Σχόλια: To IRREVERSIBLE είναι σίγουρα μια πολύ έντονη κινηματογραφική εμπειρία, ότι κι αν λένε πολλοί που προφανώς σοκαρίστηκαν από την ασυνήθιστη σκληρότητά του. Τώρα το κατά πόσο είναι μια art house δουλειά σηκώνει πολύ μεγάλη συζήτηση. Εμένα προσωπικά μου άφησε περίπου την ίδια γεύση με το LAST HOUSE ON THE LEFT και σε μικρότερο βαθμό το I SPIT ON YOUR GRAVE. Εκεί όμως που οι δύο αυτές ταινίες τοποθετούνται με άνεση στο χώρο του exploitation, το IRREVERSIBLE μπερδεύει λίγο τα πράγματα αφενός με την καλοσχεδιασμένη και ψιλοχλιδάτη παραγωγή του, και αφ εταίρου με την περίεργη μίξη τρομακτικά βάρβαρων εικόνων και art house αισθητικής και κινηματογράφησης.
Πάντως θα είχε πολύ πλάκα να δει κανείς το ύφος των ανυποψίαστων θεατών που πήγαν να δουν μια Ευρωπαϊκή «σινεφίλ» ταινία με την θεά μεν, υπερεκτιμημένη δε Bellucci και τον ακόμα πιο υπερεκτιμημένο Cassel, την ώρα που ο Noι απελευθέρωνε μπροστά στα μάτια τους ίσως τις πιο σόκινγκ εικόνες που μπορούσε να σκεφτεί άνθρωπος. Όλες οι ιστορίες για μαζικές αποχωρήσεις από τα σινεμά ακόμα και στη χώρα μας φαίνονται 100% λογικές, μιας και είμαι σίγουρος ότι το κοινό που είδε το IRREVERSIBLE ήταν στην πλειοψηφία του mainstream που δεν θα πλησίαζαν ταινίες όπως το LAST HOUSE ON THE LEFT ούτε στα 500 μέτρα. Από την άλλη, ο Gaspar Noι τείνει να εξελιχθεί σε έναν πιο media- friendly Jorg Buttgereit, μετά και από την πρώτη του εξίσου σόκινγκ ταινία το I STAND ALONE.
Το IRREVERSIBLE μπορεί να θεωρηθεί ότι συνεχίζει κατά κάποιο τρόπο το κατάμαυρο δοκίμιο πάνω στη σκοτεινή πλευρά του ανθρώπινου γένους που άρχισε το I STAND ALONE. Εκεί όμως που ο αντιπαθέστατος χασάπης του I STAND ALONE το σκεφτόταν το πράγμα, οι χαρακτήρες του IRREVERSIBLE βουτάνε με το κεφάλι στη μαυρίλα, τη σκληρότητα και τελικά τον τρόμο χωρίς να το πολυσκεφτούν.
Με εξαίρεση την Bellucci που υποδύεται την όμορφη Alex, άντε και τον Pierre (Albert Dupontel) η συντριπτική πλειοψηφία των χαρακτήρων που παρελαύνουν μπροστά στα μάτια μας είναι τουλάχιστον αχώνευτοι, απίστευτα κακοί και νοσηροί. Από το πρώτο κιόλας πλάνο που βλέπουμε τον Philippe Nahon (I STAND ALONE, HAUTE TENSION) με τον καλεσμένο του και το μακάβριο θέμα συζήτησής τους (που είναι κάτι σαν φόρος τιμής στο I STAND ALONE) μπαίνουμε στο νόημα. Ξέρουμε ότι δεν πρόκειται να δούμε μια ακίνδυνη και φλύαρη «σινεφίλ» (πόσο με εκνευρίζει αυτός ο όρος) ταινία με όμορφη φωτογραφία και συμβατική θεματολογία. Η απόλυτα εύστοχη επιλογή του Noι να δώσει το IRREVERSIBLE ανάποδα (από το τέλος της ιστορίας στην αρχή) ολοένα και μεγαλώνει το ψυχοπλακωτικό συναίσθημα του θεατή. Όταν δε μεταφερόμαστε έξω από το gay club Rectum και βλέπουμε τους 2 ήρωες να συνοδεύονται από την αστυνομία, αρχίζουν να μας ζώνουν τα φίδια.
Πίσω στο χρόνο και μέσα στο Rectum, ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια κοινωνία που ελάχιστοι από εμάς γνωρίζουν, δοσμένη με εκπληκτικό τρόπο από τον Gaspar Noι. Ένας κόσμος σκοτεινός, διεστραμμένος και παρακμιακός, που μεγεθύνεται με εκκωφαντική μουσική techno και τα συνεχή strobe lights που δίνουν στα δρώμενα μια παραισθησιακή ποιότητα και μια αίσθηση αναμονής, αλλά κατά βάθος ξέρουμε ότι τα πράγματα θα κυλήσουν προς το κακό.
Η όλη σεκάνς του βάρβαρου φόνου στο Rectum είναι ίσως μια από τις πιο ωμές και ανελέητες σκηνές βίας που έχω δει ποτέ στο λευκό πανί. Ακόμα και πριν να γίνει το «μπαμ», ο Noι φροντίζει να μας ψυχοπλακώσει με τον ασταμάτητο ομοφοβικό διάλογό του, που κάνει και τον πιο αθυρόστομο θεατή να κοκκινίσει, όπως και με τις καρικατούρες των θαμώνων του Rectum, που είναι κάτι μεταξύ των gay θαμώνων στο μπαρ του Καβγατζή, και υπερβολικές εκδόσεις σαδομαζοχιστών που δεν έχουν κανένα σεβασμό για την ανθρώπινη ζωή, όσο ικανοποιούν τις σεξουαλικές τους ορέξεις. Πέρα από τη σκηνή του φόνου καθεαυτή, είμαι σίγουρος ότι λίγοι θα αντέξουν την ατμόσφαιρα σήψης και παρακμής του Rectum.
Η σκηνή του βιασμού είναι εξίσου ρεαλιστική, και σίγουρα μια από τις πιο δυσάρεστες που έχουμε δει σε ταινία, με διάρκεια που ξεπερνάει τα 10 λεπτά. Βλέποντας, όμως το ρεαλισμό και την ωμότητά της, δεν μπορεί κανείς παρά να σκεφτεί ότι ο Noι, μαζί με άλλους σκηνοθέτες που έχουν ασχοληθεί με το θέμα του «βιασμού- εκδίκησης», μάλλον απολαμβάνει το να εξευτελίζει τη γυναίκα λίγο παραπάνω απ’ όσο ενδεχομένως θα έπρεπε. Όπως για παράδειγμα στο I SPIT ON YOUR GRAVE ένας βιασμός θα έφτανε, έτσι κι εδώ, αυτό το δεκάλεπτο απίστευτης βαρβαρότητας θα μπορούσε να είναι λιγάκι μικρότερο.
Πάντως, ο Noι καταφέρνει χωρίς αμφιβολία να δώσει το μήνυμά του, ότι ο βιασμός είναι κάτι αφύσικο και μη αποδεκτό, και ότι μόνο κακά μπορεί να φέρει. Είναι έτσι όμως τα πράγματα; Είναι ένα θέμα για συζήτηση, την στιγμή που λίγη προσοχή αποκαλύπτει ότι τελικά η αποτρόπαια αυτή πράξη έμεινε ατιμώρητη, και ο δράστης ουσιαστικά έχει το ΟΚ για να την ξανακάνει, αφού χωρίς να προσπαθήσει και πολύ κατάφερε να αποφύγει τη βίαιη «δικαιοσύνη» των Pierre και Marcus.
Αυτό είναι και το βασικό πρόβλημα του IRREVERSIBLE. Ότι σε καμία στιγμή του δεν δείχνει στον θεατή την «πόρτα της εξόδου» από το νοσηρό κλίμα. Αντίθετα, η τραγικότητα των δρώμενων ολοένα και μεγαλώνει όσο περνάει η ώρα και μεταφερόμαστε στην αρχή (ή στο τέλος). Ακόμα και το φαινομενικά αισιόδοξο τέλος (αρχή) κάνει την επίδραση της αρχής (τέλους) ακόμα μεγαλύτερη, αφού εμείς ξέρουμε ότι δεν υπάρχει εξιλέωση, δεν υπάρχει ευτυχία, αλλά όλα θα καταστραφούν με το χειρότερο τρόπο. Εγώ πάντως όταν έμαθα ότι η Alex ήταν έγκυος καταρρακώθηκα ακόμα περισσότερο με τη συνειδητοποίηση ότι τουλάχιστον δύο ζωές θα καταστραφούν ανεπανόρθωτα, χωρίς εξιλέωση, χωρίς εκδίκηση και τελικά χωρίς λόγο.
Αυτό το κολπάκι, πάντως, του Noι δεν το αντιλήφθηκαν με τη μία πολλοί από τους θεατές του IRREVERSIBLE, υποθέτοντας ότι οι Pierre και Marcus βρήκαν τον σωστό άνθρωπο μέσα στο Rectum, και ότι του έδωσαν αυτό που του άξιζε. Και μου φαίνεται απόλυτα λογικό, μιας και τα σκοτεινά πλάνα και η κινούμενη με το χέρι κινηματογράφηση του Noι κάνουν πολύ δύσκολο να ξεχωρίσει κάποιος τι γίνεται στην αρχή (τέλος), ιδίως μέσα στο Rectum. Βάλε και ότι είναι ουσιαστικά τα πρώτα λεπτά της ταινίας και το κοινό δεν έχει προλάβει να εξοικειωθεί με τους χαρακτήρες, και αυτή η παρανόηση είναι φυσιολογική.
Οπότε το IRREVERSIBLE είναι μια ταινία που δείχνει ακριβώς αυτά που θέλει, αλλά χρειάζεται οπωσδήποτε και δεύτερη προβολή για να παρατηρήσει κάποιος τις σημαντικές αυτές λεπτομέρειες. Έτσι η απόγνωση και το σοκ που φανερά θέλει να προκαλέσει ο Gaspar Noι θα γίνουν αντιληπτά απ’ όλους που με τρόμο θα συνειδητοποιήσουν το σημείο διαστροφής και βασανισμού του θεατή που επιτυγχάνει ο Γάλλος σκηνοθέτης. Από την άλλη όμως μεριά, ποιος θα θελήσει να ξαναδεί για 2η φορά το IRREVERSIBLE;
Πολύ καλοφτιαγμένο, αλλά αναμφίβολα δύσκολο, δυσάρεστο, σόκινγκ και υπερβολικά σκοτεινό, το IRREVERSIBLE είναι μια πρόκληση για το θεατή, αλλά όσοι δεν έχουν γερή κράση καλύτερα να το αποφύγουν, γιατί οι εικόνες του θα μείνουν χαραγμένες στη μνήμη πολύ μετά το τέλος της προβολής. |