Μια διαταραγμένη γυναίκα στοιχειώνεται από μνήμες της δύσκολης παιδικής της ηλικίας όπου είχε πέσει θύμα κακοποίησης από τον πατέρα της.
Σχόλια:
Ομολογώ ότι έχω μείνει με μικτά συναισθήματα από την προβολή του άγνωστου και ξεχασμένου THE WITCH WHO CAME FROM THE SEA, μιας exploitation ταινίας που όμως ξεφεύγει πολύ από τα στενά πλαίσια αυτού του κινηματογράφου που ευδοκίμησε τη δεκαετία του ’70. Κατ’ αρχάς δεν έχω καταφέρει ακόμα να ξεπεράσω τον απίστευτα αργό ρυθμό στην πρώτη ώρα της προβολής και την πληθώρα διαλόγων το ενδιαφέρον τον οποίων είναι γενικά συζητήσιμο. Από την άλλη δεν έχω καταφέρει ούτε να χωνέψω το φινάλε και τον περίτεχνο τρόπο με τον οποίο παρουσιάστηκε από το σκηνοθέτη Matt Cimber.
Κακά τα ψέματα, η υπόθεση και το πώς θα εξελιχθεί στη συνέχεια φαίνεται ξεκάθαρα από τα πρώτα 15 με 20 λεπτά προβολής, οπότε από άποψη εκπλήξεων η ταινία δεν έχει να επιδείξει κάτι. Ο σκηνοθέτης προτιμάει να υιοθετήσει ένα περίεργο, σχεδόν ονειρικό και σουρεαλιστικό τρόπο κινηματογράφησης που επικεντρώνεται στο διάλογο και την ανάλυση χαρακτήρων, παρά στα συμβάντα καθαυτά. Αυτό φέρνει στην επιφάνεια τις Art- House αναζητήσεις του σκηνοθέτη, αλλά όταν έχεις στα χέρια σου μια ταινία με αυτόν τον τίτλο η οποία είχε και το χρόνο της στην περιβόητη λίστα των απαγορευμένων στη Βρετανία video nasties, τότε δε νομίζω ότι το πιθανό κοινό είναι λάτρεις του Αγγελόπουλου και του Michaelangelo Antonioni.
Εντάξει, υπάρχουν κάποια δυνατά σημεία και σόκιν σκηνές, αλλά θα είναι αστείο κανείς να σταθεί σε αυτές σε μια ταινία που προσπαθεί με μηδαμινό προϋπολογισμό να ξεχωρίσει σε όλα τα μέτωπα που αντίστοιχες δεν τολμούν.
Η ταινία αφηγείται την τραγική ιστορία της Molly, μιας όμορφης αλλά σοβαρά διαταραγμένης προσωπικότητας που υπέφερε από σεξουαλική κακοποίηση στα χέρια του πατέρα της όταν ήταν σε τρυφερή ηλικία. Τα γεγονότα αυτά τη σημάδεψαν για πάντα και τώρα ζει σε έναν κόσμο αλκοόλ και αβεβαιότητας μαζί με την αδελφή της και τα μικρά ανίψια της.
Μετά από ένα περιστατικό όπου σε ένα από τα συχνά μπλακ άουτ της σκοτώνει ευνουχίζοντας δυο επίδοξους επιβήτορες στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου αρχίζει να βυθίζεται σε έναν κόσμο παραισθήσεων στον οποίο δεν έχει επίγνωση των πράξεων της, συν την απαραίτητη συνδρομή αλκοόλ και ηρεμιστικών χαπιών για την περαιτέρω δημιουργία καλής διάθεσης. Δυστυχώς όμως για εκείνη, οι δύο νεκροί τυπάδες ήταν διάσημοι αθλητές και έτσι η αστυνομία δεν αργεί να έρθει στο κατόπι της. Εντωμεταξύ το περιβάλλον της αρχίζει να την υποπτεύεται καθώς μέρα με τη μέρα η συμπεριφορά της γίνεται όλο και πιο παράξενη.
Παραδέχομαι το γνήσιο όραμα και την επιτυχία του Matt Cimber που φτιάχνει μια απόλυτα πρωτότυπη κοινωνική ταινία που μοιάζει να έχει βρει τη χρυσή τομή μεταξύ art και exploitation. Στοιχεία και από τις δύο κινηματογραφικές σχολές υπάρχουν διάχυτα, με την πλάστιγγα πάντως να γέρνει προς το αγαπημένο μας exploitation. Αρκετά πλάνα αναίτιου γυμνού και ορισμένες διακριτικές δολοφονίες συνηγορούν σ’ αυτό, αλλά το υπόλοιπο είναι η εξερεύνηση του διαταραγμένου κόσμου της Molly. Η τελευταία ενσαρκώνεται άριστα από την απόλυτα δοσμένη στο ρόλο της Millie Perkins, η οποία πότε είναι ευαίσθητη και εύθραυστη και πότε αγέρωχη και επικίνδυνη.
Όσον αφορά αυτό το κομμάτι της ταινίας, προσωπικά το βρήκα αρκετά βαρύ και ασήκωτο για το καλό του, με ασταμάτητο διάλογο που ενίοτε βγάζει και κάποιο νόημα, αλλά που γενικά στόχο έχει το συμβολισμό των φρικτών επιπτώσεων της σεξουαλικής κακοποίησης. Σίγουρα ένα διόλου ελαφρύ θέμα, που πάντως αντιμετωπίζεται με αρκετή σοβαρότητα τόσο από το σενάριο όσο και από την εκτέλεση του.
Γενικά πρόκειται για ένα γνήσιο κοινωνικό δράμα με στοιχεία μυστηρίου και θρίλερ έτσι για να γίνεται κάπως πιο εύπεπτο, αν μπορεί να πει κανείς κάτι τέτοιο. Βάλε όμως από τη μία τη νοσηρή του θεματολογία, και από την άλλη την σχεδόν παντελή έλλειψη δράσης και ρυθμού, οπότε μιλάμε για μια άνιση προσπάθεια που ειλικρινά δεν ξέρω σε ποιους να συστήσω. Σίγουρα όχι στους φίλους του splatter και τρόμου, αλλά ούτε και καθαρόαιμου exploitation. Ένα φιλόδοξο αξιοπερίεργο της δεκαετίας του ’70 προς αναζήτηση κοινού και αναγνώρισης, που σίγουρα έχει το ενδιαφέρον του, αν και για διαφορετικούς λόγους απ’ ότι μαντεύει κανείς.
DVD Notes:
Δεν υπάρχει έκδοση στη χώρα μας.
Διεθνείς DVD εκδόσεις:
R1 Αμερική (Subversive Cinema) R2 Μ. Βρετανία (Anchor Bay UK) – Box of the Banned
Όλες οι εκδόσεις είναι χωρίς περικοπές. Η Βρετανική έκδοση είναι μέρος του boxed set Box Of The Banned 2. Η R1 έχει και ηχητικό σχολιασμό.