Σχόλια: Το TWINS OF EVIL είναι μια από τις πιο ολοκληρωμένες παραγωγές της θρυλικής Αγγλικής Hammer Films που μας χάρισε στο παρελθόν μεταξύ άλλων τις περιπέτειες του Δράκουλα με τον Chris Lee. Στο ίδιο κλίμα, το TWINS OF EVIL είναι το τελευταίο μέρος της ανεπίσημης τριλογίας με πρωταγωνιστή τον Κόμη Karnstein, με τις δύο προηγούμενες να είναι τα THE VAMPIRE LOVERS και LUST FOR A VAMPIRE, που κυκλοφόρησαν το 1970.
Ο Peter Cushing υποδύεται τον Gustav Weil, υπέρ συντηρητικό θεοσεβούμενο αλλά απίστευτα σκληρό άνθρωπο, που μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της Αδελφότητας εντοπίζουν «αμφίβολων ηθών» γυναίκες, τις εξετάζουν για τον βαθμό εμπλοκής τους με το Σατανά, και συνήθως καταλήγουν να τις καίνε στην πυρά λόγω μαγείας χωρίς δίκη ή αδιάσειστες αποδείξεις.
Η ζωή του Gustav Weil αναστατώνεται όταν οι δύο πανέμορφες δίδυμες ανιψιές του έρχονται να μείνουν μαζί του, και εντοπίζονται από τον αιμοδιψή Κόμη Karnstein που μόλις απέκτησε βρικολακικό status και έχει σκοπό να τις μετατρέψει σε υπηρέτριές του κάνοντάς τις βρικόλακες. Η Frieda είναι πιο επιρρεπής στην κακιά επιρροή του Karnstein και δεν αργεί να πέσει θύμα της δίψας για αίμα του σατανικού Κόμη, ενώ η Maria είναι η αθώα περιστέρα από τις δύο. Σύντομα, διάφοροι φόνοι αρχίζουν να συγκλονίζουν την περιοχή, και ο Gustav Weil υποψιάζεται ότι είναι δουλειά θηλυκών οργάνων του Σατανά. Με τα πολλά, ανακαλύπτει με τη βοήθεια και του cult ειδώλου David Warbeck (THE BEYOND, THE BLACK CAT) ότι η μια από τις δύο δίδυμες ανιψιές του είναι η πηγή του κακού.
Η τάση που εγκαινιάστηκε με τις δύο προηγούμενες ταινίες της τριλογίας του Κόμη Karnstein, όπου το γυμνό παντρεύεται με τον τρόμο συνεχίζεται με μεγάλη επιτυχία στο TWINS OF EVIL, κυρίως λόγω της πληθωρικής παρουσίας των πρώην Playmates αδελφών Mary και Madeleine Collinson, που είναι πραγματική απόλαυση να βλέπει κανείς. Η ιστορία, όπως ίσως θα μαντέψατε, είναι ουσιαστικά η δραματική ιστορία της πάλης του καλού με το κακό, που ενσαρκώνεται στο πρόσωπο της όμορφης Frieda. Παρ’ όλη τη θεατρική υπόστασή της ταινίας, ο John Hough σκηνοθετεί με μαεστρία και επιβλητική ατμόσφαιρα το προσωπικό show του μεγάλου Peter Cushing, που εδώ δίνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του, πρώτα σαν αδίστακτος κυνηγός μαγισσών, και μετά σαν ο τσακισμένος θείος που βλέπει το αίμα του να υποκύπτει στο κακό του Κόμη Karnstein και διχάζεται μεταξύ της αγάπης του προς την ανιψιά του και την αφοσίωσή του στην Εκκλησία και στο λόγο του Θεού.
Πραγματικά ο θεατής νιώθει την πίεση βλέποντας το πρόσωπο του Cushing, που απέχει πολύ από τις «θεατρικές» ερμηνείες των περισσότερων από τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές, και ο ξαφνικός θάνατος της γυναίκας του κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων δίνει στην ερμηνεία του ακόμα μεγαλύτερο ρεαλισμό και σκληράδα απ’ ότι συνήθως.
Ο David Warbeck είναι επίσης καλός, όπως συνήθως, όσο και ο Damien Thomas στο ρόλο του Κόμη Karnstein, αλλά η παρουσία του Cushing σκεπάζει τις ερμηνείες τους, όπως και των περισσότερων πρωταγωνιστών στο TWINS OF EVIL. Οι δίδυμες είναι χάρμα οφθαλμών και παρόλο που οι ερμηνείες τους είναι λίγο «ξύλινες», μας αποζημιώνουν με τις ερωτικές τους περιπτύξεις.
Όπως σε κάθε ταινία της Hammer τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι αρκετά καλά και δίνουν την εικόνα της εποχής, ενώ η σκοτεινή αλλά πολύ καλή φωτογραφία τονίζει περισσότερο την γοτθική ατμόσφαιρα. Δυο- τρεις σκηνές αρκετά δυνατού για τα δεδομένα της Hammer gore συμπληρώνουν την εικόνα, και καθιστούν το TWINS OF EVIL αναγκαία προσθήκη στη συλλογή κάθε φίλου της Βρετανικής εταιρίας, όσο και στους φίλους του παραδοσιακού σινεμά τρόμου της εποχής. |