Σχόλια:
Το WHO CAN KILL A CHILD? είναι ένα χαμένο διαμάντι του σινεμά τρόμου, που άγνωστο γιατί, δεν κατάφερε μέσα στα 25 και πλέον χρόνια από την κυκλοφορία του να γίνει ευρέως γνωστό, όπως και του αξίζει. Εγώ τo είχα πρωτοδεί σε VHS με τον τίτλο ISLAND OF THE DAMNED, στην λογοκριμένη έκδοση 90 λεπτών που είχε κυκλοφορήσει τότε στην Ελλάδα και ομολογουμένως είχα εντυπωσιαστεί. Τώρα που μεγάλωσα και ωρίμασα (;), διαπιστώνω ότι το WHO CAN KILL A CHILD? δεν έχει χάσει καθόλου από την φρεσκάδα, την πρωτοτυπία και την έντασή του, παρ’ όλο που έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που το πρωτοείδα.
Με ευκολία μπορώ να πω, χωρίς φόβο και πάθος, ότι το WHO CAN KILL A CHILD? είναι με διαφορά η καλύτερη ταινία που έχω δει με θέμα παιδιά που στρέφονται εναντίον των ενηλίκων, παρ’ όλο το περιορισμένο budget της παραγωγής. Όσοι θεωρούν τα "CHILDREN OF THE CORN" και "VILLAGE OF THE DAMNED" καλές ταινίες, μόλις δουν αυτό, δεν θα πιστεύουν στα μάτια τους.
Ξεκινώντας με μία συρραφή εικόνων από πραγματικές φρικαλεότητες εναντίον παιδιών κατά το B’ Παγκόσμιο πόλεμο μέχρι και τα σύγχρονα παιδιά της Μπιάφρα, το WHO CAN KILL A CHILD? μας βάζει αμέσως στο πνεύμα του. Τονίζει τη βαναυσότητα του κόσμου μας, και το ότι τελικά τα παιδιά είναι αυτά που την πληρώνουν σε κάθε περίπτωση είτε πολέμου, είτε επανάστασης, είτε φυσικής καταστροφής. Οι εικόνες που προέρχονται από πραγματικά ντοκιμαντέρ είναι σχεδόν αδύνατο να τις αντέξει κανείς, κυρίως γιατί είναι αυθεντικές, και προκαλούν αποστροφή στο θεατή που ακόμα και πριν από τους τίτλους αρχής, προϊδεάζεται για το τι θα επακολουθήσει.
Αν εξαιρέσουμε το πρώτο 25λεπτο που κινείται σχετικά αργά και αναλώνεται σε πλάνα τοπικών ετήσιων εορταστικών εκδηλώσεων, το WHO CAN KILL A CHILD? έχει ρυθμό, ένταση, αγωνία και είναι πολύ τρομακτικό σε όλη του τη διάρκεια. Το όλο κλίμα μυστηρίου και αγωνίας αρχίζει να χτίζεται σταδιακά και με σκηνοθετική μαεστρία από τη στιγμή που το νεαρό ζευγάρι φτάνει σε ένα φαινομενικά έρημο νησί.
Η πρώτη ουσιαστικά επαφή των πρωταγωνιστών με τα παιδιά- κάτοικους του νησιού είναι μία αξιομνημόνευτη σεκάνς, όπου η έγκυος Prunella Ransome περιμένει τον άντρα της που έχει πάει να ελέγξει μπας και βρει κανέναν από τους εξαφανισμένους κατοίκους του νησιού. Καθώς περιμένει δέχεται μια επίσκεψη από ένα ντόπιο κοριτσάκι, το οποίο χωρίς να μιλάει, αρχίζει να χαϊδεύει την κοιλιά της εγκύου και τελικά να κολλάει το κεφαλάκι της στην κοιλιά της Ransome χαμογελώντας, σαν να είχε μια σιωπηρή συνεννόηση με το αγέννητο βρέφος.
Από κει και πέρα, το WHO CAN KILL A CHILD? βρίσκει το ρυθμό του, βοηθούμενο από τις σταδιακές αποκαλύψεις στην δράση του, τις πολύ καλές ερμηνείες των πρωταγωνιστών και την καταπληκτική ambient μουσική του Waldo de los Rios. Αποφεύγει τους κλισαρισμένους και φτηνιάρικους τρόπους για να τρομάξει το θεατή (όπως π.χ. ζώα να πετάγονται ξαφνικά κλπ), αλλά το καταφέρνει πολύ καλά, πιστέψτε με, με την βιρτουόζικη σκηνοθεσία και τον ωμό ρεαλισμό των δρώμενων.
Δεν υπάρχει πρακτικά σημείο που το WHO CAN KILL A CHILD? φαίνεται αμήχανο, κάτι σπάνιο για ταινίες τρόμου χαμηλού προϋπολογισμού. Η ένταση κλιμακώνεται με σταθερό ρυθμό, και το ενδιαφέρον του θεατή όλο και μεγαλώνει, μέχρι την τελική συνειδητοποίηση για το ποιος είναι τελικά ο εχθρός, και πόσο δύσκολο είναι να αντιμετωπιστεί. Τα gore εφέ βοηθάνε σε αυτό, χωρίς να είναι τίποτα που δεν έχουμε ξαναδεί. Αυτό που πραγματικά τρομοκρατεί και σοκάρει το θεατή στο WHO CAN KILL A CHILD? είναι η φύση καθαυτή των φόνων, από ποιους γίνονται, πώς γίνονται και με τι ηθικό αντίκτυπο για τους δράστες. Προσθέστε και κάποιες σεκάνς απίστευτης έντασης, όπως είναι η πολιορκία του ζευγαριού μέσα σε ένα δωμάτιο απ’ όπου δεν υπάρχει διαφυγή, όπου έχουμε και την πρώτη πράξη άμυνας από τους 2 ήρωες εναντίον των διωκτών τους. Μία πράξη που όχι μόνο δεν δίνει καμία αίσθηση ασφάλειας ή λύτρωσης για τους πρωταγωνιστές και το θεατή, αλλά μεγαλώνει ακόμα περισσότερο την αίσθηση απόγνωσης και τρόμου.
Το φινάλε είναι κατακλυσμικό, σκοτεινό και απαισιόδοξο, και πρέπει να το δείτε για να το πιστέψετε. Είναι πραγματικά απορίας άξιο πώς ο γεννημένος στην Ουρουγουάη σκηνοθέτης Chicho Ibanez-Serrador δεν κατάφερε να απογειώσει την καριέρα του και να καθιερωθεί ως μεγάλο όνομα στο σινεμά του τρόμου και του φανταστικού. Στο κάτω- κάτω της γραφής, άλλοι με πολύ λιγότερο σημαντικές ταινίες τα κατάφεραν, γιατί όχι κι αυτός; Είναι ένα από τα παράδοξα και τις μεγάλες αδικίες της σκηνής του τρόμου. Αντίθετα, η καριέρα του συνεχίστηκε από κει που είχε σταματήσει πριν το WHO CAN KILL A CHILD?, ως σκηνοθέτης σειρών γι την Ισπανική τηλεόραση, με μόνη κινηματογραφική παρουσία άξια λόγου το πολύ καλό LA RESIDENCIA (THE HOUSE THAT SCREAMED) του 1969, που επίσης είχε παρόμοια κατάληξη με το WHO CAN KILL A CHILD? στην ανυπαρξία. Πολύ κρίμα, γιατί αν συνέχιζε σε αυτό το μοτίβο, σίγουρα το όνομά του θα ήταν σήμερα στο πάνθεον του τρόμου δίπλα σε αυτά των Lucio Fulci, Joe D’Amato κλπ.
Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι στο παρελθόν η ταινία είχε κυκλοφορήσει σε VHS κόπιες μεταβλητής ποιότητας, κάτω από πολλούς διαφορετικούς τίτλους (στην Ελλάδα ως Island of the Damned). Οι πιο συνηθισμένες εκδόσεις ήταν οι λογοκριμένες (όπως και η Ελληνική), που έφταναν σε διάρκεια περίπου τα 95 λεπτά. Αν και η γλώσσα που είχε γυριστεί αρχικά το WHO CAN KILL A CHILD? ήταν τα Αγγλικά, η κακή μεταχείριση της ταινίας από τις διάφορες λογοκριτικές αρχές έκανε την έκδοση των 111 λεπτών να είναι πολύ σπάνια για να εντοπίσει κάποιος. Ως αποτέλεσμα, οι σημερινές full uncut εκδόσεις που κυκλοφορούν σε DVD και περιλαμβάνουν το Αγγλικό soundtrack έχουν αποκαταστήσει κάποια σημεία τα οποία είχαν κοπεί αρχικά, στα οποία η γλώσσα που ακούγεται είναι Ισπανικά, με Αγγλικούς υπότιτλους. Ο λόγος είναι η μη διαθεσιμότητα ολόκληρης μη λογοκριμένης κόπιας της ταινίας με το αρχικό Αγγλικό soundtrack. Μυρίζομαι ότι κάποια επανακυκλοφορία θα είναι στα σκαριά.
Εν συντομία, μη χάσετε με τίποτα το WHO CAN KILL A CHILD?. Είναι ένα πραγματικό κόσμημα της φιλμογραφίας του τρόμου και αξίζει περισσότερης προσοχής από τους φίλους του είδους. Ψάξτε να το βρείτε σε DVD και μόλις το δείτε θα με θυμηθείτε. |