Μια ομάδα 5 ανήλικων παιδιών που ήταν έγκλειστα στο γειτονικό άσυλο εισβάλουν σε ορεινό εξοχικό την ώρα που ανυποψίαστα ζευγάρια κάνουν τις διακοπές τους.
Σχόλια:
Μια τρομερή ιδέα από τις πολλές που εμφανίζονταν καθημερινά σε ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού την δεκαετίας του 70 που εν μέρη πήγε χαμένη λόγω της ατολμίας του σκηνοθέτη και της αδυναμίας του σεναρίου να κρατηθεί στο ύψος του. Όλα προϊδεάζουν για ένα εκπληκτικό και ανατριχιαστικό θρίλερ τρόμου, αλλά αντί γι αυτό στο μεγαλύτερο διάστημα της η ταινία ξεπέφτει σε αταίριαστα μονοπάτια κοινωνικού δράματος και ταινίας χαρακτήρων, αφήνοντας τα αγωνιώδη στοιχεία του θρίλερ για το φινάλε.
Ξεκινάμε με ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα κατά το οποίο αναποδογυρίζει ένα κίτρινο σχολικό λεωφορείο που μεταφέρει 5 νεαρά παιδιά. Ο οδηγός και συνοδός τους χάνει τις αισθήσεις του και η παρέα των παιδιών φεύγει από το σημείο του δυστυχήματος με προορισμό ένα απομακρυσμένο σπίτι που ξεχωρίζει από μακριά. Με συγκαλυμμένο τρόπο η αφήγηση αφήνει να εννοηθεί ότι κάτι δεν πάει καλά με την φαινομενικά χαρούμενη παρέα που αποτελείται από ένα μικρομέγαλο αγοράκι με μεγαλίστικο τρόπο ομιλίας, δύο κοριτσάκια, ένα έγχρωμο αγοράκι και μια νεαρή μεταμφιεσμένη σε καλόγρια που είναι και η πιο ανατριχιαστική της παρέας εμφανισιακά. Φαίνεται πώς η παρέα βρισκόταν στο κοντινό άσυλο φρενοβλαβών για ανήλικους και σύμφωνα με τα λεγόμενα τους δεν σκοπεύουν να ξαναγυρίσουν εκεί σύντομα.
Μετά από αρκετή ώρα ο οδηγός- συνοδός συνέρχεται από τον τράκο για να συνειδητοποιήσει ότι τα παιδιά την έκαναν. Μόλις καταλαβαίνει ότι κατά πάσα πιθανότητα πήγαν προς το μεγάλο σπίτι που φαίνεται στον ορίζοντα, πανικόβλητος κατευθύνεται προς τα εκεί με στόχο να εντοπίσει και να περιορίσει τα παιδιά, τα οποία όμως είναι περισσότερο εφευρετικά απ’ ότι περίμενε και του στήνουν θανατηφόρα παγίδα μέσα στο γκαράζ του σπιτιού.
Μέσα στο σπίτι υπάρχει ένα οικογενειακό γεγονός, αφού ο αρχηγός του σπιτικού, Papa Doc, έχει καλέσει τις κόρες του μαζί με τους άνδρες τους ενώ το υπηρετικό και βοηθητικό προσωπικό συμπληρώνει τους παρευρισκόμενους. Φυσιολογικά όλοι ξαφνιάζονται όταν ανακαλύπτουν τα μικρά παιδιά κρυμμένα στο υπόγειο του σπιτιού, αλλά μετά από λίγο τα καλοδέχονται και τα προσκαλούν για γεύμα παρόλη την αντίθετη άποψη του στρυφνού και μονίμως τσαντίλα Papa Doc. Τα παιδιά αρχίζουν να γνωρίζονται με τους οικοδεσπότες τους και συνάπτουν σχέσεις μεταξύ τους, μέσα σε ένα περιβάλλον γενικής καχυποψίας μεταξύ Papa Doc, της γυναίκας του και των συζύγων τους, κάτι που επιτρέπει στα διαταραγμένα και με φονικά ένστικτα παιδιά να επιδοθούν στο φονικό έργο τους χωρίς ιδιαίτερα εμπόδια.
Οπωσδήποτε μια πολύ καλή σεναρική ιδέα με επιρροές από ταινίες όπως το VILLAGE OF THE DAMNED και WHO CAN KILL A CHILD?, αλλά δυστυχώς στην εκτέλεση ο Sean MacGregor τα χαλάει κάπως προτιμώντας να επικεντρώσει περίπου στα 3/4 της διάρκειας το ενδιαφέρον στους ενήλικες και όχι στους πραγματικούς πρωταγωνιστές που είναι η ομάδα των 5 παιδιών. Οι ιστορίες καθημερινής οικογενειακής τρέλας, φιλοδοξίας και προδοσίας ξετυλίγονται σε πρώτο πλάνο με την δράση των παιδιών να περιορίζεται στο ελάχιστο και διάσπαρτα στην πρώτη ώρα της προβολής, κάτι που βλάπτει αρκετά το ρυθμό και την δημιουργία ατμόσφαιρας τρόμου.
Αντίθετα, μια μυστηριώδης υπόσταση χρησιμοποιείται για τα παιδιά, η οποία κάνει την παρέα των φαινομενικά αθώων δεκάχρονων να μοιάζει πιο τρομακτική από κάθε μανιακό δολοφόνο που είδαμε μέχρι τότε, με αποκορύφωμα τον βγαλμένο από Ιαπωνική ταινία τρόμου χαρακτήρα της καλόγριας, στη θέα της οποίας λογικά θα θορυβηθεί ακόμα και ο πιο έμπειρος σπλατεράς.
Πάντως οι ερμηνείες όλων ανεξαιρέτως των πρωταγωνιστών είναι πολύ ρεαλιστικές και υψηλού επιπέδου, ενώ η ιστορία του καθενός έχει το αναγκαίο ενδιαφέρον για να κάνει κάποιον να συγχωρήσει τις κακοτοπιές και να συνεχίσει να παρακολουθεί απορροφημένος. Η πλοκή εκτυλίσσεται με ενδιαφέρον τρόπο και η ανάλυση χαρακτήρων ξεφεύγει αρκετά από τα προσδοκώμενα b-επίπεδα που θα περίμενε κανείς από μια σχεδόν ξεχασμένη ταινιούλα τρόμου των 70’s. Όμως όλα μένουν ημιτελή καθώς ναι μεν μαθαίνουμε την ιστορία του καθένα από τους ενήλικες, αλλά οι αντίστοιχες των 5 παιδιών μένουν στο φλου, με μονάχα κάποιες νύξεις να προσπαθούν να καθοδηγήσουν το κοινό προς τα εκεί. Λογικά αυτό είχε σαν στόχο την ταύτιση των θεατών με τους «καλούς» της ιστορίας, αλλά με ελεγχόμενο βαθμό επιτυχίας.
Πάντως σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι το DEVIL TIMES FIVE είναι γενικά μια ευχάριστη και ελαφριά θεματικά ταινία. Υπάρχουν αρκετές γνήσια ανατριχιαστικές σκηνές πέρα από ορισμένους φόνους δοσμένους σε slow motion, αλλά τελικά το σενάριο δεν γίνεται ιδιαίτερα πιστευτό έτσι ώστε να γίνουν ακόμα πιο σοκαριστικά τα δρώμενα. Έχοντας όμως πει αυτό, πρέπει να παραδεχτώ ότι τουλάχιστον δύο από τους φόνους αν και δεν είναι ιδιαίτερα αιματηροί, πραγματικά παγώνουν το αίμα και σίγουρα είναι από τα στιγμιότυπα που θα εκτιμήσουν οι fans του τρόμου. Φανταστείτε ένα μπανάκι σε μπανιέρα η οποία βρίθει από σαρκοφάγα πιράνχας και καταβαίνετε τι εννοώ! Επίσης υπάρχει αρκετό σασπένς το οποίο συγκεντρώνεται προς το φινάλε, ενώ μέχρι τότε τα δρώμενα κρατούν σε υψηλό επίπεδο το ενδιαφέρον παρά τον ακαδημαϊκό ρυθμό.
Γενικά ολόκληρο το φινάλε είναι το σημείο αναφοράς στην ταινία, έντονο και γεμάτο σασπένς, αλλά ταυτόχρονα είναι κατάμαυρο και απαισιόδοξο και μοιάζει αταίριαστο με το υπόλοιπο σχετικά ουδέτερο ύφος μέχρι εκείνη τη στιγμή, πλην κάποιων μεμονωμένων εξαιρέσεων. Σε κάθε περίπτωση, όμως, πρόκειται για άλλη μια προσθήκη στον ατελείωτο κατάλογο των αδίκως παραμελημένων ταινιών τρόμου των 70’s που σήμερα ανακαλύπτουμε ξανά με τις εκδόσεις τους σε ψηφιακά επεξεργασμένα DVD. Μπορεί να μην φτάνει σε ποιότητα τις δύο προαναφερόμενες ταινίες με παιδιά- δολοφόνους, αλλά σίγουρα είναι μια άξια προσθήκη στον κατάλογο αντίστοιχων θεματικά ταινιών που δύσκολα θα απογοητεύσει τους φίλους του παλιού καλού ατμοσφαιρικού θρίλερ τρόμου.
DVD Notes:
Δεν υπάρχει έκδοση στην Ελλάδα.
Διεθνείς DVD εκδόσεις:
R0 Αμερική (Code Red) R0 Αμερική (Mill Creek)
Και οι δύο εκδόσεις είναι χωρίς περικοπές. Η έκδοση της Code Red έχει αναμορφική μεταφορά και αρκετά extras ενώ εκείνη της Mill Creek είναι budget έκδοση με ποιότητα εικόνας VHS. Ενδέχεται να υπάρχει και σε άλλες budget εκδόσεις παρόμοιας ποιότητας.