Σχόλια: Από μικρό παιδί που είχα αρχίσει να ασχολούμαι τακτικά με τα διάφορα VHS με τα εντυπωσιακά εξώφυλλα συνήθως από την Ιταλία, είχα αρχίσει να έχω παγιωμένες απόψεις για κάποια πράγματα. Για παράδειγμα, ταινία με Tenrence Hill και Bud Spencer ήταν πάρα πολύ δύσκολο να μην μου «κάνει», όπως και οτιδήποτε είχε στα credits το όνομα ‘’Anthony M. Dawson’’, το πιο διαδεδομένο ψευδώνυμο του Antonio Margheriti, μάστορα της Ιταλικής δράσης και μεγάλη μορφή για το σινεμά τρόμου, ιδίως μετά το κλασσικό και ανεπανάληπτο CASTLE OF BLOOD της δεκαετίας του ’60 που μαζί με τις δημιουργίες του Mario Bava και την Hammer Films ουσιαστικά όρισαν το είδος του γοτθικού τρόμου εκείνης της περιόδου.
Όμως, ο συμπαθής Margeriti πάντα είχε καταφέρει να ταυτίζει το όνομά του με τη δράση και την περιπέτεια, και σ’ αυτό το είδος ανήκει η συγκεκριμένη μεταγενέστερη δουλειά του, παρόλο τον τίτλο που παραπέμπει σε αντιγραφές του ALIEN και αντίστοιχες ταινίες.
Η ιστορία περιγράφει την περιπέτεια ενός ζευγαριού μελών της Greenpeace που πηγαίνουν σε ένα απομακρυσμένο νησί για να ψαχουλέψουν σχετικά με το που ακριβώς καταλήγουν τα βαρέλια με τα ραδιενεργά απόβλητα που παράγει το συγκεκριμένο εργοστάσιο που βρίσκεται εκεί. Γρήγορα, ανακαλύπτουν ότι τα βαρέλια καταλήγουν μέσα στο παρακείμενο ενεργό ηφαίστειο, κάτι που σηματοδοτεί την αρχή μεγάλης οικολογικής καταστροφής. Έτσι, καταγράφουν τις αποδείξεις στην κάμερά τους και προσπαθούν να διαφύγουν.
Όμως ο σχεδόν παρανοϊκός και διψασμένος για εξουσία διοικητής της μονάδας (Charles Napier) δεν μπορεί να διανοηθεί το να ξεφύγουν κι έτσι μόλις τους παίρνουν χαμπάρι εξαπολύει ανελέητο ανθρωποκυνηγητό για να εξασφαλίσει ότι η συγκεκριμένη κασέτα δεν θα απομακρυνθεί από το χώρο του νησιού.
Έτσι αρχίζει η περιπέτεια του ζευγαριού που προσπαθεί να ξεφύγει, με την γυναίκα δημοσιογράφο να συναντάει έναν τοπικό καλλιεργητή φιδιών που θα τη βοηθήσει να πάρει την κασέτα πίσω και να αποκαλύψει το τρομερό μυστικό της εγκατάστασης.
Κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς τους, εμφανίζεται και ο εξωγήινος του τίτλου, που είναι ένα παράξενο πλάσμα, σαν υβρίδιο μηχανής και οργανικού πλάσματος, που τρέφεται με τα απόβλητα του εργοστασίου και που δίνει στους φίλους μας ένα παραπάνω πρόβλημα, όταν έχουν κάπως αποφύγει τα πυρά των φρουρών της εγκατάστασης.
Μηδέν πρωτοτυπία, με λίγα λόγια, σε αυτό το υβρίδιο αντιγραφής του ALIEN και ταινίας δράσης που πάντως έχει αρκετό υλικό για τους πιστούς fans των b-movies του είδους. Τα στοιχεία που συναντάμε στις ταινίες του Margheriti είναι όλα εδώ, με πολύ κυνηγητό, εντυπωσιακές σκηνές μπαμ- μπουμ, εκρήξεις και όμορφα ειδικά εφέ βασισμένα σε μοντέλα- μινιατούρες.
Οι χαρακτήρες είναι σούπερ- κλισσαρισμένοι με ηγέτη τον Charles Napier, που το μόνο που κάνει σε ολόκληρη την ταινία είναι να ξεστομίζει κοφτές διαταγές και να τα παίρνει στο κρανίο με τους ανθρώπους του που δεν μπορούν να βρουν τους φυγάδες. Προβλέψιμα, υπάρχει και ο καλός επιστήμονας που γνωρίζει ότι η πολιτική απόθεσης λυμάτων από το εργοστάσιο και τον Napier δεν θα καταλήξει σε καλό, ο οποίος στο φινάλε δίνει το απαραίτητο χέρι βοήθειας στους φίλους μας, και όλα γενικά κινούνται σε γνώριμα μοτίβα.
Όσο για το τέρας, είναι ένα αξιοπερίεργο, με την πρώτη του εμφάνιση να γίνεται περίπου 50 λεπτά αφού ξεκίνησε η ταινία, ενώ στην ολότητά του βλέπουμε μόνο προς το φινάλε. Πριν από αυτό κυριαρχεί η παράξενη δηλητηριώδης δαγκάνα του, που με ένα απλό άγγιγμα κάνει τους ανθρώπους να λιώνουν. Γενικά, η δράση του τέρατος είναι ολίγον τι τυπική, χωρίς κάτι το φοβερό, και ιδίως όταν το βλέπουμε στην τρομακτική (;) του ολότητα, όπου όσο εντυπωσιακό και να φαίνεται εμφανισιακά, άλλο τόσο είναι δυσκίνητο και μοιάζει ελάχιστα απειλητικό για τους πρωταγωνιστές.
Πάντως για ταινία του Antonio Margheriti, το ALIEN FROM THE DEEP έχει κάποια στοιχεία που αξίζει να αναφέρουμε. Πρώτο, ίσως οι έμπειροι από μεταγενέστερες Ιταλικές παραγωγές να ξεχώρισαν ήδη το όνομα του Franco Gaudenzi στην παραγωγή, του ανθρώπου που ήταν υπεύθυνος για τη παραγωγή των περισσότερων ταινιών της εποχής του Bruno Mattei (HELL OF THE LIVING DEAD, ROBOWAR) και Claudio Fragasso (AFTER DEATH, TROLL 2). Ο συγκεκριμένος συνασπισμός δεν είναι και πολύ συνηθισμένος στο Ιταλικό σινεμά, οπότε κάποια στοιχεία ίσως εξηγούνται αυτόματα από αυτό το γεγονός, όπως η εμμονή σε πλάνα δράσης και κυνηγητά.
Δεύτερον, αν και η συγκεκριμένη ταινία ανήκει στην εποχή που τόσο ο Margheriti όσο και το Ιταλικό b-σινεμά προσπαθούσαν να βρουν τη αίγλη τους που χάθηκε από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, σίγουρα είναι καλύτερη από την πλειοψηφία των δημιουργιών του έμπειρου σκηνοθέτη εκείνης της περιόδου, που περιλάμβαναν πολεμικά rip- offs όπως το CODENAME WILD GEESE και το COMMANDO LEOPARD.
Πάντως πρέπει να αναγνωρίσω στον Margheriti ότι σχεδόν πάντα κατάφερνε να βγάλει κάτι αξιόλογο από το υλικό του, ακόμα και σε περιπτώσεις που το budget του ήταν φανερά πολύ φτωχό, όπως στην περίπτωση του ALIEN FROM THE DEEP. Έτσι, έχουμε εντυπωσιακές τοποθεσίες όπως στις περισσότερες ταινίες του Ιταλού μαέστρο και εξίσου εντυπωσιακά πλάνα καταστροφής, με κορυφαία την τελική σκηνή της έκρηξης του ηφαιστείου, που ο Margheriti είχε ξανακάνει με αρκετή επιτυχία τόσο στο ARK OF THE SUN GOD όσο και στο THE HUNTERS OF THE GOLDEN COBRA. Επίσης, οι σκηνές δράσης είναι γενικά χορταστικές και περιλαμβάνουν πιστολίδι, λάκκους γεμάτους δηλητηριώδη φίδια και το σήμα κατατεθέν του Antonio Margheriti, που είναι οι πολλές εντυπωσιακές και καλοφτιαγμένες εκρήξεις.
Γενικά, δύσκολα θα πέσει κανείς έξω με τη συγκεκριμένη ταινιούλα, ιδίως κάποιος που έχει εμπειρία από το Ιταλικό σινεμά της εποχής, μιας και σίγουρα ξεχωρίζει από το σωρό των αδιάφορων περιπετειών δράσης και πολεμικών rip- offs στα οποία επικεντρώθηκε η βιομηχανία της γειτονικής χώρας μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’80. Δεν ξεχωρίζει πολύ, αλλά πάντως έχει την αναγκαία γοητεία και χαβαλέ που θα εξασφαλίσουν 90 ποιοτικά b-λεπτά για τους φίλους της φτηνής Ε/Φ και δράσης, αλλά και του μεγάλου παραμυθά Antonio Margheriti. |