Σχόλια: Είναι πολύ δύσκολο να είναι κάποιος fan των b-movies και του cult σινεμά και να μην του αρέσει πότε- πότε να δει άλλη μια ιμιτασιόν ίσως της πιο αντιγραμμένης ταινίας στην ιστορία του σινεμά Ε/Φ, του ALIEN. Και μάλιστα όταν αυτή είναι η πρώτη από τις δεκάδες που ακολούθησαν, τότε μάλλον πρόκειται για υποχρεωτική παρακολούθηση.
Το INSEMINOID του Norman J. Warren γυρίστηκε ελάχιστες εβδομάδες μετά τη μνημειώδη ταινία του Ridley Scott. Με οικονομική ένεση από την αυτοκρατορία των αδελφών Shaw που είχαν στα χέρια τους το σύνολο της κινηματογραφικής βιομηχανίας της χώρας την εποχή, το INSEMINOID γυρίστηκε στα γρήγορα και έγινε όσο πιο αιματηρό γινόταν, κατά παραγγελία του παραγωγού Sir Run Run Shaw, σε μια προσπάθεια να κάνει τη δική του επιτυχία στους cult κύκλους της εποχής.
Και η προσπάθεια στέφθηκε με αρκετή επιτυχία, αν σκεφτεί κανείς ότι η ταινία αντιμετώπισε πολλά προβλήματα από τη λογοκρισία τόσο σε Αγγλία όσο και στις ΗΠΑ κυρίως λόγω του αρκετά τολμηρού για την εποχή πόστερ και του υπερβολικού για Βρετανική παραγωγή gore.
Ο σκηνοθέτης σε κάποιες συνεντεύξεις του υποστήριξε με θέρμη ότι οι περισσότεροι από τους συντελεστές ούτε καν είχαν δει το ALIEN όταν γυριζόταν το INSEMINOID. Βλέποντας την ταινία, είναι μάλλον δύσκολο να γίνει πιστευτός ένας τέτοιος ισχυρισμός, αφού οι ομοιότητες είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς.
Η κρίσιμη ερώτηση εδώ είναι «έχει σημασία κάτι τέτοιο;». Η αβίαστη απάντηση είναι «ούτε κατά διάνοια», μιας και το INSEMINOID είναι ένα χορταστικό 90λεπτο διαστημικού τρόμου, κλειστοφοβικής ατμόσφαιρας, αγωνίας και αίματος, που τονώνεται από τις ολίγον τι «θεατρικές» ερμηνείες και τα σε ορισμένες στιγμές cheesy σκηνικά και εφέ.
Για την υπόθεση δεν έχει νόημα να πούμε και πολλά, καθώς είναι πανομοιότυπη με τη συντριπτική πλειοψηφία αντίστοιχων παραγωγών που ακολούθησαν, οπότε καλύτερα να προσπεράσω αυτό το κομμάτι του σχολιασμού.
Από εκεί και πέρα έχουμε τα απαραίτητα στοιχεία που πρέπει να βρίσκονται σε τέτοιες παραγωγές, όπως το εξωγήινο τέρας, που στο INSEMINOID μένει γενικά κρυμμένο από το βλέμμα των θεατών στην περισσότερη διάρκεια της προβολής, αρκετά καλά σκηνικά και τοποθεσίες που αναδύουν την αναγκαία ατμόσφαιρα κλειστοφοβίας που έκανε τόσο μεγάλη αίσθηση στο ALIEN, και κάνα- δυο πραγματικά σόκιν σκηνές, όπως τη γέννηση του εξωγήινου.
Δυστυχώς όμως, δεν απουσιάζουν και τα αρνητικά στοιχεία, που επίσης πρέπει να βρίσκονται σε τέτοιες παραγωγές. Πρώτα απ’ όλα, η πλειοψηφία των χαρακτήρων δεν έχουν λόγο ύπαρξης, εκτός από το να πιάσουν θέση στην ουρά μέχρι την αιματηρή τους δολοφονία. Όχι ότι μας χαλάει κάτι τέτοιο, απεναντίας! Από την άλλη αναγνωρίζουμε ότι η ύπαρξη μόνο ενός πραγματικά ενδιαφέρον χαρακτήρα δε βοηθάει και πολύ στη διατήρηση του ενδιαφέροντος, που σε ορισμένες στιγμές αντικαθίσταται από ορθάνοιχτα στόματα και δυνατά χασμουρητά.
Δεύτερο είναι ότι το σενάριο δεν καταφέρνει να αποφύγει την «φλυαρία» που μοιάζει αναπόφευκτη σε συνδυασμό με το παραπάνω. Κακά τα ψέματα, όταν κάποιος έχει δει το 2007 πάνω από 30 αντιγραφές του ALIEN, σε γενικές γραμμές ξέρει ακριβώς τι να περιμένει από άλλη μια, άσχετα αν ήταν η πρώτη που κυκλοφόρησε.
Πάντως προσωπικά δεν κολλάω στα παραπάνω μιας και το διασκέδασα αρκετά ξαναβλέποντας το INSEMINOID μετά από τόσα χρόνια. Μπορεί ο ισχυρισμός κάποιων, κυρίως Βρετανών, κριτικών ότι πρόκειται για την κορυφαία σκηνοθετική δουλειά του Norman J. Warren (SATAN’S SLAVE) να ακούγεται λίγο παράξενος, αλλά μου είναι πολύ δύσκολο να φανταστώ κάποιον fan της trashy Ε/Φ που θα απογοητευτεί βλέποντάς το.
Σε πολλές του στιγμές καταφέρνει να διατηρήσει την απαραίτητη ένταση και αγωνία, έχει καταπληκτική ηλεκτρονική μουσική, άφθονο gore και σπλατεριές και η πρωταγωνίστρια Judy Geeson καταφέρνει να ξεχωρίσει και να παραδώσει τα αγαθά, παρόλο που ο χαρακτήρας της βιασμένης και κυριευμένης από το εξωγήινο τέρας ήσυχης γυναίκας που μεταμορφώνεται σε αιμοσταγή φονιά δεν τη βοηθάει και πολύ μιας και είναι κλισσαρισμένος όσο δεν παίρνει. Αυτό φαίνεται στα κάπως «νεκρά» σημεία, όπου την βλέπουμε να τριγυρνάει στους έρημους διαδρόμους ουρλιάζοντας και προσπαθώντας να εξωτερικεύσει την αγωνία και τον τρόμο του χαρακτήρα της.
Προσωπικά νιώθω ότι πρέπει να συστήσω το INSEMINOID σε όλους όσους απόλαυσαν ταινίες όπως τα ALIEN 2 SULLA TERRA, GALAXY OF TERROR, DEATH MACHINE και CONTAMINATION, για 90 λεπτά άμυαλου χαβαλέ, δράσης και gore. Αν μάλιστα κανείς βρεθεί με ιδιαίτερα καλή διάθεση και έτοιμος να συγχωρήσει τις ατέλειες, είναι πιθανόν να αναγνωρίσει ένα μικρό cult αριστούργημα στην συγκεκριμένη ταινία.
Όμως ξέχωρα από την αναμφίβολη διασκέδαση που θα προσφέρει στους fans του είδους, το INSEMINOID είναι μια από τις ταινίες που έκαναν τους περισσότερους Βρετανούς να νοσταλγήσουν τις χρυσές εποχές του Βρετανικού σινεμά τρόμου των δεκαετιών του 50 και 60, που είναι φανερό ότι πέρασαν ανεπιστρεπτί. |