Ένας μυστηριώδης δολοφόνος χωρίς κάποιο φανερό κίνητρο τρομοκρατεί μια μικρή πόλη.
Σχόλια:
Αν και η Νοτιοαφρικανική αυτή ταινία έχει αυτό το αξιαγάπητο σκοτεινό look του μηδενικού budget που λατρεύω, μπορώ να πω ότι με απογοήτευσε συνολικά, παρόλο που κάποια από τα επιμέρους στοιχεία της μοιάζουν να λειτουργούν.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια πολύ μπερδεμένη ταινία, που ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Percival Rubens ήθελε πολύ να του «βγει», αλλά τελικά απέτυχε παταγωδώς στα περισσότερα μέτωπα.
Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουν περάσει καλά- καλά 24 ώρες από τότε που είδα την ταινία και ήδη δυσκολεύομαι να θυμηθώ πολλά σημεία. Και κάτι τέτοιο δεν είναι παράλογο, μιας και η αφήγηση γίνεται με έναν επιτηδευμένα πολύπλοκο τρόπο που καταφέρνει να μπερδέψει το θεατή, παρόλο που η ιστορία είναι γενικά αρκετά απλή.
Ένα παντρεμένο ζευγάρι η κόρη των οποίων έχει εξαφανιστεί και θεωρείται νεκρή από έναν κατ’ εξακολούθηση δολοφόνο που δρα τον τελευταίο καιρό στην περιοχή, προσκαλεί έναν πρώην στρατιωτικό (Cameron Mitchell) με τηλεπαθητικές ιδιότητες για να ανακαλύψει τον απαγωγέα της και αν το μικρό κορίτσι είναι ακόμα ζωντανό.
Από εκεί και πέρα, υπάρχει άλλη μια ιστορία που προσπαθεί να διηγηθεί ο σκηνοθέτης με δύο δασκάλες νηπιαγωγείου που επίσης τρομοκρατούνται από τον αποκαλούμενο «Δαίμονα» του τίτλου, αλλά που ουδεμία σχέση έχουν με το προηγούμενο «επεισόδιο» με το ζευγάρι και τον Cameron Mitchell.
Γενικά πολύ μπέρδεμα για το τίποτα, παρόλη τη φιλότιμη προσπάθεια του Percival Rubens να κάνει μια γενικά αστεία ταινία να μοιάζει εμπνευσμένη και σημαντική. Η όποια καλή ατμόσφαιρα της ταινίας πάει στράφι από την έλλειψη ενδιαφέροντος που πηγάζει από την αδυναμία του σεναρίου να βγάλει κάποιο νόημα. Οι δύο ιστορίες μοιάζουν εντελώς ξεκάρφωτες η μία από την άλλη, με μοναδικό κοινό σημείο την ύπαρξη του «Δαίμονα».
Πάντως θα σύστηνα τη συγκεκριμένη ταινία μόνο για κάποιες αρκετά ατμοσφαιρικές σκηνές που έχουν αρκετό σασπένς, αλλά που χάνουν τη ισχύ τους από την αδυναμία του σεναρίου να τις κάνει να ταιριάξουν με το όλο κλίμα.
Εξηγήσεις δεν δίνονται σε καμία περίπτωση ούτε για την ταυτότητα και το κίνητρο του δολοφόνου, αλλά και για άλλα θέματα, όπως για παράδειγμα τι ρόλο έπαιξε ο Cameron Mitchell και ο χαρακτήρας του στην όλη υπόθεση, αλλά και ποια είναι η σημαντικότητα της συγκεκριμένης ιστορίας στην όλη ταινία.
Αν δεν καταλαβαίνετε και πολλά απ’ αυτά που γράφω, είναι γιατί κι εγώ προσπαθώ να βγάλω κάποιο νόημα από πράγματα που μοιάζουν ακατανόητα, οπότε καλύτερα να το σταματήσω εδώ. Αρκεί απλά να τονίσω ότι το φινάλε είναι ό,τι καλύτερο έχει να επιδείξει η όλη ταινία, με συγκεντρωμένη όλη την αγωνία, το σασπένς και τη δράση στη σκηνή πολιορκίας της νεαρής δασκάλας από το «Δαίμονα», αλλά το να κάτσει κάποιος μέχρι εκείνο το σημείο μοιάζει σαν Επικίνδυνη Αποστολή. Σ’ αυτό δεν βοηθούν και πολύ κάποιες τυχαίες σκηνές φόνων διαφόρων κοριτσιών που επίσης δεν κολλάν πουθενά στο σενάριο, ούτε και οι αρκετά καλές ερμηνείες που μοιάζουν εντελώς αταίριαστες με το όλο κλίμα μετριότητας.
Δε φαντάζομαι ότι θα υπάρχουν και πολλοί που θα φύγουν τρέχοντας για να ψάξουν την Ειδική Έκδοση του THE DEMON σε DVD και δεν υπάρχουν και πολλοί λόγοι για να το κάνει κανείς αυτό. Είναι κλασσικό παράδειγμα ταινίας που θα μπορούσε να ξεχωρίσει, αλλά δεν τα κατάφερε κυρίως λόγω της μεγαλομανίας των στελεχών της, που θα μπορούσαν απλά να έχουν συναίσθηση του τι ακριβώς φτιάχνουν και για ποιους απευθύνεται. Αντίθετα, προτίμησαν να θεωρήσουν τους εαυτούς τους ως αληθινούς και πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες και το THE DEMON ως το δικό τους Κουρδιστό Πορτοκάλι. Και τα αποτελέσματα δυστυχώς φαίνονται ξεκάθαρα.
DVD Notes:
Το THE DEMON δεν έχει κυκλοφορήσει σε DVD στη χώρα μας.