Ένα καταραμένο κρεβάτι έχει αποκτήσει τεράστια πείνα λόγω της κατάρας που έριξε πάνω του ένας Δαίμονας και αρχίζει να τρέφεται με τους ανυποψίαστους περαστικούς που κάνουν το λάθος να κοιμηθούν πάνω του.
Σχόλια:
Πείτε μου κι εσείς πόσο ενδιαφέρουσα μπορεί να είναι μια ταινία που ασχολείται με ένα… ανθρωποφάγο κρεβάτι; Από μόνη της η υπόθεση απαντάει σ’ αυτό το ρητορικό ερώτημα, αλλά όταν έχεις ένα σκηνοθέτη φανερά τολμηρό και με εμφανείς καλλιτεχνικές δυνατότητες, τότε ακόμα και ένα κρεβάτι μπορεί να γίνει ολίγον τι τρομακτικό και ασυνήθιστο θέαμα!
Το DEATH BED: THE BED THAT EATS είναι μια από τις χαμένες ταινίες της δεκαετίας του ’70, που άγνωστο το γιατί, έμπλεξε σε διάφορες περιπέτειες με τις εταιρίες παραγωγής και διανομής, με αποτέλεσμα να κυκλοφορήσει ευρέως μόλις το 2003 και αφού ο σκηνοθέτης πληροφορήθηκε για μια κατώτερη ποιοτικά πειρατική εκδοχή που κυκλοφορούσε στις ΗΠΑ από τη δεκαετία του ’80. Κάλιο αργά παρά ποτέ, θα πει κανείς, αλλά δυστυχώς για τη συγκεκριμένη ταινία ίσως να είχε κάνει πολύ περισσότερη αίσθηση την εποχή που γυρίστηκε παρά τώρα.
Πάντως δε χρειάζεται να επιμείνουμε πολύ για την cult αξία της ταινίας, που είναι ούτως ή άλλως εξασφαλισμένη λόγω θεματολογίας. Άλλωστε ποια ταινία μπορεί να χαρακτηριστεί cult αν όχι μια με θέμα ένα καταραμένο και μόνιμα πεινασμένο κρεβάτι;
Ο George Barry προσπαθεί με αρκετή κατά διαστήματα επιτυχία να εισάγει μια art house προσέγγιση στην ταινία, έτσι ώστε τα σχεδόν απίστευτα και κωμικά δρώμενα να αποκτήσουν μια άλλη χροιά και ποιότητα που ταιριάζει περισσότερο στην ατμόσφαιρα των ταινιών τρόμου εκείνης της εποχής. Αποτέλεσμα αυτού, είναι το DEATH BED: THE BED THAT EATS να αποκτάει μια παραισθησιακή και ονειρική αίσθηση που κάνει τα συμβάντα που περιγράφονται να μοιάζουν περισσότερο ενδιαφέροντα απ’ ότι τελικά είναι.
Η ιστορία της προέλευσης του κρεβατιού είναι εξίσου παράξενη με τα υπόλοιπα κομμάτια της ταινίας και έχει να κάνει με μια υπερφυσική ιστορία όπου ένας ερωτευμένος Δαίμονας προκαλεί την κατάρα στο κρεβάτι μετά το θάνατο της αγαπημένης του πάνω σε αυτό. Ο Δαίμων κλαίει με…κόκκινο δάκρυ πάνω στο κρεβάτι και έτσι το κάνει άτρωτο και πεινασμένο για ό,τι κάνει το λάθος και βρεθεί πάνω του.
Όλα αυτά τα μαθαίνουμε από την αφήγηση ενός καλλιτέχνη- θύματος του κρεβατιού, το πνεύμα του οποίου βρίσκεται παγιδευμένο σε ένα πίνακα απέναντι από το κρεβάτι.
Φυσιολογικά, διάφορες παρέες νέων (κατά προτίμηση γυναικών) καταφθάνουν και εισέρχονται χωρίς ιδιαίτερο λόγο στο σπίτι και, αφού αφαιρούν τα περισσότερα ρούχα τους, γίνονται λεία του πεινασμένου κρεβατιού.
Οι σκηνές του γεύματος, χωρίς να είναι ιδιαίτερα αιματηρές, έχουν την ονειρική αίσθηση που υπάρχει διάχυτη σε ολόκληρη την ταινία και τελικά αυτή η ατμόσφαιρα είναι το κύριο προσόν που κάνει το DEATH BED: THE BED THAT EATS άξιο αναφοράς. Κάποιες σκηνές γυμνού δίνουν την απαραίτητη πικάντικη γεύση, ενώ οι ερμηνείες είναι προβλέψιμα μονοδιάστατες και ολίγον τι ερασιτεχνικές, χωρίς όμως να χαλάν την όλη εικόνα.
Χωρίς να μπορώ να πω ότι ήμουν καθηλωμένος από ενδιαφέρον, εντούτοις παρακολούθησα ευχάριστα την ταινία, που σίγουρα είναι ένα κινηματογραφικό αξιοπερίεργο και που οι φίλοι του εξεζητημένου θα εκτιμήσουν δεόντως.
Αξίζει, πάντως να σημειωθεί ότι ο σκηνοθέτης George Barry δεν ξαναγύρισε πίσω από τις κάμερες σε άλλη ταινία, κάτι που ίσως είναι κρίμα μιας και με το DEATH BED: THE BED THAT EATS επέδειξε κάποια θετικά στοιχεία που μπορούσαν να ανοίξουν τις πόρτες του καλλιτεχνικού art house σινεμά γι αυτόν.