονται σε ένα από τα πολλά εγκαταλελειμμένα σπίτια του Βρετανικού χωριού στο οποίο διαδραματίζονται τα γεγονότα και προσπαθούν να ανακαλύψουν τι είχε συμβεί.
Αυτό το ερώτημα απαντάται γρήγορα όταν συναντούν ένα ανθρωποειδές με φουλ στολή και εξάρτηση ρομπότ που με το πρώτο άγγιγμα σε ένα από τα θηλυκά μέλη της παρέας προκαλεί τον στιγμιαίο θάνατο της. Έτσι, οι φίλοι μας βγάζουν το συμπέρασμα ότι πρόκειται για εξωγήινη εισβολή με κάποιου είδους αέριο την οποία πρέπει να αντιμετωπίσουν άμεσα για να εξασφαλίσουν την συνέχιση του ανθρώπινου είδους.
Όμως, τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσότερο όταν οι νεκροί της παρέας επανέρχονται με τις ίδιες συνήθειες όπως και τα ανδροειδή, δηλαδή με συμπεριφορά κανονικού ζόμπι που περιλαμβάνει κενά μάτια, επιθετικότητα και εξαιρετικά αργό βήμα. Το ότι τα μηχανικά ανδροειδή προκαλούν αυτού του είδους επιδημία είναι πλέον ξεκάθαρο, αλλά πώς θα μπορέσουν οι φίλοι μας να τα αντιμετωπίσουν;
Σίγουρα δεν πρόκειται για μια από τις μεγάλες στιγμές της επιστημονικής φαντασίας των 60’s, αλλά σε κάθε περίπτωση είναι μια εγγυημένη ώρα θεάματος για τους φίλους της κλασικής επιστημονικής φαντασίας χαμηλού προϋπολογισμού. Τα κοινά με THE LAST MAN ON EARTH και τα συναφή remake του είναι φως- φανάρι, με πρώτο την ύπαρξη του Robert L. Lippert στην παραγωγή και των δύο ταινιών, ενώ για την μικρή διάρκεια της έχει πολύ «φαϊ» για το κοινό στο οποίο απευθύνεται.
Εντάξει, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τα σεναριακά κενά της όσο και κάποια ξεπερασμένα και cheesy ειδικά εφέ, αλλά σε γενικές γραμμές έχει ενδιαφέρον από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό, έχει καλή ατμόσφαιρα και επιφυλάσσει κάποιες σημαντικές εκπλήξεις. Γενικά το πιο δυνατό σημείο της ταινίας είναι το πρώτο μισάωρο όπου το μυστήριο αποκαλύπτεται σιγά- σιγά και στρατηγικά από τον αγαπημένο Terence Fisher, αλλά και το υπόλοιπο δεν υστερεί ιδιαίτερα, παρόλο που αναπόφευκτα μοιάζει προβλέψιμο για το κοινό της δεκαετίας στην οποία ζούμε, το οποίο έχει πιθανότατα δει πολλές μεταγενέστερες ταινίες με παρόμοια θεματολογία.
Όμως ο καθένας πρέπει να κρίνεται τίμια και με τα κριτήρια της εποχής του, και από αυτή την άποψη το THE EARTH DIES SCREAMING σίγουρα παίρνει πολλούς πόντους πρωτοτυπίας και ιστορικής σημαντικότητας για την σκηνή επιστημονικής φαντασίας. Τι κι αν έχει τόσες τρύπες στην πλοκή όσες και ένας μέσος δρόμος της Αθήνας; Τι κι αν οι στολές των εξωγήινων είναι τουλάχιστον αστείες με τα σημερινά κριτήρια; Τι κι αν οι ερμηνείες των αρκετά γνωστών πρωταγωνιστών δεν ξεφεύγουν πολύ από τα θεατρικά επίπεδα; Αυτά είναι απλές λεπτομέρειες για τους φίλους των post apocalyptic ταινιών που μπορούν να επενδύσουν άνετα και χωρίς τύψεις σε μια ιστορική και- από όποια πλευρά και να τη δει κανείς- κλάσική ταινία του είδους.