Σχόλια: Ο Douglas Trumbull έχει μείνει στην ιστορία για τις καινοτομίες που ανακάλυψε και εισήγαγε στον χώρο των ειδικών οπτικών εφέ, με αφετηρία το ιστορικό 2001: A SPACE ODYSSEY. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του δούλεψε σε ταινίες- σταθμούς στο χώρο της επιστημονικής φαντασίας όπως τα BLADE RUNNER, CLOSE ENCOUNTERS OF THE THIRD KIND και STAR TREK: THE MOTION PICTURE και για κάθε μια από αυτές κέρδισε υποψηφιότητα για Oscar ειδικών εφέ.
Όσον αφορά τις μόλις 12 ταινίες που σκηνοθέτησε από το 1972 και το γνωστό οικολογικό SILENT RUNNING μέχρι την τελευταία του δουλειά το 1996, η προσωπική μου προτίμηση είναι η συγκεκριμένη ταινία από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, μια ταινία που έμελλε να είναι η τελευταία της Natalie Wood που πέθανε πριν τελειώσουν τα γυρίσματα κάτι που παραλίγο να σημάνει το τέλος του συγκεκριμένου project που ολοκληρώθηκε χάρη στην επιμονή του σκηνοθέτη παρόλο που η παραγωγός εταιρία προτίμησε εκείνη την εποχή να τσεπώσει τα χρήματα της ασφάλειας ισχυριζόμενη ότι η ταινία δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί.
Το BRAINSTORM είναι από τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας που περισσότερο προβληματίζουν με θεματολογία που ξανασυναντήσαμε στο STRANGE DAYS της δεκαετίας του ’90. Δυο λαμπροί επιστήμονες (Christopher Walken και Louise Fletcher) ανακαλύπτουν μια μέθοδο που τους επιτρέπει να μαγνητοσκοπήσουν αυτά που γίνονται μέσα στον εγκέφαλο του ανθρώπου κατά τη διάρκεια διαφόρων φάσεων της ζωής του, συμπεριλαμβανομένων αισθήσεων και συναισθημάτων, τα οποία μετά μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε άπειρες εφαρμογές εικονικής πραγματικότητας, ιατρικής κλπ. Όλα αυτά γίνονται σε ένα εργαστήριο στο οποίο το δυναμικό ντουέτο εργάζεται, χρηματοδοτούμενο και επιβλεπόμενο από τον Cliff Robertson.
Φυσικά τα πράγματα περιπλέκονται όταν η εφεύρεση πέφτει στα χέρια αδίστακτων στρατιωτικών και κυβερνητικών παραγόντων, που δεν κρατιούνται να δοκιμάσουν την σκοτεινή πλευρά της εφεύρεσης, με απώτερο στόχο τον έλεγχο της ανθρώπινης συνείδησης και σκέψης και άλλες ανήθικες πρακτικές, κάτι που τσαντίζει την μανιακή καπνίστρια Louise Fletcher. Ο ξαφνικός θάνατος της τελευταίας θα αφήσει έναν Christopher Walken μόνο εναντίον όλων να προσπαθεί να αποτρέψει την λανθασμένη χρήση της εφεύρεσης και συγκεκριμένα της ταινίας του θανάτου της Louise Fletcher, την οποία η ίδια μαγνητοσκόπησε και που εν ολίγοις, ανοίγει τις πύλες της κολάσεως.
Όπως οι περισσότερες ταινίες Ε/Φ, έτσι και το BRAINSTORM έχει κάπως γεράσει οπτικά, μοιάζοντας σε αρκετές στιγμές του ξεπερασμένο, ακόμα και cheesy, αλλά δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι πρόκειται για μια ταινία με μεγάλο βάθος και πολυπλοκότητα που λειτουργεί σε πολλά επίπεδα και αποτελεί τροφή για σκέψη. Ενώ για παράδειγμα, το μεταγενέστερο STRANGE DAYS αντιμετωπίζει την ιδέα της εξωσωματικής εμπειρίας απλά επιδερμικά, ίσα- ίσα για να δικαιολογήσει την ρουτινιάρικη αστυνομική του ίντριγκα, το BRAINSTORM προσπαθεί να δει το θέμα από πολλές οπτικές γωνίες και πτυχές του.
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να χάνει κάπως από πλευράς ρυθμού και δράσης, προσπαθώντας να τεκμηριώσει και να εξηγήσει τις φιλόδοξες σεναριακές του ιδέες, κάτι που πάντως καταφέρνει σε ικανοποιητικό βαθμό, παρόλο που το πράγμα μπερδεύεται αρκετά όσο πλησιάζει το εντυπωσιακό φινάλε.
Για να είμαι ειλικρινής, περίμενα πολύ περισσότερο μπλα- μπλα στην παράδοση των αληθοφανών παραγωγών Ε/Φ της εποχής παρά δράση, οπότε ο χειρισμός του Trumbull σε αυτό τον τομέα με εξέπληξε ευχάριστα. Υπάρχει σχετικά γρήγορος ρυθμός, ενώ τα γυρίσματα στην πλοκή είναι καίρια και πολύ ενδιαφέροντα, όπως π.χ. η προσπάθεια του Christopher Walken να χρησιμοποιήσει την εφεύρεση για να σώσει τον φαινομενικά κατεστραμμένο γάμο του με την Natalie Wood, ή η έφοδος του στον κεντρικό υπολογιστή που έχει σαν αποτέλεσμα να τρελαθούν διάφορα υποστηρικτικά ρομπότ του εργαστηρίου σπέρνοντας το χάος.
Συγκρίσεις δεν μπορούν να γίνουν με επιτυχία με το SILENT RUNNING μιας και το BRAINSTORM είναι πολύ πιο τρομακτικό στη θεματολογία του από τον οικολογικό προβληματισμό του πρώτου, αλλά προσωπική μου άποψη είναι ότι το BRAINSTORM είναι ανώτερη ταινία. Πρώτα- πρώτα, το πέρασμα του χρόνου δεν φαίνεται και τόσο πάνω του όσο στο SILENT RUNNING. Δεύτερον, λείπει η μουσική της Joan Baez, που για εμένα προσωπικά είναι μεγάλο πλεονέκτημα, αλλά το σημαντικότερο απ’ όλα είναι ότι ενώ το SILENT RUNNING από ένα σημείο και μετά γινόταν προβλέψιμο και έχανε το ενδιαφέρον του θυσιάζοντας το στο βωμό του μηνύματος που προσπαθούσε να περάσει, το BRAINSTORM δεν πέφτει σ’ αυτή την παγίδα, μένοντας ψυχαγωγικό και ενδιαφέρον μέχρι το φινάλε, παρόλο που θεματικά είναι πολύ πιο «βαρύ» από το SILENT RUNNING και όλο και βαραίνει όσο περνάει ο χρόνος.
Σίγουρα δεν πρόκειται για μια ευκολοχώνευτη κινηματογραφική εμπειρία και χρειάζεται πάνω από μια προβολή για να μπει κανείς στην ουσία του, ενώ είναι και αρκετά άνισο σε πολλά σημεία. Όμως τόσο οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών, τα ειδικά εφέ, το επίπεδο προβληματισμού, όσο και η διάθεση του Trumbull να φτιάξει μια εν γένει διασκεδαστική ταινία με τη σωστή δόση κοινωνικού προβληματισμού, το κάνουν να είναι ένα από τα mainstream έργα Ε/Φ της εποχής που ξεχωρίζουν χωρίς να προσπαθεί απλά να εντυπωσιάσει ή να αποφύγει τις προκλήσεις της θεματολογίας του. |