Σχόλια: 
Επανερχόμαστε βαθιά μέσα στη χρυσή εποχή του Giallo, με δεκάδες αξιόλογες κυκλοφορίες του είδους να βγαίνουν η μία μετά την άλλη. Πολλά Gialli εκείνης της περιόδου είχαν την τύχη να βαφτιστούν ξανά και ξανά από εταιρίες διανομής και δεν συμμαζεύεται, συνήθως με τίτλους που ουδεμία επαφή είχαν με το περιεχόμενο, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Μια από αυτές είναι το υπό σχολιασμό THE CASE OF THE BLOODY IRIS, πρώτο Giallo του σκηνοθέτη κυρίως κωμωδιών και spaghetti γουέστερν, Giuliano Carnimeo, που στις σπάνιες δουλειές του έξω απ΄ αυτά τα είδη μας έδωσε μεταξύ άλλων το διαβόητο RATMAN και για πρώτη φορά κάθεται πίσω από την κάμερα στο συγκεκριμένο είδος. Για πρώτο Giallo δεν τα πήγε άσχημα, αλλά σίγουρα είχε τα περιθώρια και την πρώτη ύλη για να κάνει κάτι πολύ καλύτερο.
Η πόρνη ένοικος ενός διαμερίσματος σε μοντέρνα πολυκατοικία δολοφονείται βάναυσα από άγνωστο μέσα στο ασανσέρ και το πτώμα της βρίσκει μια άλλη ένοικος, η Mizar (Carla Brait), εξωτική χορεύτρια σε ιδιωτικό καμπαρέ η οποία λίγη ώρα μετά δολοφονείται διά πνιγμού στην μπανιέρα της. Το διαμέρισμά της νοικιάζει μαζί με την φίλη της Marilyn (Paola Quattrini) μέσω του αρχιτέκτονα Andrea (George Hilton) η όμορφη Jennifer (Edwige Fenech), μοντέλο που πρόσφατα αποχώρησε από την σεξουαλική αίρεση του πρώην συζύγου της Adam (Ben Carra). Η Jennifer μετακομίζει αλλά σχεδόν άμεσα αρχίζει να γίνεται στόχος άγνωστου μασκοφόρου stalker που την απειλεί ακόμα και μέσα στο διαμέρισμα.
Εντωμεταξύ, οι μπάτσοι υπό τον οξύθυμο Αστυνόμο Enci (Giampiero Albertini) ξεκινάνε την έρευνα από το καμπαρέ που δούλευε η Mizar, βρίσκουν τον Andrea και μαθαίνουν ότι όχι μόνο είχε πάει στο καμπαρέ το βράδυ που δολοφονήθηκε η άτυχη χορεύτρια, αλλά μετά το σόου είχε φύγει μαζί της, κάτι που τον βάζει ψηλά στην λίστα των υπόπτων. Εντωμεταξύ, οι φόνοι συνεχίζονται και η λίστα υπόπτων μεγαλώνει συμπεριλαμβάνοντας και αρκετούς από τους ένοικους της πολυκατοικίας, ενώ η αστυνομία συνεχίζει με αμείωτη ένταση την παρακολούθηση του Andrea που εντωμεταξύ αρχίζει ερωτικό ειδύλλιο με την Jennifer.
Η ταινία ξεκινάει με όλα τα στοιχεία που πρέπει σε ένα 'σωστό' Giallo, αιματηρό φόνο από άγνωστο φονιά που φοράει κίτρινα γάντια, μπόλικο γυμνό στο ρινγκ και στο στούντιο φωτογράφησης από τις καλλίγραμμες θηλυκές παρουσίες και ένα σενάριο που στην αρχή προσπαθεί να κρατήσει όσο γίνεται κλειστά τα χαρτιά του και φαίνεται αρκετά μπερδεμένο προσθέτοντας όλο και περισσότερα φαινομενικά άσχετα στοιχεία και συμπληρωματικούς χαρακτήρες για τον πατροπαράδοτο αποπροσανατολισμό του θεατή.
Οι φόνοι είναι αρκετοί, σχετικά αιματηροί και ποικίλουν σε μέθοδο, ενώ η αεικίνητη κάμερα συνήθως στο χέρι του Giuliano Carnimeo δίνει έναν γρήγορο ρυθμό και φτιάχνει ατμόσφαιρα με τις εξεζητημένες οπτικές γωνίες λήψης. Κατά τη διάρκεια της εξέλιξης, σε πρώτο χρόνο βρίσκεται το ως συνήθως εντελώς αταίριαστο "τουριστικό" βασικό μουσικό θέμα από τον πάλιουρα στο είδος, Bruno Nicolai, που έχει μεν το γούστο του αλλά δεν βοηθάει ιδιαίτερα στην δημιουργία ατμόσφαιρας ή σασπένς. Όταν η μουσική αλλάζει από το βασικό θέμα που επαναλαμβάνεται κάθε τόσο, κάνει ακριβώς αυτό που πρέπει, δίνοντας περισσότερη σκοτεινή ατμόσφαιρα και συνοδεύοντας άριστα τα δρώμενα.
Πάντως ακόμα και οι πιο φανατίλες τζιαλλάδες λογικά θα παραδεχτούν ότι ο θρυλικός σεναριογράφος Ernesto Gastaldi αυτή τη φορά ήταν λίγο ντεφορμέ, με το σενάριο κατά διαστήματα να γίνεται ό,τι να 'ναι, με εξεζητημένες παραδοχές και όχι ιδιαίτερα αληθοφανή εξέλιξη, ενώ το πανταχού παρών παράξενο και αταίριαστο χιούμορ, προφανώς κληρονομιά του σκηνοθέτη από τις πολλές του δουλειές στο είδος της κωμωδίας, κάνει το θέαμα σχεδόν σουρεαλιστικό κατά διαστήματα. Σ' αυτό συμβάλλει και το παραδοσιακό φρικαλέο αγγλικό ντουμπλάρισμα που συναντάμε συχνά- πυκνά στις περισσότερες Ιταλικές παραγωγές της εποχής, αλλά και οι ιδιαίτερα ξύλινες ερμηνείες από τη συντριπτική πλειοψηφία των ηθοποιών εκτός κατά διαστήματα του πρωταγωνιστικού διδύμου.
Κακά τα ψέματα, το βασικό ατού της ταινίας είναι η παρουσία της Θεάς του Giallo, Edwige Fenech, που είναι ως συνήθως παθιασμένη και σε πρώτο πλάνο τον περισσότερο χρόνο, ενώ επιδεικνύει και τα πλούσια κάλλη της με αισθησιακό και όχι sleazy τρόπο. Από κοντά, ο γόης της εποχής και τακτικός σε Gialli και spaghetti γουέστερν, George Hilton, έχει επιβλητική φυσική παρουσία και παραδίδει μια καλή και πειστική ερμηνεία. Από τους υπόλοιπους ξεχωρίζει ο Giampiero Albertini στον κλισαρισμένο ρόλο του μονίμως τσαντισμένου και με τσιγαριά στο χέρι μπάτσου που κάνει όλες τις λάθος επιλογές στην έρευνα. Οι φίλοι του Ιταλικού σινεμά λογικά θα ξεχωρίσουν και αρκετές αναγνωρίσιμες φάτσες, όπως της Annabella Incontrera, της Carla Mancini και του πανταχού παρών Luciano Pigozzi.
Το ενδιαφέρον του THE CASE OF THE BLOODY IRIS έρχεται κυρίως από τα παρελκόμενα εξτραδάκια και όχι από το μυστήριο καθαυτό, που είναι αρκετά ευκαιριακό όπως και η λύση του. Σίγουρα δεν πρόκειται για ένα από τα must- watch Gialli και συγκρινόμενο με τα ορόσημα του είδους των Mario Bava, Dario Argento και Sergio Martino, μάλλον μοιάζει σαν φτωχός συγγενής. Όμως ακόμα και έτσι έχει ωραίους φόνους, σασπένς εκεί που πρέπει και λογικά θα αποζημιώσει τους πιο έμπειρους στο είδος θεατές και βέβαια τους fans της Edwige Fenech και του George Hilton.
|