Σχόλια: Οι δεκαετίες του ’70 και ’80 στο χώρο του ανεξάρτητου σινεμά χαρακτηρίζονται από μια πρωτοφανή «επίθεση» Ιταλικών παραγωγών που, εν ολίγοις, προσπαθούσαν να κερδίσουν εκμεταλλευόμενες την επιτυχία κάθε μεγάλης Αμερικανικής ταινίας της εποχής. Πάρα πολλοί Ιταλοί σκηνοθέτες άρχισαν να γίνονται γνωστοί με τις φτηνές απομιμήσεις ταινιών τρόμου, δράσης, γουέστερν κλπ, οι οποίοι είχαν εγχώρια δραστηριότητα και στο παρελθόν, αλλά για ορισμένους το μπαμ του Ιταλικού σινεμά σήμαινε την διεθνή αναγνώριση.
Ο Enzo G. Castellari είναι ένας από τους γνωστότερους Ιταλούς σκηνοθέτες της εποχής, με ειδίκευση στις ταινίες δράσης και τα γουέστερν. Με μεγάλη οικογενειακή κινηματογραφική παράδοση (είναι γιος του Marino Girolami, σκηνοθέτη του ZOMBIE HOLOCAUST), ο Castellari ταύτισε το όνομά του με αστυνομικές περιπέτειες, γκανγκστερικές ταινίες και γουέστερν, ενώ η συνεχιζόμενη συνεργασία του με τον σταρ της εποχής Franco Nero έκανε τους δύο ένα ιστορικό και ταιριαστό ζευγάρι της Ιταλικής δράσης.
Όλα άρχισαν το 1973 με το HIGH CRIME, πρώτη ταινία δράσης του Castellari μετά από 6 γουέστερν, μια πολεμική ταινία και ένα giallo (COLD EYES OF FEAR). Το HIGH CRIME ήταν η πρώτη του συνεργασία με τον Franco Nero, σε μια εποχή που η ζήτηση για ταινίες δράσης στην Ιταλία ήταν πολύ μεγάλη, αλλά οι Ιταλοί σκηνοθέτες απέφευγαν να γυρίζουν τέτοιες, μένοντας πιστοί στα γουέστερν που τότε έβγαιναν το ένα μετά το άλλο.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το HIGH CRIME ήταν από τις πρώτες Ιταλικά αστυνομικές περιπέτειες και ως εκ τούτου, η επιτυχία που γνώρισε ήταν πολύ μεγάλη.
Όταν, λοιπόν, ανακοινώθηκε το STREET LAW με τον Franco Nero στον πρωταγωνιστικό ρόλο, κανείς δεν ένιωσε έκπληξη, παρά μάλλον ανυπομονησία. Οι Nero & Castellari τοποθετούν την ταινία πολύ ψηλά, όπως και το κοινό, και οι λόγοι φαίνονται από τα πρώτα λεπτά της.
Το STREET LAW περιγράφει με τον τρόπο του Castellari μια απλή ιστορία εκδίκησης ενός φιλήσυχου πολίτη σε μια Ρώμη που βρίθει από εγκληματίες, ο οποίος απαγάγεται και ξυλοφορτώνεται από ληστές που μόλις του είχαν αρπάξει τις οικονομίες μιας ζωής.
Ο χαμηλών τόνων πρωταγωνιστής προσπαθεί να βάλει τάξη ακολουθώντας το γράμμα του νόμου και πηγαίνοντας στην αστυνομία, αλλά αυτοί τον αντιμετωπίζουν όχι πολύ καλύτερα απ’ ότι θα αντιμετώπιζαν τους ληστές και βασανιστές του. Έτσι, ο φίλος μας αποφασίζει να ερευνήσει τον υπόκοσμο μόνος του και να παραδώσει τους εγκληματίες στην αστυνομία, κάτι που στην πορεία αποδεικνύεται πολύ δύσκολο για έναν τίμιο άνθρωπο.
Το STREET LAW τοποθετείται από μερίδα του κοινού στην κατηγορία των απομιμήσεων του κλασσικού DEATH WISH, κάτι που φαίνεται και από τους άλλους τίτλους του, ένας από τους οποίους είναι το Vigilante II, φανερά για να προσελκύσει τους fans της πασίγνωστης ταινίας του Charles Bronson. Όμως, αν και κυκλοφόρησαν και τα δύο την ίδια χρονιά, το STREET LAW δεν είναι μια απλή απομίμηση, κάτι που γίνεται αντιληπτό σχεδόν από την αρχή και γίνεται σίγουρο με την πρώτη εμφάνιση του Franco Nero στην οθόνη.
Κατ’ αρχάς, υπάρχουν ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες ότι το STREET LAW προηγήθηκε χρονικά του DEATH WISH, παρόλη τη σχεδόν ταυτόχρονη κυκλοφορία τους. Αγνοώντας όμως αυτό το στοιχείο, υπάρχουν πολλές διαφορές ακόμα όπως ο τρόπος σκηνοθεσίας του Castellari, που είναι πολύ γρηγορότερος και εφετζίδικος από την αντίστοιχη του Michael Winner, με τις καταδιώξεις αυτοκινήτων και τα σήματα κατατεθέντα του Castellari slow motion στις σκηνές δράσεις να παρουσιάζονται τέλεια από την παιχνιδιάρικη και αεικίνητη κάμερά του.
Όμως τη μεγάλη διαφορά κάνει η παθιασμένη και γεμάτη συναίσθημα ερμηνεία του Franco Nero, όπου ζωντανεύει έναν απλό άνθρωπο, ο οποίος δεν έχει τη βία μέσα του, και ο απώτερος του στόχος, τουλάχιστον στην αρχή, δεν είναι η εκδίκηση αλλά η απονομή δικαιοσύνης. Ο χαρακτήρας του Nero είναι χιλιόμετρα μακριά από τον «πέτρινο» και χωρίς συναίσθημα Paul Kersey του Charles Bronson, που τελικά βαφτίζει τιμωρό τον εαυτό του και προχωράει σε φόνους ακόμα και των μικροκακοποιών της γειτονιάς στα πλαίσια της «κάθαρσης» που επιβάλει ο ίδιος.
Ο ήρωας εδώ αναγκάζεται να καταφύγει στη βία, και πολλές φορές κατά τη διάρκεια της αναζήτησής του για δικαιοσύνη, τρώει το κεφάλι του, μπλέκοντας σε έναν κόσμο διαφθοράς και εγκλήματος που δεν ήξερε ότι μπορεί να υπάρχει. Κατά συνέπεια, είναι πολύ πιο εύκολο για το μέσο θεατή να ταυτιστεί μαζί του, παρά με τον πάντα ανέκφραστο Charlie.
Η δράση στο STREET LAW τα έχει όλα. Μάχες σώμα με σώμα, καταδιώξεις με αυτοκίνητα, εκρήξεις και πολύ πιστολίδι, στοιχεία τα οποία προσθέτουν ακόμα περισσότερη αξία στην προβολή σε συνδυασμό με τις καταπληκτικές ροκιές των αδελφών Guido και Maurizio De Angelis, ένα soundtrack που σίγουρα ο μάγος των σύγχρονων b-movies Quentin Tarantino έχει πολύ ψηλά στην εκτίμησή του.
Οι ελαφριές κοιλιές που υπάρχουν κυρίως στο μέσο της ταινίας εμένα προσωπικά δεν με χάλασαν και πολύ, μιας και η φανταστική μουσική είναι παρούσα ακόμα και όταν η δράση είναι στο ελάχιστο, οπότε και δίνω ένα αβίαστο τεσσαράκι στο STREET LAW.
Η ταινία γνώρισε τεράστια εμπορική επιτυχία στην Ιταλία και καθιέρωσε το δίδυμο Nero & Castellari σαν ένα από τα άκρως αναγνωρίσιμα δίδυμα δράσης του Ιταλικού σινεμά, μιας συνεργασία που συνεχίστηκε μέχρι το 1993 και την τελευταία κινηματογραφική προσπάθεια του Castellari, το γουέστερν JONATHAN OF THE BEARS.
Αξίζει επίσης να σημειώσουμε ότι η ταινία είχε κυκλοφορήσει σε VHS στη χώρα μας, αλλά σε λογοκριμένη έκδοση.
Συστήνεται ανεπιφύλακτα. |