Σχόλια: Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για ραντεβού με την ιστορία όταν συζητάμε για ταινίες του ανθρώπου που ουσιαστικά ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε gore εφέ στις ταινίες του όταν ο υπόλοιπος κινηματογραφικός κόσμος δεν μπορούσε να διανοηθεί κάτι τέτοιο. Με το ιστορικό BLOOD FEAST ο Herschell Gordon Lewis εγκαινίασε το 1963 το είδος του splatter, μια εμπειρία που την εποχή έκανε τεράστια αίσθηση με την πρωτοφανή ωμότητα και βία της.
Το TWO THOUSAND MANIACS! είναι η δεύτερη σκηνοθετική δουλειά του Νονού του gore και χρησιμοποιεί την ίδια περίπου συνταγή. Άγνωστοι- κατά κανόνα πρωτοεμφανιζόμενοι και ερασιτέχνες- ηθοποιοί, χαμηλό budget, πολύ gore και ακόμα περισσότερη καλή διάθεση.
Ο Lewis ξαναχρησιμοποιεί τους δύο βασικούς πρωταγωνιστές του BLOOD FEAST και αυτή τη φορά τους τοποθετεί σε ένα αμάξι μαζί με άλλους 4 προς αναζήτηση διακοπών. Όμως, οι κάτοικοι του μικρού χωριού του Αμερικάνικου Νότου Pleasant Valley τους παρασύρουν στο χωριό τους για τον εορτασμό της επετείου της σφαγής του χωριού πριν 100 χρόνια από το στρατό των Βόρειων. Αυτό που δεν ξέρουν οι yankee τουρίστες είναι ότι το πρόγραμμα εκδηλώσεων βάζει τους 6 τους για πρωταγωνιστές σε τελετουργικούς φόνους- θυσίες. Ένας μετά τον άλλο οι τουρίστες αρχίζουν να θυσιάζονται, μέχρι που οι δύο απ’ αυτούς (Thomas Wood και Connie Mason) αρχίζουν να υποψιάζονται ότι κάτι δεν πάει καλά και προγραμματίζουν την απόδρασή τους.
Το κλίμα του TWO THOUSAND MANIACS! κυμαίνεται μεταξύ εκείνου της slapstick κωμωδίας και του shock σινεμά, με τη διαφορά ότι σήμερα οι σκηνές που πιθανότατα να προκαλούσαν ανεπανόρθωτα σοκ στους θεατές μοιάζουν περισσότερο με αποτυχημένες προσπάθειες καλών gore εφέ, κάτι που μειώνει πολύ την αποτελεσματικότητά τους. Πάντως τα ειδικά εφέ είναι φανερά καλύτερα απ’ τα αντίστοιχα του BLOOD FEAST, ενώ παρ’ όλη τη μακάβρια φύση τους δένουν αρκετά καλά με το over the top κλίμα τόσο του Pleasant Valley όσο και των κατοίκων του. Οι ερμηνείες είναι προβλέψιμα μέτριες, αλλά χωρίς να είναι κακές, ενώ βγάζουν και γέλιο κατά διαστήματα με την υπερβολή τους.
Γενικά το TWO THOUSAND MANIACS! κινείται με σχετικά γρήγορους ρυθμούς, αλλά η πολυλογία των πρωταγωνιστών αφαιρεί από την ατμόσφαιρα, που δυστυχώς είναι φτωχή και κατά τη γνώμη μου το κυριότερο μειονέκτημα της ταινίας. Επίσης μετά από κάθε ενδιαφέρον σκηνικό, όπως τα βασανιστήρια στους τουρίστες ακολουθούν διαλογικά σημεία «κοιλιές» και δεν αφήνουν το ρυθμό να εξελιχθεί όπως θα μπορούσε.
Όλα αυτά, όμως, είναι τυπικά χαρακτηριστικά του σινεμά της εποχής, και κατά κάποιο τρόπο είναι αναπόφευκτα. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι το TWO THOUSAND MANIACS! είναι φρέσκο, ορεξάτο και φτιαγμένο με μεράκι από τον Lewis και αξίζει την προσοχή όλων των σπλατεράδων, μόνο και μόνο για την ιστορική του σημασία. Εκτός όμως απ’ αυτό, όσοι το δουν θα απολαύσουν χαβαλετζίδικη country μουσική που σχεδόν δεν σταματάει να παίζει, ακραίο για την εποχή gore και ένα εξαιρετικά εμπνευσμένο φινάλε που δίνει την υπερφυσική διάσταση που έλειπε από τα δρώμενα.
Κατά πολλούς το TWO THOUSAND MANIACS! είναι η κορυφαία δημιουργία του Herschell Gordon Lewis, τουλάχιστον από την αρχική του «Τριλογία Αίματος» με τα BLOOD FEAST, TWO THOUSAND MANIACS! και COLOR ME BLOOD RED. Αναμφίβολα, μιλάμε για μια ταινία κάθε άλλο παρά τέλεια, αλλά η έμπνευση και η οργάνωσή της είναι παραπάνω από φανερή. Οι μεταγενέστερες δουλειές του όπως τα WIZARD OF GORE και THE GORE GORE GIRLS είναι αρκετά πιο ακραίες από πλευράς gore, αλλά πάσχουν από έλλειψη πρωτοτυπίας και φαντασίας, πράγματα που στο TWO THOUSAND MANIACS! είναι ο κανόνας.
Όλοι οι κυνηγοί gore σπεύσατε για να δείτε από που άντλησαν τις εμπνεύσεις τους οι Lucio Fulci, Joe D’Amato, Umberto Lenzi και οι υπόλοιποι. |