Ένας κατά συρροή δολοφόνος σκοτώνει τους θαμώνες ενός drive in σινεμά.
Σχόλια:
Άλλο ένα όχι πολύ επιτυχημένο slasher από τη μετά BLACK CHRISTMAS εποχή της δεκαετίας του 70, ο τίτλος του οποίου τα λέει επί της ουσίας όλα για την υπόθεση. Το πεδίο σφαγής είναι το τοπικό drive in σινεμά στο οποίο δρα ένας μανιακός δολοφόνος που χρησιμοποιεί σπαθιά και άλλα αιχμηρά αντικείμενα για να σκοτώσει τους θεατές με αιματηρό τρόπο. Η αστυνομία έρχεται στο προσκήνιο για να εξετάσει την υπόθεση και οι δύο ερευνώντες αστυνομικοί βρίσκονται μεταξύ του αντιπαθητικού ιδιοκτήτη του Drive in που τυχαίνει να έχει την δική του προσωπική συλλογή από μαχαίρια και σπαθιά και τον όχι ιδιαίτερα λαμπρό συντηρητή.
Από πλευράς υπόθεσης τα πράγματα είναι ξεκάθαρα, όμως ο Stu Segall και η παρέα του αποτυγχάνουν παταγωδώς στο να καταφέρουν από αυτό το φαινομενικά πιασάρικο υλικό να παράγουν κάτι άξιο λόγου. Στο πρώτο μέρος η ταινία αφήνει υποσχέσεις με τους πρώτους ατμοσφαιρικούς και ιδιαίτερα αιματηρούς φόνους, αλλά σύντομα καταλαβαίνει κανείς ότι τέτοιες σκηνές gore είναι ίσως η μοναδική αξιόπιστη πηγή ενδιαφέροντος στην ταινία. Το υπόλοιπο κινείται σε επίπεδα ρουτινιάρικου αστυνομικού θρίλερ χωρίς εκπλήξεις, έμπνευση και κορύφωση.
Μέσα σε όλα, ουσιαστικά δεν υπάρχει κάποιος ουσιαστικός πρωταγωνιστής με τον οποίο να ψιλοταυτιστεί ο θεατής στην απέλπιδα προσπάθεια να δει κάτι καλό από το DRIVE IN MASSACRE. Οι μεν δύο μπάτσοι είναι παγερά αδιάφοροι σαν χαρακτήρες, ενώ η αστυνομική ίντριγκα είναι τουλάχιστον αφελής κάνοντας μια διεκπεραίωση βασικής αστυνομικής έρευνας σε ταινία slasher να μοιάζει σαν κάτι το ακατόρθωτο. Όσο για τον άλλο βασικό πρωταγωνιστή, αυτός δεν είναι άλλος από τον νερόβραστο Germy (Douglas Gudbye), που παρά την πειστική- τηρουμένων των αναλογιών- ερμηνεία του είναι πολύ δύσκολο να τον συμπαθήσει κανείς, πόσο μάλλον να του αποδώσει τον ρόλο του «ήρωα» της ταινίας.
Ήρωας δεν υπάρχει στο DRIVE IN MASSACRE, ούτε και κορύφωση της πλοκής σε ένα ανύπαρκτο μυστήριο. Ο σκηνοθέτης προσπαθεί να δώσει την εντύπωση ότι στην ταινία υπάρχει ενδιαφέρουσα υπόθεση, αλλά αποτυγχάνει κάνοντας την εξέλιξη να μοιάζει χωρίς λογική και συνοχή. Η ταινία κινείται σε επαναλαμβανόμενο μοτίβο που θέλει να γίνεται μια αχρείαστη και βαρετή ανάλυση του χαρακτήρα του κάθε ζευγαριού πριν τον αιματηρό φόνο του, τους δύο μπάτσους ερευνώντας την υπόθεση να επιδίδονται σε ακατάσχετη φλυαρία και ανακρίσεις της κακιάς ώρας και πάλι από την αρχή. Δεν υπάρχουν ύποπτοι στην υπόθεση, δεν υπάρχει καμία λογική στην όλη φάση και το όλο θέαμα μοιάζει να είναι περιτύλιγμα γύρω από τις 3-4 σκηνές splatter που πάντως είναι αρκετά δυνατές για την εποχή.
Όμως όσο σπλατεράς και να είναι κανείς, σίγουρα δεν θα δει κάτι ιδιαίτερα πρωτότυπο ούτε από αυτή την άποψη στο DRIVE IN MASSACRE, όπως και από τις άλλες exploitation οπτικές γωνίες. Το γυμνό είναι σχεδόν ανύπαρκτο, όπως είναι και το στοιχείο του χιούμορ, επιτηδευμένου ή μη που δίνει το κάτι παραπάνω σε ταινίες αυτού του είδους. Όλο το χιούμορ της ταινίας συνοψίζεται στην τελική κάρτα μετά το φινάλε που αναφέρει με πομπώδες ύφος το παρακάτω
«Το αναίτιο αιματοκύλισμα που συγκλόνισε ένα drive in της Καλιφόρνια εξαπλώθηκε και σε άλλες αίθουσες ανά την χώρα. Οι αρχές δηλώνουν ότι δεν υπάρχουν στοιχεία για την ταυτότητα του δολοφόνου και δεν υπάρχει τελειωμός για την φρίκη που επίκειται. Ο δολοφόνος μπορεί να χτυπήσει ξανά. Οπουδήποτε…, οποιαδήποτε στιγμή…. Ποιος είναι ο επόμενος…;».
Νομίζω τα λέει καλύτερα απ’ ότι θα μπορούσα να το πω εγώ!