Μια ομάδα στρατιωτών που περιπολούν σε καιρό πολέμου στα σύνορα της Ν. Αφρικής αρχίζουν να μάχονται για τη ζωή τους όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με υπερφυσικές δυνάμεις.
Σχόλια:
Μερικές φορές ψάχνοντας ανάμεσα σε παλιές βιντεοκασέτες κανείς μπορεί να πετύχει ακατέργαστα διαμαντάκια που δεν έχουν βρει το δρόμο τους σε σύγχρονες HD ή ακόμα και σε DVD κυκλοφορίες. Αρκετές ταινίες από το μεταίχμιο μεταξύ της εποχής του VHS και του DVD είχαν την συγκεκριμένη μοίρα στα τέλη των 90s- αρχές 2000s, αλλά υπάρχουν και αρκετές παλιότερες που για κάποιο λόγο ξέφυγαν από τα ρανμτάρ των εταιριών που αν και σήμερα επιδίδονται σε όργιο κυκλοφοριών τόσο των γνωστότερων παραγωγών που βγαίνουν ξανά και ξανά σε διάφορες- συνήθως πανάκριβες εκδόσεις, όσο και σε αντίστοιχο όργιο ανακαλύψεων υποτίθεται "χαμένων" ταινιών για να ικανοποιήσουν τη ζήτηση physical media.
Μια ταινία από αυτές που τα λαγωνικά των εταιρειών έχουν ξεχάσει ολοκληρωτικά με αποτέλεσμα να μην έχει βγει ούτε καν σε DVD πουθενά στον πλανήτη είναι το διαχρονικά αδικημένο Νοτιοαφρικανικό THE STICK, ένα καθ' όλα αξιόλογο και από κάθε άποψη δυνατό μείγμα πολεμικής και τρόμου με φόντο την εποχή του Απαρτχάιντ στη Ν. Αφρική και τον πόλεμο της χώρας με ανώνυμη γειτονική χώρα. Μια παραγωγή που από την κυκλοφορία της συνάντησε προβλήματα από τις λογοκριτικές αρχές της Ν. Αφρικής και μέχρι σήμερα βρίσκεται στην λησμονιά, γνωστή μόνο από πωρωμένους συλλέκτες VHS.
Η υπόθεση ακολουθεί την περιπέτεια μιας ομάδας (Stick) 8 στρατιωτών στις αχανείς Νοτιοαφρικανικές στέπες και ζούγκλες κοντά στα σύνορα με γειτονική χώρα, προς αναζήτηση μελών τοπικών φυλών ανταρτών ή 'τρομοκρατών' σύμφωνα με την κεντρική διοίκηση, που θέλει να καθαρίσει τη ζούγκλα από τους αγνώστους που ξεκληρίζουν τα στρατεύματα. Αφηγητής της ιστορίας είναι ο στρατιώτης Cooper (Greg Latter) που βρέθηκε ανάμεσα σε αυτό το τσούρμο ρατσιστών και γενικά βίαιων και ανισόρροπων στρατιωτών, μακριά από τον λευκό πολιτισμό βαθιά στην κατοικημένη από άγνωστες φυλές ζούγκλα γεμάτη σκοτεινά μυστικά. Αγνοώντας τα προειδοποιητικά σημάδια και τον έγχρωμο ιχνηλάτη τους Mikhondo (Dixon Malele), οι 8 φτάνουν σε ένα χωριό την ώρα μυστικιστικής τελετής και εντοπίζουν στρατιώτες που πιστεύουν ότι είναι μέρος των ανταρτών που αναζητούν.
Με το πρώτο φως την πέφτουν στο χωριό αλλά ανακαλύπτουν ότι όλοι οι άντρες λείπουν εκτός του Μάγου που ηγείτο της τελετής που είδαν τη νύχτα. Ο γενικά διαταραγμένος υπολοχαγός (Frantz Dobrowsky) διατάζει τον Mikhondo να σκοτώσει τον μάγο αλλά αυτός με φανερό τρόμο στρέφεται εναντίον τους και τελικά ο Cooper σκοτώνει τον μάγο πισώπλατα με όλα τα γυναικόπαιδα του χωριού μάρτυρες. Την επομένη το πρωί ο σκοπός βρίσκει έναν σκελετό εκεί που θα έπρεπε να είναι το πτώμα του Μάγου. Σε μια έκρηξη παράνοιας και φόβου οι 7 εκτός του Cooper με ηγέτη τον μονίμως πρεζωμένο και ακραία ρατσιστή O'Grady (Sean Taylor) εκτελούν τα αιχμάλωτα γυναικόπαιδα, βάζουν φωτιά στο χωριό και αρχίζουν να επιστρέφουν. Όμως ο ένας μετά τον άλλο θα αρχίσουν να βρίσκονται αντιμέτωποι με τις σκοτεινές δυνάμεις της Φυλετικής ζούγκλας που αρχίζουν να τους καταδιώκουν για να τους τιμωρήσουν για τις πράξεις τους.
Φοβερή ατμόσφαιρα σε ολόκληρη τη διάρκεια που δεν χαλάει παρ' όλων των πλάνων που στην πλειοψηφία τους είναι στο φως της ημέρας, καλός ρυθμός και ένα επιβλητικό και εχθρικό σκηνικό που φτιάχνεται από τις αφιλόξενες τοποθεσίες άγριας φύσης δίνουν τον τόνο από τα πρώτα λεπτά της παραγωγής. Έναν τόνο συνεχής ακαθόριστης απειλής που εντείνεται από την παθιασμένη και ενίοτε απελπισμένη αφήγηση του πρωταγωνιστή Greg Latter, που κρέμεται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από το περίπολο και παρ' όλο που δεν φαίνεται σχεδόν ποτέ, η αίσθηση της είναι παντού. Ο γνωστός Νοτιοαφρικανός σκηνοθέτης Darrell Roodt καταφέρνει να δέσει το υπερφυσικό στοιχείο στην τυπικά πολεμική πλοκή σε σημείο που να μοιάζει απολύτως λογικό και αναμενόμενο σε αυτό το παράλογα αιματηρό ταξίδι.
Η ακαθόριστη αίσθηση απόγνωσης και αναπόφευκτου την οποία με μαεστρία ο σκηνοθέτης μεταδίδει και στους θεατές κάνοντάς τους ουσιαστικά να συμμετέχουν μέσα στο περίπολο, παραπάνω από παρατηρητές στις φρικαλεότητες της ομάδας, όλο και μεγαλώνει όσο προχωράει η προβολή. Προσωπικά βρήκα αρκετούς παραλληλισμούς της ομάδας και της δράσης της με το συνεργείο κινηματογράφησης στο κλασικό CANNIBAL HOLOCAUST, ενώ η τιμωρία τους από τα υπερφυσικά στοιχεία των Νοτιοαφρικανικών παραδόσεων όχι μόνο δεν έρχεται σαν έκπληξη, αλλά δρα καθαρτικά όπως η αντίστοιχη των επαρμένων κινηματογραφιστών στο έπος του Ruggero Deodato.
Η αγωνία και το σασπένς είναι πανταχού παρόντα και μεγαλώνουν την ατμόσφαιρα όπως και το στοιχείο τρόμου, που εμπλουτίζεται από την καταπληκτική φωτογραφία, όπως και από ορισμένα ωραία εφέ gore αλλά και την ακατανόητη βία εν καιρώ πολέμου. Αρκετές καλογυρισμένες νυχτερινές σκηνές συχνά- πυκνά γίνονται τρομακτικές όταν ο θεατής αφήσει τον εαυτό του να παρασυρθεί στον ρυθμό του THE STICK που γενικά είναι γρήγορος αλλά χωρίς να φτάνει σε σημείο ταινίας δράσης. Αντίθετα, η δράση κινείται με σταθερά βήματα εκμεταλλευόμενη τόσο τις τοποθεσίες όσο και τις μεταφυσικές εμπνεύσεις του σεναρίου.
Η ταινία αν και παίζει αρκετά με την λογική του PLATOON ως ψυχογράφημα διαταραγμένων από τη φρίκη του πολέμου στρατιωτών, σε πολλές στιγμές ηθελημένα βουτάει με το κεφάλι σε περιοχές καθαρού τρόμου και δίνει ιδιαίτερα σκοτεινό τόνο και πρωτοτυπία στα δρώμενα, με διάχυτη την αίσθηση ότι η αποστολή του περιπόλου είναι καταδικασμένη εξ αρχής. Πάντως οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών είναι πρώτης γραμμής και οι περισσότεροι μεταδίδουν άριστα τον διαλυμένο ψυχισμό των χαρακτήρων τους δίνοντας πρόσθετο ρεαλισμό.
Είναι φανερό ακόμα και για όσους δεν γνωρίζουν πολλά ιστορικά στοιχεία για την δράση του Νοτιοαφρικανικού Στρατού (South African Defense Force - SADF) από τη δεκαετία του '50 μέχρι τα μέσα των 90s, ότι ο Darrell Roodt ηθελημένα παίρνει πολιτική θέση δίνοντας ξεκάθαρη αρνητική χροιά στον τρόπο με τον οποίο δρούσαν τα στρατεύματα στον πόλεμο με την Ανγκόλα που πάντως δεν αναφέρεται στην ταινία, τόσο συνολικά όσο και ατομικά, με τις συνεχόμενες συγκρούσεις μεταξύ των μελών της ομάδας που θα έπρεπε να είναι ενωμένοι (από εκεί και το όνομα Stick= κολλάω). Με συνεχείς καβγάδες, ακραίο ρατσισμό και περιφρόνηση της εξουσίας και των ηθών και εθίμων της Φυλετικής Αφρικής, τα μέλη του Περιπόλου είναι σαν ξενόφερτοι μισθοφόροι που ο καθένας κοιτάει να ικανοποιήσει προσωπικά πάθη και ρατσιστικά κουσούρια, κάτι που η ομάδα του THE STICK πληρώνει πολύ ακριβά.
Ακριβά πλήρωσε και η παραγωγή αυτή την οπτική και τον πολιτικό σχολιασμό, καθώς η ταινία απαγορεύτηκε συνοπτικά στη Ν. Αφρική για αρκετά χρόνια λόγω της άρνησης του σκηνοθέτη να κάνει 48 (!) περικοπές στην τελική βερσιόν. Ίσως αυτό το γεγονός να εξηγεί εν μέρη τη λησμονιά που έχει περιπέσει το THE STICK ακόμα μέχρι σήμερα τόσο από πλευράς fans όσο και μήντια. Ακατανόητα και σχεδόν υπερφυσικά, ακόμα και σήμερα που κάθε ασήμαντο σκουπίδι βρίσκει τη θέση του ανάμεσα σε πανάκριβες HD κυκλοφορίες, η ταινία δεν έχει κυκλοφορήσει σε σοβαρή έκδοση και βρίσκεται μόνο σε σκονισμένες και ολοένα και πιο σπάνιες κασέτες VHS.
Προσωπικά θεωρώ το THE STICK ένα από τα καλύτερα υβρίδια πολεμικής και τρόμου ανεξαρτήτως χώρας παραγωγής και θεωρώ ότι μια ειδική έκδοση με συνεντεύξεις του σκηνοθέτη και σεναριογράφων επιτέλους να ξεκαθαρίζουν οι ίδιοι το όραμά τους και τις δυσκολίες της παραγωγής είναι κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη και αξίζει 100% σε μια καλοφτιαγμένη ταινία που ξεφεύγει αρκετά από τους κανόνες των exploitation b-movies τόσο σε ύφος όσο και σε εκτέλεση.