Σχόλια: Το Ιταλικό σινεμά είχε αρχίσει να παίρνει την κάτω βόλτα από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μετά, με μόνο ελάχιστους από τους δημιουργούς να προσφέρουν έργο άξιο λόγου, όπως πχ ο Dario Argento και το επιτελείο του. Από εκεί και πέρα, η συντριπτική πλειοψηφία των Ιταλικών παραγωγών ξεχνιόνταν εύκολα και γενικά χαρακτηριζόταν από προχειρότητα, έλλειψη budget αλλά και φανερή έλλειψη έμπνευσης, οράματος και πολλές φορές ικανότητας από τους συντελεστές. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Bruno Mattei ήταν από τους πιο παραγωγικού εκείνη την περίοδο με πολλές «γρήγορες» και φτηνές ταινίες, από τις οποίες όμως ελάχιστες κατάφεραν να ξεχωρίσουν, έστω και σαν αντικείμενα cult ενδιαφέροντος. Όσο για τις ταινίες των διαφόρων «μεγάλων», όπως Umberto Lenzi, Lucio Fulci κλπ εκείνης της περιόδου, καλύτερα να μην το πολυψάξουμε!
Δυστυχώς το THE BRONX EXECUTIONER πέφτει με το κεφάλι σε αυτή τη συνομοταξία ταινιών, παρόλο που κάποιος ίσως ενθουσιαστεί στην αρχή βλέποντας το ψευδώνυμο του Umberto Lenzi "Βob Collins" στη σκηνοθεσία. Αποδεικνύεται, όμως, ότι ο αυτός ο "Βob Collins" είναι στην πραγματικότητα ο Vanio Amici, μοντέρ σε πολλές ταινίες από τη γειτονική χώρα εκείνης της εποχής και σκηνοθέτης μόνο αυτής της συγκεκριμένης ταινίας.
Με λίγα λόγια, το THE BRONX EXECUTIONER αποτυγχάνει παταγωδώς στα περισσότερα μέτωπα, κάτι που μοιάζει απόλυτα φυσιολογικό να σκεφτεί κανείς ότι παραπάνω από τις μισές σκηνές της ταινίας προέρχονται από το THE FINAL EXECUTIONER του Romolo Guerrieri που γυρίστηκε το 1984. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν και όλα τα πλάνα του Woody Strode, όσο και αρκετά της Margit Evelyn Newton, που είναι μια από τις λίγες που συμμετείχε και στα γυρίσματα του 1989.
Αυτό το γεγονός και μόνο δίνει την αίσθηση ότι έχουμε να κάνουμε με παραγωγή στα στάνταρντς του Godfrey Ho, και δυστυχώς ο Vanio Amici δεν κάνει και πολλά για να αλλάξει αυτή την αίσθηση.
Και ακόμα και να ήθελε, κάτι τέτοιο αποδεικνύεται πολύ δύσκολο και είναι φανερό από τα πρώτα λεπτά της ταινίας. Παρόλη τη φιλόδοξη υπόθεση, που ασχολείται με έναν νέο μπάτσο που πρέπει να κάνει τη εκπαίδευσή του σε συνθήκες μάχης και στέλνεται στο πλευρό ενός τοπικού σερίφη (Woody Strode) στο επικίνδυνο Μπρονξ. Εκεί μαίνονται οι μάχες μεταξύ ανθρωποειδών και ανδροειδών τα οποία έχουν παρατηθεί από τα εργοστάσια κατασκευής τους και τώρα προσπαθούν να δημιουργήσουν ανθρώπινη συνείδηση. Η Margit Evelyn Newton είναι η αδίστακτη αρχηγός των ανδροειδών (νομίζω), ενώ υπάρχει ένας τυπάς με ξυρισμένο κεφάλι (Alex Vitale) που ανήκει στο αντίπαλο στρατόπεδο, και μάλιστα ερωτεύεται μια ανθρώπινη γυναίκα.
Όταν η συμμορία της Margit Evelyn Newton βιάζει και σκοτώνει τη συγκεκριμένη γυναίκα, ο φίλος μας ορκίζεται εκδίκηση και σμίγει με τον μπάτσο που εντωμεταξύ έμεινε μόνος, μιας και ο Woddy Strode αποφάσισε ότι είχε πάρει αρκετή δόση από το μέλλον και ήταν καιρός να κρεμάσει τα παπούτσια του. Στην πραγματικότητα, βέβαια, ο λόγος που ο συγκεκριμένος χαρακτήρας εξαφανίστηκε ξαφνικά ήταν ότι ο Woody Strode ποτέ δεν υπήρξε μέλος της παραγωγής και όλα τα πλάνα του προέρχονται από το THE LAST WARRIOR, αλλά μην το πείτε σε κανέναν!
Προσπαθώντας να βρω στοιχεία που να υπερασπίζονται το THE BRONX EXECUTIONER έστω και λίγο, κατέληξα σε κάποιες ατάκες της σατανικής Margit Evelyn Newton, όπως «το μόνο που αγαπάω είναι ο θάνατος. Άλλων ανθρώπων, φυσικά…»! Η σκηνή του βιασμού επίσης είναι από τα ελάχιστα σημεία που έκαναν τα μάτια μου να αποκτήσουν μια κάποια έκφραση ενδιαφέροντος, αλλά ακόμα και αυτή η σκηνή δεν σοκάρει. Αντίθετα, προκαλεί το γέλιο μιας και είναι ξεκάθαρο ότι μπήκε δια της βίας, σε μια απελπισμένη προσπάθεια της παραγωγής να δώσει κάποια στοιχεία στην ταινία που να θέλει να δει το κοινό.
Τέτοια στοιχεία είναι τα αδικαιολόγητα γυμνόστηθα πλάνα της Margit Evelyn Newton, η ατμόσφαιρα σεξουαλικής διαστροφής και κάποιες σκηνές δράσης που κάπως ξεφεύγουν από το φάσμα του τραγελαφικού. Όμως δεν υπάρχει σωτηρία για το THE BRONX EXECUTIONER, που στην πλειοψηφία του χρόνου προβολής του αναλώνεται σε άσκοπες βόλτες των πρωταγωνιστών σε τοπία που κάθε άλλο παρά μετά- αποκαλυπτικό μέλλον θυμίζουν. Έχουμε επίσης διαλόγους επιπέδου Godfrey Ho που προκαλούν οίκτο και γέλιο ταυτόχρονα, τόσο από πλευράς περιεχομένου όσο και ντουμπλαρίσματος, ενώ η όλη φάση καταφέρνει να γίνεται απλά υποφερτή κατά τη διάρκεια του φινάλε, στο οποίο βρίσκεται συμπυκνωμένη όλη η δράση και το πιστολίδι. Τρέμε Enzo G. Castellari!
Γενικά πάντως θαυμάζω τον εαυτό μου που κατάφερα να δω ολόκληρη την ταινία χωρίς να κλείσουν τα μάτια μου παρά μόνο σε ελάχιστα σημεία, αλλά δεν βλέπω το λόγο για να υποβληθεί και κανείς άλλος σε αυτό το μαρτύριο. Είπαμε, είμαστε fans του πολύ κακού Ιταλικού σινεμά, αλλά μέχρι ενός σημείου! |