Σχόλια: Από μικρός- και συγκεκριμένα από τότε που πρωτοείδα είδα τον Φάρο στην Άκρη του Κόσμου ήμουν οπαδός του Yul Brynner. Γούσταρα τρελά την βαθιά, υποβλητική φωνή του, το σκληρό του βλέμμα και γενικά το στυλ του «δε μασάω» που είχε ο μεγάλος αυτός ηθοποιός. Εξυπακούεται, βέβαια, ότι είχα φροντίσει να δω τις περισσότερες ταινίες του, από τον Τάρας Μπούλμπα μέχρι τα γουέστερν και τις περιπέτειές του.
Όλες σχεδόν οι ταινίες του σήμερα θεωρούνται κλασσικές, αλλά καμιά δεν μου έμεινε στη μνήμη τόσο όσο το συγκεκριμένο, μάλλον ξεχασμένο, εργάκι.
Ο Michael Crichton για πρώτη φορά δίνει «σάρκα και οστά» στην ιδέα του με τα μελλοντικά θεματικά πάρκα, που περίπου 20 χρόνια μετά θα εκτοξεύσει τις μετοχές του στα ύψη με το JURASSIC PARK. Η «Δήλος» είναι το Jurassic Park εδώ, το θεματικό πάρκο που περιλαμβάνει τον Ρωμαϊκό Κόσμο, τον Μεσαιωνικό Κόσμο και τον Κόσμο της Δύσης, τρεις τεχνητούς κόσμους κατοικημένους από ρομπότ που αναπλάθουν τις συγκεκριμένες χρονικές περιόδους για την διασκέδαση ευκατάστατων τουριστών που μπορούν να πληρώσουν την αλμυρή τιμή του πακέτου διακοπών.
Όμως, αντίθετα με τα περισσότερα πακέτα διακοπών στη χώρα μας, τα λεφτά τους πιάνουν τόπο καθώς οι ευκαιρίες διασκέδασης σε ένα τέτοιο θέρετρο είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από οποιοδήποτε παραδοσιακό τουριστικό οικισμό. Από το να ξεκινήσουν καυγά σε Σαλούν που θα καταλήξει σε αιματηρή μονομαχία στον Κόσμο της Δύσης, μέχρι να παντρευτούν τη Βασίλισσά τους σε μια λαμπρή μεσαιωνική τελετή αφού έχουν μόλις επιστρέψει από ηρωικές μάχες στον Μεσαιωνικό Κόσμο. Κι όλα αυτά χωρίς απολύτως κανένα κίνδυνο για τους ίδιους και τους συνταξιδιώτες τους, μιας και η διοργανωτές έχουν προβλέψει κάθε τι που θα μπορούσε να πάει στραβά.
Ή μήπως όχι;
Όπως θα καταλάβουν οι δύο πρωταγωνιστές (Richard Benjamin, James Brolin), μάλλον δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα, μιας και μετά από δυο- τρεις μέρες διασκέδασης στον Κόσμο της Δύσης, πέφτουν πάνω σε έναν βραχυκυκλωμένο Yul Brynner, με την ίδια ακριβώς στολή που φόραγε στο Και οι Επτά Ήσαν Υπέροχοι σε ένα φανερό φόρο τιμής από τον Crichton, που δεν μπορεί να δεχτεί δύο συνεχόμενες ήττες σε μονομαχία από τον Benjamin. Προηγουμένως, οι δύο πρωταγωνιστές άρχισαν να ψυλλιάζονται ότι κάτι δεν πάει καλά, όταν ένα μηχανικό- φαινομενικά ακίνδυνο- φίδι δαγκώνει τον Brolin.
Τα ρομπότ τρελάθηκαν, λοιπόν, παρά τις προσπάθειες του επιστημονικού προσωπικού του θέρετρου, το οποίο αρχίζει να μεταβάλλεται σε παγίδα θανάτου για τους λουόμενους. Ο Benjamin προσπαθεί να ξεφύγει από τον Yul Brynner που τον καταδιώκει μέσα στους σχεδόν κατεστραμμένους χώρους της Δήλου.
Δεδομένης της πολλά υποσχόμενης πλοκής, ο Crichton κάνει μια αρκετά συντηρητική περιπέτεια, με ορισμένες σκηνές σασπένς και δράσης ιδίως προς το τέλος, αλλά φαίνεται ότι το κύριο μέλημά του ήταν να τονίσει την αναλογία που είδαμε και στο JURASSIC PARK. Ότι, δηλαδή, ο άνθρωπος προσπαθεί να τιθασεύσει δυνάμεις που είναι σχεδόν αδύνατο να δαμαστούν. Όπως και στην ταινία του Spielberg είχαμε τους άκρως επικίνδυνους δεινόσαυρους να προσπαθούν να γίνουν εκθέματα σε μια παρά-φύση γκαλερί, ενώ στο WESTWORLD οι δεινόσαυροι είναι εξαιρετικά πολύπλοκα ανθρωποειδή, που ακόμα και οι δημιουργοί τους δεν μπορούν να προσδιορίσουν ακριβώς το πώς λειτουργούν. Επόμενο είναι, λοιπόν, να παρουσιάσουν βλάβες, έστω και αν αυτές οι βλάβες απλά είναι ασυναίσθητες προσπάθειες προς την ανθρώπινη συμπεριφορά, που κατά κανόνα είναι εχθρική, επιθετική και υστερόβουλη.
Ο χαρακτήρας του Πιστολά (Yul Brynner) θα μπορούσε να εκληφθεί από πολλούς ως η έμπνευση του James Cameron για τον Εξολοθρευτή, μιας και τα κοινά στοιχεία τους είναι πολλά. Είναι δύσκολο να εξοντωθεί, έχει μηχανισμούς εντοπισμού των θυμάτων του που καθιστούν το έργο της απόδρασης του Benjamin σχεδόν αδύνατο, και πιο σημαντικό, δεν έχει συναισθήματα.
Εγώ θα προτιμούσα να δοθεί περισσότερη έμφαση στον Πιστολά, γιατί όπως και να το κάνουμε, αυτός είναι η όποια πηγή σασπένς και δράσης για την ταινία, που στο πρώτο της μέρος κινείται με έναν αργό αλλά σίγουρο ρυθμό, εξιστορώντας τις περιπέτειες των πρωταγωνιστών στον Κόσμο της Δύσης, με περιγραφές καυγάδων σε Σαλούν και μονομαχίες.
Όμως, δε νομίζω ότι το κοινό για το οποίο απευθύνεται η ταινία περιμένει τυπικές σκηνές γουέστερν για να τονίσουν το ενδιαφέρον του. Το πραγματικό ενδιαφέρον της ταινίας είναι στην προσπάθεια των ανθρώπων- επισκεπτών της Δήλου να καταφέρουν να επιβιώσουν. Απ’ αυτή την άποψη προσωπικά ένιωσα ότι υπήρχαν ακόμη πολλά που θα μπορούσαν να γίνουν, αλλά ακόμα και έτσι το “WESTWORLD” συντηρεί το ενδιαφέρον του.
30 χρόνια μετά την κυκλοφορία της η ταινία δείχνει κάπως την ηλικία της, αν και τα ειδικά εφέ είναι γενικά πολύ καλά για την εποχή. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι μιλάμε για μια ταινία με απλά ιστορική αξία. Πιστεύω ότι οι φίλοι του σινεμά Ε/Φ όλο και κάτι καλό θα βρουν εδώ που θα συντηρήσει το ενδιαφέρον τους από την αρχή μέχρι το τέλος.
Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, ότι η εμπορική επιτυχία που γνώρισε η ταινία ήταν τόσο μεγάλη που υπήρξε και μια συνέχεια, το κατά γενική ομολογία κατώτερο αλλά για εμένα ισάξιο, αν όχι καλύτερο “FUTUREWORLD” (1976) στο οποίο έχουμε και την επιστροφή του Yul Brynner στο ρόλο του πιστολά, στην ταινία που έμελλε να είναι η τελευταία του. Επίσης, σε συνέχεια της πρόσφατης παράδοσης του Χόλυγουντ που έχει ξεμείνει από ιδέες ιδίως στα είδη ταινιών που μας αρέσουν, ετοιμάζεται ένα μοντέρνο remake προγραμματισμένο για κυκλοφορία μέσα στο 2007. Θεέ μου, βοήθησέ μας! |