Σχόλια: Έχουμε ξαναπεί ότι το ντουέτο Enzo G. Castellari και Franco Nero είναι από τα μεγαλύτερα που ανέδειξε ποτέ το εμπορικό Ιταλικό σινεμά των δεκαετιών 70 και 80, και είναι γενικά «άχαστο» για τους fans της καλής περιπέτειας και δράσης.
Αυτό αποδεικνύεται για άλλη μια φορά με το KEOMA, ένα από τα γνωστότερα γουέστερν του παραγωγικού Castellari και παράλληλα ένα από τα πιο ασυνήθιστα και παράξενα spaghetti της εποχής του δεύτερου κύματος Ιταλικών γουέστερν.
Το KEOMA κινείται περισσότερο στο δρόμο του δράματος παρά της καθαρής περιπέτειας. Όχι ότι δεν υπάρχει δράση και πιστολίδι, κάθε άλλο. Όμως αυτή τη φορά ο Castellari ποντάρει περισσότερο στην ανθρώπινη υπόσταση των ηρώων παρά στην ταχύτητα με την οποία τραβούν το πιστόλι, όπως η συντριπτική πλειοψηφία των σπαγγέτι γουέστερν της εποχής.
Αυτή η τακτική είναι παρούσα στις περισσότερες ταινίες του πολυτάλαντου Castellari, όπως πχ στο STREET LAW, αλλά στο KEOMA είναι ξεκάθαρο ότι ο σκηνοθέτης θέλησε να εκμεταλλευτεί περισσότερο το υποκριτικό ταλέντο του σταρ της εποχής Franco Nero και να παίξει με τα συναισθήματα των θεατών προκαλώντας τους να προβληματιστούν και να σκεφτούν πραγματικά το πλαίσιο πάνω στο οποίο βάσισε την ιστορία. Η συναισθηματική φόρτιση των ηρώων είναι διάχυτη σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, που έχει μια γλυκόπικρη και νοσταλγική ατμόσφαιρα.
Αν κάποιος θέλει να χαρακτηρίσει στα γρήγορα το KEOMA, αναγκαστικά θα πρέπει να το κατατάξει στην ατελείωτη σειρά από σπαγγέτι γουέστερν εκδίκησης, μιας και σε γενικές γραμμές η υπόθεση είναι η συνηθισμένη ιστορία επιστροφής του ασώτου γιου στο χωριό στο οποίο μεγάλωσε, το οποίο βρίσκει σε παρακμή υπό το τυραννικό καθεστώς του μεγαλοκαρχαρία της περιοχής. Όπως συνήθως, ο ήρωας θα προσπαθήσει να βοηθήσει το χωριό στο να απαλλαγεί από τον τύραννο με πολύ πιστολίδι και φαντασμαγορικές μάχες.
Αυτή είναι όμως μόνο μία από τις πολλές πτυχές τις οποίες αγγίζει ο Castellari, και θα ήταν άδικο για την ταινία να επικεντρωθεί κανείς μόνο σ’ αυτή. Οι υπόλοιπες έχουν να κάνουν με το φόβο της διαφορετικότητας, μιας και ο Κεόμα είναι μιγάς, μισός Ινδιάνος και μισός λευκός, που ο πατέρας του τον υιοθέτησε και τον μεγάλωσε σαν γιο του πλάι στους τρεις γιους εξ αίματος. Ο Κεόμα έφυγε από το χωριό και γυρίζοντας βρήκε τα αδέλφια του στην υπηρεσία του αδίστακτου Caldwell, που έχει ξεζουμίσει το χωριό και τους κατοίκους του, κάνοντάς τους να χάσουν κάθε ελπίδα για το μέλλον.
Στην πορεία, ο Κεόμα συναντάει το παρελθόν του στο πρόσωπο του έγχρωμου φίλου του και συμπολεμιστή του κάποτε ατρόμητου πατέρα του, που τον είχε μάθει να μην χάνει την ελπίδα του όταν τα τρία αδέλφια του τον κορόιδευαν και τον έβριζαν επειδή ήταν μισός Ινδιάνος, μαθαίνοντάς του ότι το χρώμα του δέρματος δεν κάνει τους άντρες. Στην πόλη του Caldwell όμως, ο κάποτε θαρραλέος και δυνατός George είναι πλέον ένας φοβισμένος αλκοολικός, ανήμπορος να αντισταθεί στους τυράννους, ενώ ο πατέρας του είναι ένας τσακισμένος γέρος, εγκαταλελειμμένος από τα παιδιά του που έχουν εισχωρήσει στο στρατόπεδο του Caldwell.
Έτσι, ο Κεόμα ανακαλύπτει ότι το χωριό στο οποίο μεγάλωσε είναι ακόμα πιο εχθρικό και αφιλόξενο γι αυτόν απ’ ότι το άφησε για να πάει στον πόλεμο, αλλά ο αληθινός πόλεμος μόλις τώρα αρχίζει γι αυτόν καθώς πρέπει εκτός από τον Caldwell και τον στρατό του, πρέπει να πολεμήσει την ατολμία και την αδιαφορία των συγχωριανών του.
Ο Castellari χρησιμοποιεί περίτεχνα πλάνα από αναδρομές στο παρελθόν τα οποία αναμιγνύονται με το παρόν για να δημιουργήσει μια ελεγειακή, σχεδόν παραισθησιακή ατμόσφαιρα. Τα ταλαιπωρημένα χαρακτηριστικά του ήρωα που μοιάζει να έχει κουραστεί από τις κακουχίες της ζωής του δένουν άψογα με αυτήν την συναισθηματικά φορτισμένη ατμόσφαιρα, κάτι που ο Franco Nero πάντα κατάφερνε με τις βαθιά ανθρώπινες ερμηνείες του, ακόμα και υποδυόμενους τους πιο αρχέτυπους, κλισσαρισμένους και μονοδιάστατους χαρακτήρες.
Ο Κεόμα δεν είναι υπεράνθρωπος, αν και η ταχύτητα του εξάσφαιρού του είναι σχεδόν υπερφυσική, όπως οι περισσότεροι ήρωες των σπαγγέτι γουέστερν. Έχει τα τρωτά σημεία του, τις μανίες του και τις χτυπητές αδυναμίες του, όπως οι περισσότεροι χαρακτήρες στο KEOMA, με μοναδική ίσως εξαίρεση τον Caldwell (Donald O'Brien) και κάποια από τα τσιράκια του. Η σύγκρουση μεταξύ του Κεόμα και του Caldwell γίνεται αναπόφευκτη, και μοιραία αυτό το γεγονός κάπως υποβαθμίζει το βάθος που ήθελε να δώσει ο Castellari και κάνει το δεύτερο μέρος του KEOMA να μοιάζει κάπως τετριμμένο.
Πάντως τα σήματα κατατεθέντα του Castellari υπάρχουν όλα, όπως τα ποιητικά πλάνα δράσης σε αργή κίνηση, αιματηρές μονομαχίες και η καταπληκτική τελική σεκάνς με τη μάχη τριών εναντίον πολλών, όλα συνοδεία της όπως πάντα εκπληκτικής μουσικής των μόνιμων συνεργατών του, Maurizio και Guido De Angelis. Η ερμηνεία του Franco Nero είναι άψογη, όσο και του βετεράνου Woody Strode, ενώ η δική μας Όλγα Καρλάτου (ZOMBIE 2) είναι κούκλα, παρά την κάπως υπερβολική ερμηνεία της. Όμως όλα μοιάζουν κάπως ανολοκλήρωτα και δεν δένουν στο βαθμό που συναντάμε σε άλλες ταινίες του Ιταλού μαέστρου της δράσης.
Όχι ότι θα απογοητευτεί κανείς και πολύ από αυτό, αλλά ίσως το συγκινητικό φινάλε και η επιμονή στο κοινωνικό στοιχείο να ξενίσουν κάποιους από τους πιστούς του Castellari και των spaghetti γουέστερν γενικότερα, που θα δουν μεν ένα πολύ φιλόδοξο έργο, που όμως θα μπορούσε να είχε δουλευτεί περισσότερο από τον Enzo G. Castellari. |